Από την πρώτη σκηνή, από την αφετηρία της αφήγησής του ο Μοχάμαντ Ρασούλοφ, καδράροντας τον πρωταγωνιστή του, Ιμάν δείχνει με την κάμερά του και τη διπλή λήψη πως κάθε νόμισμα έχει δύο όψεις. Ακριβώς σε αυτή την έννοια αμφισημίας βασίζεται ολόκληρη η ταινία του. Η προσευχή ως προσμονή κι ως διαδικασία εξομολόγησης προς εξαγνισμό των αμαρτιών. Πρεμιέρα στις Κάννες, χειροκρότημα που αντήχησε σε ολόκληρο τον κόσμο και υποψηφιότητα της Γερμανίας για το Όσκαρ Διεθνούς ταινίας με μεγάλες τύχες να είναι στην τελική πεντάδα και γιατί όχι να το κερδίσει παρά την παρουσία του “Emilia Perez”.

Κάποια στιγμή ένιωσα πως ο σκηνοθέτης δημιουργεί μία γέφυρα με το “Δεν Υπάρχει Κακό” και την πρώτη του ιστορία. Αυτή τη φορά δεν υπάρχει κουμπί, αλλά η «υπογραφή». Το αποτέλεσμα είναι όμως το ίδιο. Καταδικαστικό! Σε μία εποχή που το Ιράν ταλανίζεται από συγκρούσεις με αίτημα την «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ» (εισάγει βίντεο για παραστατικότητα και ζωντάνια), ο καταδικασμένος σε ποινή φυλάκισης Ρασούλοφ δημιουργεί ένα πορτραίτο μιας οικογένειας σε αποσύνθεση. Ονειρεύτηκε ένα καλύτερο μέλλον στην πρωτεύουσα και βιώνει την απόλυτη αβεβαιότητα με τους δεσμούς της να συρρικνώνονται καθημερινά. Ο ρόλος της μητέρας είναι κομβικός και με ψυχή χιλίων λεόντων προσπαθεί να κρατήσει της ισορροπίες. «Αλλάζοντας δουλειά, άλλαξες κι εσύ;». Το γυαλί όμως όχι απλά έχει ραγίσει, αλλά έχει σπάσει.

Ένα μεγάλο σπίτι, μα τόσο κρύο. Η ψυχοσύνθεση των πρωταγωνιστών αντικατοπτρίζεται στα χρώματα και στο πάγωμα της εικόνας που με μαεστρία κάνει ο διευθυντής φωτογραφίας. Ένας εφιάλτης και στη συνέχεια το παιχνίδι των αμφιβολιών που οδηγεί σε κόψιμο του τεντωμένου σχοινιού. Ένα γρανάζι της κρατικής μηχανής νιώθει πως τα “εγκλήματά” του έχουν άφεση από τον Κύριο. Είναι βολικό για να κοιμάται κανείς τα βραδιά, οι μάσκες όμως κάποτε πέφτουν. Καλείσαι να επιλέξεις κι είναι ευκολότερο να πάρεις τη «λάθος» απόφαση στον βωμό μίας δήθεν ασφάλειας, ανέλιξης και προσαρμοστικότητας. Ο νόμος της εξέλιξης ωθεί τους ανθρώπους να κάνουν τα πάντα για την επιβίωσής τους, θυσιάζοντας ηθική και αξίες.

Μία συνεχής δοκιμασία που φέρνει μία πρόωρη (χαμένη) αθωότητα για τα κορίτσια της οικογένειας. Ο ανακριτής αντιλαμβάνεται με το δαιμόνιό του ποιος είναι ο «ένοχος», αλλά δεν μπορεί να πείσει τον εαυτό του και να προχωρήσει ένα βήμα παρακάτω. Η καριέρα του βρίσκεται κυριολεκτικά στον αέρα κι ο ίδιος έχει αλλοτριωθεί πλήρως. Σύγκρουση γενεών, ανδρών και γυναικών, με σαφή αναφορά στην «κατάρα» της οπλοκατοχής που κάνει τους έχοντες πραγματικά αδύναμους και συχνά ευάλωτους κι εν τέλει θύματα μίας εξουσίας που τους εγκλωβίζει και λιγότερο τους εξυπηρετεί.

«Δούλευα τίμια για 20 χρόνια…». Μία έμμεση προοικονομία για όσα θα ακολουθήσουν. Μάνα και κόρες μπορεί να μην αφουγκράζονται πλήρως η μία τις άλλες, ωστόσο γνωρίζουν πως ανήκουν στην ίδια πλευρά. Υπάρχει μία σκηνή που μας οδηγεί στο φινάλε. Η σιωπή πρέπει να σπάσει, η φίμωση πρέπει να περάσει στο παρελθόν. Η Ναϊμέ φοβάται, δεν είναι σίγουρη, αντιλαμβάνεται όμως πως ο σύζυγός της έχει επιλέξει πλευρά χωρίς να έχει πλέον περιθώρια ευελιξίας και επιστροφής στην οικογενειακή εστία. Το ηθικά διλήμματα όμως δεν τελειώνουν κυριολεκτικά μέχρι την τελευταία σκηνή και ο Ιρανός σκηνοθέτης θέτει τον θεατή σε ρόλο πρωταγωνιστή, καλώντας να αποφασίσει.

Στα 170 λεπτά της αφήγησης που περνούν πολύ πολύ γρήγορα εξαιτίας των διαδοχικών ανατροπών δομείται το ψυχολογικό θρίλερ του 2024 με έντονο πολιτικό χαρακτήρα. Δημιουργείται όμως πάνω απ’ όλα μία ωδή για τη γυναίκα, για τις γυναίκες όλου του κόσμου. Ο Ρασούλοφ επιλέγει πλευρά και αυτό τον κατατάσσει στους σπουδαίους της εποχής μας και φυσικά όχι μόνο ως σκηνοθέτη, αλλά πρώτιστα ως άνθρωπο που έχει το θάρρος να κρατάει ψηλά το λάβαρο της επανάστασης και να κάνει τους ανθρώπους να βλέπουν προς έναν καλύτερο κόσμο διαλύοντας τα σύννεφα που βοηθούν με τον τρόπο τους το σκοτάδι να επικρατήσει. Η ώρα της τελικής μάχης, όμως, δεν έχει φτάσει…

 

 Ακολουθήστε το OLAFAQ στο FacebookBluesky και Instagram.