Από τις Κάννες και την επίσημη συμμετοχή στο Διαγωνιστικό, στο Λοκάρνο και το Βραβείο Κοινού κι από εκεί στη Θεσσαλονίκη κι από σήμερα στις σκοτεινές αίθουσες. Κάθε ταινία του Κεν Λόουτς αποτελεί μία επαναστατική πράξη με κέντρο της αδιαπραγμάτευτα τον άνθρωπο. Ανεξαρτήτως επιμέρους κινηματογραφικής αξίας, το μήνυμα που περνάει ο αειθαλής δημιουργός με το σύνολο του έργου αποτελεί παρακαταθήκη σε μία εποχή ματαιώσεων και κοσμογονικών αλλαγών. Αυτή τη φορά σε συνεργασία με τον μόνιμο συνεργάτη του, Πολ Λάβερτι βάζουν έναν επίλογο στον οποίο κυριαρχούν δύο έννοιες: ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑ και ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ.
«Αν οι εργάτες καταλάβαιναν πόση δύναμη έχουν, θα αλλάζαμε τον κόσμο. Δεν το καταφέραμε ποτέ». Αποτελεί τη φράση καταλύτη για το ξεδίπλωμα της πλοκής. Σε μία εποχή διασπάσεων και διαιρέσεων μεταξύ “συντρόφων”, ο Λόουτς μιλάει πολιτικά για τη δύναμη της ένωσης που έρχεται μέσα από κοινές διαδρομές και την καλλιέργεια ενός σύνθετου – δύσκολου “μαζί”. Η φιλμογραφία του Βρετανού έχει ηχηρό μήνυμα – πάντα – στο πλευρό των αδυνάτων. Στην εποχή του Brexit που έχει διχάσει ήδη τον λαό της Μεγάλης Βρετανίας, μεταφερόμαστε στην Επαρχία που ψήφισε μαζικά υπέρ της αποχώρησης από την Ευρωπαϊκή Ένωση κι η ιστορία πλέκεται με την προσφυγική κρίση.
Για μία ακόμα αφορά επιδιώκεται η αφύπνιση συνειδήσεων κι ο ενεργός αγώνας, καθώς «όσο ο κόσμος δεν κάνει τίποτα, τόσο αναπτύσσεται το καθεστώς». Καλεί μαζικά σε (αντι)δραση παθητικούς δέκτες των γεγονότων που είτε έχουν παραιτηθεί, είτε φοβούνται, είτε δε βλέπουν την μεγάλη εικόνα που τους αγγίζει. Ο τόπος γέννησης αποτελεί μονάχα μία καταγραφή. Η κουλτούρα και τα πολιτισμικά στοιχεία είναι ικανά να βοηθήσουν σε ανταλλαγή απόψεων και τελικά σε διεύρυνση των οριζόντων μας. Σημασία έχει η οικονομική λιτότητα να μην καταλήξει σε λιτότητα συναισθημάτων και αξιών.
Ο Τι Τζέι, ιδιοκτήτης της τελευταία παμπ με όνομα “Γέρικη Βελανιδιά”, αποτελεί τον ρόλο κλειδί. Αντιμετωπίζει τα δικά του αδιέξοδα αθόρυβα. Προσπαθεί να βρει κίνητρα που θα τον κρατήσουν στη ζωή και συχνά φλερτάρει με τα επώδυνα τραύματα του παρελθόντος. Η πορεία του ήταν προδιαγεγραμμένη, ωστόσο η ίδια η ζωή αλλάζει το μονοπάτι του και τον διασώζει δίχως να το αντιληφθεί. Τον ταξιδεύει σε έναν κόσμο, που του δίνει το έναυσμα να θυμηθεί ποιος ήταν και να αντιληφθεί πόσα μπορεί να προσφέρει σε αυτήν την κρίσιμη συγκυρία για τον τόπο του.
Εξαιρετική επίσης στο ντεμπούτο της η Ebla Mari στον ρόλο της Γιάρα. Άτυχη, μα ταυτόχρονα τόσο δυνατή. Αντιπροσωπεύει την ελπίδα και το δικαίωμα στο όνειρο. Παράλληλα γίνεται ξεκάθαρη η καλλιτεχνική της στόφα μέσα από τις φωτογραφίες της. Δε το βάζει κάτω, προσαρμόζεται στα νέα δεδομένα, δεν μεμψιμοιρεί και προσπαθεί να χτίσει γέφυρες επικοινωνίας με το νέο της περιβάλλον. Αυτή η διαδρομή δεν είναι μία εύκολη διαδικασία και συνήθως απαιτεί χρόνο για να ωριμάσουν οι συνθήκες. Είναι αποφασισμένη όμως να πετύχει κάτι που στο ξεκίνημά του μοιάζει άθλος.
Σε αυτό το μικρό χωριό το μίγμα είναι εκρηκτικό. Δημιουργούνται έριδες, δοκιμάζονται φιλίες και αναδεικνύονται συμπεριφορές στις οποίες κυριαρχούν ζωώδη ένστικτα. Ο Κεν Λόουτς όμως έχει αφήσει την τελευταία (;) μεγάλη σκηνή της φιλμογραφίας του για το φινάλε. Εκεί που ο θεατής έχει δει ένα σκληρό πρόσωπο, έρχονται η κατακλείδα και το επιμύθιο να σημαδέψουν αυτό το έργο και να μετατρέψουν το μήνυμά του σε μία κινηματογραφική ανάμνηση που θα θυμόμαστε για πάντα. Όχι μόνο ως ρομαντικοί θεατές, αλλά ως άνθρωποι που οφείλουμε να αγωνιστούμε για να κερδίσουμε μικρές μικρές μάχες πρώτα απ΄όλα απέναντι στον ίδιο μας τον εαυτό και μετά μαζί με τους συνανθρώπους απέναντι σε όσους έχουν βάλει στόχο να μας στερήσουν το δικαίωμα να ονειρευόμαστε έναν καλύτερο κόσμο!