Το σκηνοθετικό ντεμπούτο της Λέα Ντομενάκ μόνο απαρατήρητο δεν περνάει από κοινό και κριτικούς. Η πρωτοεμφανιζόμενη σκηνοθέτιδα επιλέγει να δώσει αληθινά ονόματα στους ήρωές της και δε χτίζει ένα πιο ελεύθερο σκηνικό που να υπονοεί πολλά με μια σχετική ασφάλεια. Αναζητώντας κάποια στοιχεία για τη δημιουργό επαλήθευσα το δημοσιογραφικό δαιμόνιο που τη διακατέχει κι έχει βαθιές ρίζες στην οικογένειά της. Γνωρίζει πολύ καλά τα γεγονότα και μέσα από τα γυρίσματα αυτής της ταινίας τα έχει τοποθετήσει ακόμα καλύτερα μέσα της. Δεν επιλέγει να κάνει μία ταινία για τον Ζαν Σιράκ, αλλά για τη σύζυγό του, Μπερναντέτ.

Δεν επιλέγει ένα σαρωτικό φεμινιστικό μανιφέστο, αλλά μία ιστορία που έχει καλές και άσχημες στιγμές. Δομείται ένα πορτραίτο μίας γυναίκας που ο χρόνος δεν είναι σύμμαχος, ωστόσο σε καμία περίπτωση δεν πτοείται, δε μεμψιμοιρεί και αρνείται πεισματικά να συμβιβαστεί. Δεν έχει σκοπό να κάνει εκπτώσεις και να φορέσει το “συμβατικό” φόρεμα που της έχουν ετοιμάσει. Επαναστατεί με τον δικό της τρόπο και με τη στάση της αλλάζει σε μεγάλο βαθμό τη στάση και τα καθήκοντα της πρώτης Κυρίας που περιορίζονται στο φαίνεσθαι μέχρι εκείνη την περίοδο. Ποιος είναι ο αντίκτυπος αυτής της στάσης στον Ζακ Σιράκ;

Φαίνεται ξεκάθαρα πως η επικοινωνία δεν αρκεί και δεν καλύπτει όλα τα κενά, ακόμη κι αν αυτό υποστηρίζουν οι επαγγελματίες που την “υπηρετούν”. Η “κανονική” δημοσκόπηση έρχεται με στόχο να σοκάρει την Μπερναντέτ που μόλις έχει μπει στο Μέγαρο των Ηλυσίων, ωστόσο με την οξυδέρκεια και τις άμυνές της προσπερνάει κάθε εμπόδιο σαν έτοιμη από καιρό για τις διαδοχικές προκλήσεις. Έχει τον τρόπο να δημιουργεί αντιπερισπασμούς, να υπεκφεύγει και τελικά να υποστηρίζει άψογα αυτό που έχει στο δικό της μυαλό. Προκειμένου να υποστηριχθεί αυτός ο ρόλος, βάσει σεναρίου, καταλυτική είναι η παρουσία της Κατρίν Ντενέβ.

Η σπουδαία ηθοποιός επιστρέφει σαν το παλιό καλό κρασί και κουβαλάει στους ώμους της το ξετύλιγμα της πλοκής. Η χημεία Ντομενάκ-Ντενέβ αποτελεί το κλειδί της επιτυχίας. Το υποστήριξαν σε δημόσιες τοποθετήσεις τους κι οι δύο. Η διάρκεια του έργου είναι επίσης ιδανική. Παρότι πρώτη προσπάθεια, υπάρχει η αίσθηση του μέτρου. Είναι μία κωμωδία για τους θερινούς κινηματογράφους που τόσο αγαπάμε. Εύπεπτη, αλλά όχι απλοϊκή. Ουσιαστική στο περιεχόμενό της κι αποκτά ακόμα μεγαλύτερη αξία, καθώς αυτή τη φορά στην αληθινή ζωή η κόρη του Ζαν-Μαρί Λε Πεν είναι έτοιμη να πανηγυρίσει μία μεγάλη νίκη στη Γαλλία.

Μετά το αποτέλεσμα των Ευρωεκλογών και την πανηγυρική της επικράτηση ο Πρόεδρος Εμμάνουελ Μακρόν οδηγεί τη χώρα σε εκλογές. Έχει ηττηθεί και μένει να φανεί αν η προοδευτική σύμπραξη που δημιουργήθηκε σε τέσσερις ημέρες είναι ικανή να αποτελέσει ανάχωμα στην επέλαση του εθνικισμού. Ο καθένας πρέπει να αναλογιστεί την ιστορική συγκυρία και την ευθύνη του αυτές τις ημέρες. Όσα με κόπο κατακτήθηκαν δε χαρίστηκαν. Υπήρξαν αγώνες με αίμα και θύματα. Από το ΤΙΝΑ (There Is No Alternative) στην απόλυτη ανατροπή των συσχετισμών και στην επιστροφή στον τόπο για τη σωτηρία. Οι ορίζοντες δε διευρύνονται, αντίθετα οι πόρτες της εξωστρέφειας κλείνουν. Η απογοήτευση κι οι διαδοχικές ματαιώσεις είναι ο χειρότερος σύμμαχος και ο σπόρος που έσπειρε ο Μπάνον και στην Ευρώπη αποδίδει τους καρπούς του.

Μπορεί μία κωμωδία σε αυτή τη συγκυρία να κινητοποιήσει; Φυσικά. Είναι ένας από τους ρόλους του Πολιτισμού στα κρίσιμα σταυροδρόμια ιστορικά. Δεν αρκεί όλα αυτά να μένουν στα λόγια. Η κινηματογραφική πράξη κρύβει από μόνη της στοιχεία κατάθεσης ψυχής και ενσυναίσθησης, καθώς στόχος της είναι να ανοίξει διάλογος με τους θεατές. Αν μάλιστα καταπιάνεται και με ένα κοινωνικό ζήτημα, τότε ο ρόλος της γίνεται κομβικός κι απαραίτητος. Μία τέτοια περίπτωση είναι η “Κυρία του Προέδρου” και τη συστήνουμε ανεπιφύλακτα.