Η τελευταία δεκαετία υπήρξε περίπλοκη και κατακερματισμένη για τον κινηματογράφο. Γνώρισε χαμηλές πτήσεις, με την παρακμή των αυθεντικών blockbusters και την αδιάκοπη άνοδο των αναλώσιμων sequels σε συνδυασμό με την κυριαρχία του είδους των υπερηρώων. Παράλληλα όμως, τολμηροί ανεξάρτητοι δημιουργοί χάραξαν νέα μονοπάτια και καταξιωμένοι σκηνοθέτες δοκίμασαν τα όριά τους έξω από τη ζώνη άνεσής τους.
Με αυτό ως υπόβαθρο, η παρακάτω λίστα παρουσιάζει μερικά αδιαμφισβήτητα κινηματογραφικά αριστουργήματα των τελευταίων δέκα ετών. Είτε πρόκειται για την ευαισθησία του Moonlight, τη σάτιρα του Parasite, είτε την πένθιμη παραδοξότητα του The Banshees of Inisherin, κάθε μία από αυτές τις ταινίες χαράσσεται στη μνήμη σου.
Ο χειρότερος άνθρωπος στον κόσμο, του Γιόακιμ Τρίερ
Γιούλα ή Τζούλι, ένα νεαρό κορίτσι που συνεχώς ακροβατεί χωρίς να έχει τη δύναμη να αποφασίσει ποια κατεύθυνση πρέπει να ακολουθήσει με σαφήνεια. Ιατρική, ψυχολογία, φωτογραφία. Η ενηλικίωσή της μοιάζει να είναι ένας διαρκής πειραματισμός. Την μοίρα της ορίζει η παρορμητικότητα. Οι συνθήκες στη Σκανδιναβία της δίνουν τη δυνατότητα να δοκιμάσει κι όταν είναι σίγουρη να ακολουθήσει τον τομέα που έχει επιλέξει. Στον Νότο της Ευρώπης όμως τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά. Για την Γιούλα η “ανεργία” είναι συνειδητή επιλογή, για αρκετούς νέους όμως είναι απόρροια της σήψης ενός συστήματος που τους οδηγεί στην εξαθλίωση.
Το πρώτο σημαντικό κοινωνικό σχόλιο αφορά τη ζωή ενός “άριστου μαθητή”. Την πίεση που δέχεται, τη συνεχή αξιολόγηση, το συνεχές ανέβασμα του πήχη των προσδοκιών. Δεν προλαβαίνει να σκεφτεί, πόσο μάλλον να οριοθετήσει τα θέλω και τις προτεραιότητές του. Εδώ βρίσκουμε ένα κοινό και με το δικό μας παιδαγωγικό σύστημα. Αφού πέρασε απ΄αυτό το στάδιο η πρωταγωνίστριά μας νιώθει την ανάγκη να εκτονωθεί, αλλά δε βρίσκει τον τρόπο. Η γνωριμία της με τον καταξιωμένο σκιτσογράφο, Άκσελ την εγκλωβίζει ακόμα περισσότερο στα αδιέξοδά της. Για να ξεφύγει πρέπει εικόνα και ήχος να παγώσουν.
Τα Πνεύματα του Ινισέριν, του Μάρτιν ΜακΝτόνα
Η ομορφιά της Φύσης συναντά το μακάβριο, η απαλή μελωδία την ένταση και τα ξεσπάσματα. Ο Πάντρικ δεν μπορεί να δεχθεί ότι ο Κολμ έχει πάρει μία βαθιά εσωτερική απόφαση απομόνωσης. Η απώλεια ενός καρδιακού φίλου είναι δύσκολη στη διαχείρισή της. Προσπαθεί να τον προσεγγίσει ξανά και ξανά, να του τραβήξει την προσοχή, ωστόσο βρίσκει απέναντί του τείχος. «Άλλαξα – Δε χωρούν βαρετοί στη ζωή μου». Ο Κολμ βασανίζεται, όσο αφουγκράζεται το πραγματικό μας μέγεθος ως ανθρώπινο είδος. Κάνει κάθε δυνατή προσπάθεια, ώστε να αλλάξει την μοίρα του. Είναι έτοιμος να θυσιαστεί, καθώς νιώθει βαθιά μέσα του πως η κλεψύδρα αδειάζει.
Ο έτερος πρωταγωνιστής αδυνατεί να συλλάβει όλα τα παραπάνω. Μένει στο προφανές. Περιορίζεται στα επουσιώδη και αδυνατεί να εμβαθύνει και να κατανοήσει. Μπορεί να έχει πληγωθεί πολύ, μπορεί να έχει μετατραπεί σε ένα ατίθασο αγρίμι, αλλά δεν έχει κακία. Ο πρεσβύτερος σε ηλικία ωθείται προς το εξιδανικευμένο, προσπαθεί να αφήσει πίσω του μία παρακαταθήκη, κάτι για τον οποίο θα έχουν να τον θυμούνται. Νιώθει την ανάγκη το πέρασμά του από τούτο τον κόσμο να μην είναι τόσο «αθόρυβο». Σύννεφα και ήχοι σκεπάζουν τις συμπεριφορές. Η μουσική του Κάρτερ Μπέργουελ αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της επιτυχίας.
Moonlight, του Μπάρι Τζένκινς
Το έργο χωρίζεται σε τρεις φάσεις, που αφορούν τη ζωή του Σαιρόν. Από το μπούλινγκ στο σχολείο και το παρατσούκλι ” μικρούλης “, στην ενηλικίωση και την μεταστροφή, ως την απόλυτη αλλαγή και την νέα ζωή στην Ατλάντα, στα χνάρια του ” δασκάλου ” του στη ζωή, Χουάν. Και στα τρία αυτά σκέλη, κυριαρχεί η προβληματική σχέση με την μητέρα του κι η αναζήτηση της σεξουαλικότητάς του. Τι κρύβεται άραγε πίσω από το στερεότυπο του Black αρσενικού, που έχει συνδυαστεί με λέξεις κι εικόνες, όπως βία, γυναίκες, ναρκωτικά, ραπ μουσική;
Σχέσεις γεμάτες αδιέξοδα, ανεξίτηλα ψυχολογικά τραύματα, ένας συνεχής συναισθηματικός εκβιασμός, που ενυπάρχει κι η λακωνικότητα του πρωταγωνιστή συνθέτουν το παζλ της ζωής του. Δίνει τη μάχη του, ανάμεσα στην ευγένεια, τον φόβο και την αξιοπρέπειά του. Καταφέρνει να επαναστατήσει. “Κάποια στιγμή της ζωής σου, πρέπει να αποφασίσεις, εσύ ο ίδιος, ποιος θέλεις να είσαι”. Καταφέρνει να αποτινάξει τη ρετσινιά. Να κάνει μία νέα αρχή, μακριά από τον τόπο, που τόσα δεινά του προσέφερε. Κάτι όμως τον κρατά εγκλωβισμένο, δέσμιο. Μία βαθιά αγάπη…
Parasite, του Μπονγκ Τζουν-Χο
Στη Σεούλ των άκρων συγκρούονται και παράλληλα αλληλοτροφοδοτούνται δύο κόσμοι. Η λαμπερή υψηλή τάξη και η κυνική πραγματικότητα του υπογείου. Γέφυρά τους, μονάχα η μόρφωση κι η εργασία. Κι όσο φαινομενικά οι αδύναμοι ανελίσσονται, τόσο βαλτώνουν κι όσο ο καπιταλισμός καλπάζει, τόσο ο άνθρωπος μικραίνει ως οντότητα, μέγεθος κι αξία. Η εικόνα των σκουπιδιών κυριεύει το πλάνο. Μπορείς να κοροϊδέψεις λίγους για πολύ καιρό ή πολλούς για λίγο. Τι κρύβεται όμως στο κελάρι;
Τα παράσιτα αναζητούν μία ευκαιρία, έναν ξενιστή να τους φιλοξενήσει. Έτσι ακριβώς κι οι πρωταγωνιστές μας με κάθε μέσο, με κάθε κόστος, δίχως ηθικούς ενδοιασμούς και διλήμματα. Κι ας μην το αξίζουν και το γνωρίζουν, προσπαθούν να εισχωρήσουν με κωμικοτραγικό τρόπο στην ελίτ κι ονειρεύονται πως κάποια στιγμή θα γίνουν κομμάτι της. Η “μυρωδιά” του ανθρώπου όμως δεν αλλάζει. Όσα αρώματα κι αν βάλει, όσα κουστούμια και φορέματα κι αν αλλάξει. Θα υπάρχει πάντα κάτι που θα του θυμίζει που πραγματικά ανήκει και θα τον εγκλωβίζει σε καθημερινά αδιέξοδα.
All of Us Strangers, του Άντριου Χέιγκ
Το All of Us Strangers του Άντριου Χέιγκ είναι μια ιστορία φαντασμάτων που αρνείται να υπακούσει στους κανόνες του είδους. Είναι μια ταινία για την αγάπη, τη μνήμη και το πένθος, όπου οι νεκροί δεν επιστρέφουν για να τρομάξουν, αλλά για να καταλάβουν. Στο επίκεντρο βρίσκεται ο Άντριου Σκοτ, σε μια στοιχειωτικά ήπια ερμηνεία ως μοναχικός σεναριογράφος που επανασυνδέεται με τους εδώ και χρόνια νεκρούς γονείς του, ενώ παράλληλα ερωτεύεται έναν μυστηριώδη γείτονα (Πολ Μεσκάλ).
Από εκεί και πέρα, αυτό που ξεδιπλώνεται δεν είναι τόσο μια πλοκή όσο μια διάθεση. Ένα συναισθηματικό ταξίδι που περνά μέσα από κατώφλια όπου ο χρόνος, η ταυτότητα και η απώλεια αρχίζουν να χάνουν τα όριά τους. Ο Χέιγκ μεταχειρίζεται τη μνήμη σαν μια υπερφυσική δύναμη και το πένθος σαν μια χρονική λούπα. Η ιστορία αγάπης που ξετυλίγεται είναι τρυφερή και μεταφυσική, διαποτισμένη από την επιθυμία να μας δει και να μας αποδεχτεί κάποιος όπως πραγματικά είμαστε. Η φωτογραφία της ταινίας μοιάζει να τρεμοπαίζει στην κόψη του ονείρου, σαν ολόκληρος ο κόσμος να ετοιμάζεται να γλιστρήσει σε μια άλλη διάσταση.
Ζώνη Ενδιαφέροντος, του Τζόναθαν Γκλέιζερ
Ο Ρούντολφ Ες και η σύζυγός του Χέντγουϊκ φαινομενικά απολαμβάνουν την μαγεία της ζωής στη φύση. Μεγαλώνουν τα παιδιά τους με ασφάλεια και μία αίσθηση ελευθερίας που έρχεται σε απόλυτη αντίθεση με όσα συμβαίνουν μόλις μερικά μέτρα μακριά πίσω από τον συρματοπλέγματα. Η αθωότητα των τέκνων εμποτίζεται έμμεσα με τα “λάφυρα” της μάχης εν αγνοία τους. Ο πρωταγωνιστής βρίσκεται συνεχώς σε εγρήγορση κάνει δύο και τρεις σκέψεις ταυτόχρονα, ακροβατεί ανάμεσα σε δύο ζωές. Η πολυπλοκότητα του χαρακτήρα του που αναλύεται με υψηλή ακρίβεια δίνοντας έναν ψυχολογικό – ψυχογραφικό τόνο στην αφήγηση.
Όσο η “κoινοτοπία του κακού” επελαύνει, η μάνα Φύση παρατηρεί ανήμπορη να αντιδράσει. Βαθιά πληγωμένη περιορίζεται σε ρόλο παρατηρητή, όπως κι οι άνθρωποι της διπλανής πόρτας που είτε αγνοούν, είτε συνειδητά δε θέλουν να ασχοληθούν. Ο αποστειρωμένος κήπος του κέντρου του κάδρου μας δείχνει ακριβώς αυτή την απάθεια, ακόμα κι αν η δίνη του πολέμου κυκλώνει τις ζωές των ανθρώπων. Ο καπνός από τα μπουριά (καμινάδες) δε σταματάει ποτέ. Η μουσική της Μίκα Λέβι αποκαλύπτει όσα δε θα δούμε ποτέ σε εικόνες.
Roma, του Αλφόνσο Κουαρόν
Η πρώτη σκηνή δείχνει τον πατέρα της οικογένειας με το πολυτελές αυτοκίνητό του, να παρκάρει μαεστρικά στην οικεία του. Τίποτα δε προμηνύει όσα θα ακολουθήσουν. Φεύγει για ένα συνέδριο στον Καναδά. H oικογένεια μένει με κεφαλή την MHTEΡΑ και πιστές στο πλευρό της, τις δύο υπηρέτριες-οικιακές βοηθούς. Δύο ηρωίδες, ειδικά η Κλέο, που ανατρέφουν τα τέκνα και παράλληλα προσπαθούν να ζήσουν και να έχουν προσωπική ζωή. Κάθε στιγμή, στην πρώτη γραμμή, αγνές, δίχως κακία και πονηρή σκέψη.
Μεταφερόμαστε στο μακρινό 1970, αμέσως μετά το Μουντιάλ, στις αρχές εκείνης της δεκαετίας, σε μία περίοδο πολιτικών αναταραχών για τη κεντρική Αμερική. 140 λεπτά δράσης, με την κορύφωση να έρχεται στην τελευταία της ώρα. Σε ταράζει, σε σοκάρει, σε συγκινεί, ίσως σε μπερδεύει. Καθ΄όλη της διάρκεια σε ασπρόμαυρο φόντο, που όμως δεν κουράζει. Ένας φόρος τιμής στη μεσαία και την αδύναμη τάξη, τους αληθινούς μαχητές της ζωής, που δεν τρομάζουν και πασχίζουν για το τώρα και ελπίζουν σε ένα καλύτερο αύριο, κοιτώντας τον ουρανό.
Drive my Car, του Ριουσούκε Χαμαγκούτσι
Ο Γιουσούκε έχει χάσει την αγαπημένη του σύζυγο Ότο αιφνιδιαστικά. Παλεύει να διαχειριστεί την απώλεια. Όταν έρχεται μία νέα επαγγελματική πρόκληση στον δρόμο του θα βρεθεί η Μισάκι. Είναι σοφέρ του, μία έξυπνη εναλλαγή των ρόλων. Ένα τρίγωνο κι ένα μυστικό που ενώνει τα σημεία του. Το ταξίδι προς τη Χιροσίμα αφήνει πολλά μηνύματα. Η σκηνοθεσία του «Θείου Βάνια» του Τσέχωφ, ο Ντοστογιέφσκι, ο Σοπενχάουερ. Το έργο παίρνει φιλοσοφικές – υπαρξιακές διαστάσεις, μέσα από τους στοχασμούς των πρωταγωνιστών. Οι στιχομυθίες τους μας μεταφέρουν σε έναν μικρόκοσμο που φαντάζει μακρινός. Συγχρόνως όμως στο έργο αναδεικνύονται στοιχεία του ευρωπαϊκού κινηματογράφου και δημιουργείται ένα πολύ ενδιαφέρον οξύμωρο σχήμα αντιθέσεων.
Κενά βλέμματα, βαθιά νοήματα, ετοιμόλογοι σε κάθε περίπτωση ηθοποιοί, παύσεις, ανάσες και ξανά δράση. Ποιητικότητα, λυρισμός, θεατρικότητα, σύμπραξη και αλληλεπίδραση των τεχνών σε ένα τρίωρο ντελίριο που δε σε αφήνει να αποδράσεις. Ένα road story που φαινομενικά γίνεται σε εξωτερικό χώρο, αλλά το αυτοκίνητο εγκλωβίζει το δίδυμο, το φέρνει πιο κοντά, το κάνει να επικοινωνήσει, να βρει σημείο επαφής στο κοινό βίωμα και να νικήσει στη συνέχεια την μοναξιά και τα σημάδια κατάθλιψης. Επιβεβαιώνεται πως ο κόσμος δημιουργήθηκε για να τον μοιραζόμαστε με τους ανθρώπους και να ξεπερνάμε τις δυσκολίες.
Once Upon a Time in Hollywood, του Κουέντιν Ταραντίνο
Επιστέγασμα βαθιάς γνώσης μέσα από την εμπειρία και μία πορεία ετών στην πρώτη γραμμή. Βαθιά προσωπικό, ρομαντικό, ηδονιστικό. Μία διαδρομή μνήμης και ταυτόχρονα ένα γράμμα αγάπης και τρέλας σε όλους εμάς και φυσικά στους επόμενους. Σαν ένα οδοιπορικό αναζήτησης στο παρελθόν, σαν ένα ταξίδι για να θυμηθεί και να γράψει το δικό του έργο ζωής, όπως ο Αλφόνσο Κουαρόν με το “Roma”. Τα όρια ανάμεσα στο αληθινό και το ψεύτικο, στην πραγματικότητα και τον μύθο γίνονται δυσδιάκριτα κι εκεί ο σκηνοθέτης σε έχει ήδη υπνωτίσει και σε μεταφέρει στον δικό του κόσμο. Πρέπει να επιβιώσεις. Πρεμιέρα στις Κάννες με την αίθουσα να παραληρεί με χειροκρότημα διάρκειας επτά λεπτών.
Το 1969 είναι μία χρονιά με γεγονότα που συντάραξαν τον κόσμο. Από τον Μάη του 68΄στην Ευρώπη, στον πόλεμο του Βιετνάμ, στους Χίπεις και στη δολοφονία της Σάρον Τέιτ, σύζυγο του Ρομάν Πολάνσκι από την “Μanson Family”. Εδώ μπορεί να έχουμε ένα μικρό κενό, οπότε για να είμαστε 100% μέσα, ίσως πρέπει να κάνουμε μία μικρή ιστορική αναδρομή. 9 Αυγούστου 1969. Λος Άντζελες … Χόλιγουντ. Ένας παρακμάζων αστέρας του σινεμά αναζητεί σανίδα σωτηρίας, σε εφήμερες σειρές της tv και σποτάκια. Όσο δεν κάνει το άλμα στην καριέρα του, τόσο βυθίζεται στο αλκοόλ και τις ανασφάλειές του, καθώς η ευμετάβλητη ψυχολογία του δεν τον βοηθάει να βρει ισορροπία. ” Αν έχει σπίτι στο Λ.Α., ανήκεις στο Χόλιγουντ”. Δίπλα πάντα του ένας πιστός φίλος, ο κασκαντέρ του. Πιο έτοιμος από τον συνοδοιπόρο του, γεμάτος άμυνες. Έχει συμβιβαστεί με την μοίρα του και αντιμετωπίζει κάθε συγκυρία με αξιοσημείωτη ψυχραιμία, μακριά από τη ρηχότητα που χαρακτηρίζει την “υψηλή” κοινωνία.
Oppenheimer, του Κρίστοφερ Νόλαν
Η επιλογή του ήρωα μόνο τυχαία δε φαντάζει στα δικά μας μάτια. Ο σκηνοθέτης ταυτίζεται με την αδικία που βίωσε ο πρωταγωνιστής του. Κάθε του κίνηση κρύβει τον ψυχισμό του Νόλαν που τόσο πολύ επιθυμεί την καθολική αναγνώριση το έργο του στο κινηματογραφικό πάνθεον. Ο σκηνοθέτης σε κάθε ευκαιρία άλλωστε τονίζει πως ο «πατέρας της ατομικής βόμβας» είναι ο πιο σημαντικός άνθρωπος που έζησε ποτέ. Πλέκει το εγκώμιό του, αποθεώνει την εμβληματική του φύση και δίνει μία φιλοσοφική διάσταση στην αφήγησή του. Έχει μελετήσει με ακρίβεια τη δόμηση κάθε του σκηνής και προσπαθεί να ενεργοποιήσει τον κόσμο, ώστε να σκεφτεί σε δύο επίπεδα. Αυτό της επιφάνειας κι αυτό της εμβάθυνσης.
Θεωρείται κοινά αποδεκτό ότι το σινεμά του Νόλαν δεν έχει γραμμικότητα (Interstellar, Dunkirk). Ο Βρετανός σκηνοθέτης καταπιάνεται με δύσκολα θέματα. Σε κάθε ευκαιρία δείχνει την αγάπη του για την επιστήμη και την ιστορία. Μοιάζει να έχει δώσει ένα ραντεβού «εξιλέωσης» με τον χρόνο. Μέχρι να βρεθεί πιστός σε αυτό θα συνεχίζει τις αγωνιώδεις του απόπειρες. Όλα δείχνουν όμως πως είναι πολύ κοντά σε αυτό που επιθυμεί να αφήσει ως παρακαταθήκη στις επόμενες γενιές. Η υστεροφημία του θα φέρει φαρδιά πλατιά τον τίτλο, “Οppenheimer” («οραματιζόμαστε ένα μέλλον»).
➪ Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.
Η τελευταία δεκαετία υπήρξε περίπλοκη και κατακερματισμένη για τον κινηματογράφο. Γνώρισε χαμηλές πτήσεις, με την παρακμή των αυθεντικών blockbusters και την αδιάκοπη άνοδο των αναλώσιμων sequels σε συνδυασμό με την κυριαρχία του είδους των υπερηρώων. Παράλληλα όμως, τολμηροί ανεξάρτητοι δημιουργοί χάραξαν νέα μονοπάτια και καταξιωμένοι σκηνοθέτες δοκίμασαν τα όριά τους έξω από τη ζώνη άνεσής τους.
Με αυτό ως υπόβαθρο, η παρακάτω λίστα παρουσιάζει μερικά αδιαμφισβήτητα κινηματογραφικά αριστουργήματα των τελευταίων δέκα ετών. Είτε πρόκειται για την ευαισθησία του Moonlight, τη σάτιρα του Parasite, είτε την πένθιμη παραδοξότητα του The Banshees of Inisherin, κάθε μία από αυτές τις ταινίες χαράσσεται στη μνήμη σου.
Ο χειρότερος άνθρωπος στον κόσμο, του Γιόακιμ Τρίερ
Γιούλα ή Τζούλι, ένα νεαρό κορίτσι που συνεχώς ακροβατεί χωρίς να έχει τη δύναμη να αποφασίσει ποια κατεύθυνση πρέπει να ακολουθήσει με σαφήνεια. Ιατρική, ψυχολογία, φωτογραφία. Η ενηλικίωσή της μοιάζει να είναι ένας διαρκής πειραματισμός. Την μοίρα της ορίζει η παρορμητικότητα. Οι συνθήκες στη Σκανδιναβία της δίνουν τη δυνατότητα να δοκιμάσει κι όταν είναι σίγουρη να ακολουθήσει τον τομέα που έχει επιλέξει. Στον Νότο της Ευρώπης όμως τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά. Για την Γιούλα η “ανεργία” είναι συνειδητή επιλογή, για αρκετούς νέους όμως είναι απόρροια της σήψης ενός συστήματος που τους οδηγεί στην εξαθλίωση.
Το πρώτο σημαντικό κοινωνικό σχόλιο αφορά τη ζωή ενός “άριστου μαθητή”. Την πίεση που δέχεται, τη συνεχή αξιολόγηση, το συνεχές ανέβασμα του πήχη των προσδοκιών. Δεν προλαβαίνει να σκεφτεί, πόσο μάλλον να οριοθετήσει τα θέλω και τις προτεραιότητές του. Εδώ βρίσκουμε ένα κοινό και με το δικό μας παιδαγωγικό σύστημα. Αφού πέρασε απ΄αυτό το στάδιο η πρωταγωνίστριά μας νιώθει την ανάγκη να εκτονωθεί, αλλά δε βρίσκει τον τρόπο. Η γνωριμία της με τον καταξιωμένο σκιτσογράφο, Άκσελ την εγκλωβίζει ακόμα περισσότερο στα αδιέξοδά της. Για να ξεφύγει πρέπει εικόνα και ήχος να παγώσουν.
Τα Πνεύματα του Ινισέριν, του Μάρτιν ΜακΝτόνα
Η ομορφιά της Φύσης συναντά το μακάβριο, η απαλή μελωδία την ένταση και τα ξεσπάσματα. Ο Πάντρικ δεν μπορεί να δεχθεί ότι ο Κολμ έχει πάρει μία βαθιά εσωτερική απόφαση απομόνωσης. Η απώλεια ενός καρδιακού φίλου είναι δύσκολη στη διαχείρισή της. Προσπαθεί να τον προσεγγίσει ξανά και ξανά, να του τραβήξει την προσοχή, ωστόσο βρίσκει απέναντί του τείχος. «Άλλαξα – Δε χωρούν βαρετοί στη ζωή μου». Ο Κολμ βασανίζεται, όσο αφουγκράζεται το πραγματικό μας μέγεθος ως ανθρώπινο είδος. Κάνει κάθε δυνατή προσπάθεια, ώστε να αλλάξει την μοίρα του. Είναι έτοιμος να θυσιαστεί, καθώς νιώθει βαθιά μέσα του πως η κλεψύδρα αδειάζει.
Ο έτερος πρωταγωνιστής αδυνατεί να συλλάβει όλα τα παραπάνω. Μένει στο προφανές. Περιορίζεται στα επουσιώδη και αδυνατεί να εμβαθύνει και να κατανοήσει. Μπορεί να έχει πληγωθεί πολύ, μπορεί να έχει μετατραπεί σε ένα ατίθασο αγρίμι, αλλά δεν έχει κακία. Ο πρεσβύτερος σε ηλικία ωθείται προς το εξιδανικευμένο, προσπαθεί να αφήσει πίσω του μία παρακαταθήκη, κάτι για τον οποίο θα έχουν να τον θυμούνται. Νιώθει την ανάγκη το πέρασμά του από τούτο τον κόσμο να μην είναι τόσο «αθόρυβο». Σύννεφα και ήχοι σκεπάζουν τις συμπεριφορές. Η μουσική του Κάρτερ Μπέργουελ αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της επιτυχίας.
Moonlight, του Μπάρι Τζένκινς
Το έργο χωρίζεται σε τρεις φάσεις, που αφορούν τη ζωή του Σαιρόν. Από το μπούλινγκ στο σχολείο και το παρατσούκλι ” μικρούλης “, στην ενηλικίωση και την μεταστροφή, ως την απόλυτη αλλαγή και την νέα ζωή στην Ατλάντα, στα χνάρια του ” δασκάλου ” του στη ζωή, Χουάν. Και στα τρία αυτά σκέλη, κυριαρχεί η προβληματική σχέση με την μητέρα του κι η αναζήτηση της σεξουαλικότητάς του. Τι κρύβεται άραγε πίσω από το στερεότυπο του Black αρσενικού, που έχει συνδυαστεί με λέξεις κι εικόνες, όπως βία, γυναίκες, ναρκωτικά, ραπ μουσική;
Σχέσεις γεμάτες αδιέξοδα, ανεξίτηλα ψυχολογικά τραύματα, ένας συνεχής συναισθηματικός εκβιασμός, που ενυπάρχει κι η λακωνικότητα του πρωταγωνιστή συνθέτουν το παζλ της ζωής του. Δίνει τη μάχη του, ανάμεσα στην ευγένεια, τον φόβο και την αξιοπρέπειά του. Καταφέρνει να επαναστατήσει. “Κάποια στιγμή της ζωής σου, πρέπει να αποφασίσεις, εσύ ο ίδιος, ποιος θέλεις να είσαι”. Καταφέρνει να αποτινάξει τη ρετσινιά. Να κάνει μία νέα αρχή, μακριά από τον τόπο, που τόσα δεινά του προσέφερε. Κάτι όμως τον κρατά εγκλωβισμένο, δέσμιο. Μία βαθιά αγάπη…
Parasite, του Μπονγκ Τζουν-Χο
Στη Σεούλ των άκρων συγκρούονται και παράλληλα αλληλοτροφοδοτούνται δύο κόσμοι. Η λαμπερή υψηλή τάξη και η κυνική πραγματικότητα του υπογείου. Γέφυρά τους, μονάχα η μόρφωση κι η εργασία. Κι όσο φαινομενικά οι αδύναμοι ανελίσσονται, τόσο βαλτώνουν κι όσο ο καπιταλισμός καλπάζει, τόσο ο άνθρωπος μικραίνει ως οντότητα, μέγεθος κι αξία. Η εικόνα των σκουπιδιών κυριεύει το πλάνο. Μπορείς να κοροϊδέψεις λίγους για πολύ καιρό ή πολλούς για λίγο. Τι κρύβεται όμως στο κελάρι;
Τα παράσιτα αναζητούν μία ευκαιρία, έναν ξενιστή να τους φιλοξενήσει. Έτσι ακριβώς κι οι πρωταγωνιστές μας με κάθε μέσο, με κάθε κόστος, δίχως ηθικούς ενδοιασμούς και διλήμματα. Κι ας μην το αξίζουν και το γνωρίζουν, προσπαθούν να εισχωρήσουν με κωμικοτραγικό τρόπο στην ελίτ κι ονειρεύονται πως κάποια στιγμή θα γίνουν κομμάτι της. Η “μυρωδιά” του ανθρώπου όμως δεν αλλάζει. Όσα αρώματα κι αν βάλει, όσα κουστούμια και φορέματα κι αν αλλάξει. Θα υπάρχει πάντα κάτι που θα του θυμίζει που πραγματικά ανήκει και θα τον εγκλωβίζει σε καθημερινά αδιέξοδα.
All of Us Strangers, του Άντριου Χέιγκ
Το All of Us Strangers του Άντριου Χέιγκ είναι μια ιστορία φαντασμάτων που αρνείται να υπακούσει στους κανόνες του είδους. Είναι μια ταινία για την αγάπη, τη μνήμη και το πένθος, όπου οι νεκροί δεν επιστρέφουν για να τρομάξουν, αλλά για να καταλάβουν. Στο επίκεντρο βρίσκεται ο Άντριου Σκοτ, σε μια στοιχειωτικά ήπια ερμηνεία ως μοναχικός σεναριογράφος που επανασυνδέεται με τους εδώ και χρόνια νεκρούς γονείς του, ενώ παράλληλα ερωτεύεται έναν μυστηριώδη γείτονα (Πολ Μεσκάλ).
Από εκεί και πέρα, αυτό που ξεδιπλώνεται δεν είναι τόσο μια πλοκή όσο μια διάθεση. Ένα συναισθηματικό ταξίδι που περνά μέσα από κατώφλια όπου ο χρόνος, η ταυτότητα και η απώλεια αρχίζουν να χάνουν τα όριά τους. Ο Χέιγκ μεταχειρίζεται τη μνήμη σαν μια υπερφυσική δύναμη και το πένθος σαν μια χρονική λούπα. Η ιστορία αγάπης που ξετυλίγεται είναι τρυφερή και μεταφυσική, διαποτισμένη από την επιθυμία να μας δει και να μας αποδεχτεί κάποιος όπως πραγματικά είμαστε. Η φωτογραφία της ταινίας μοιάζει να τρεμοπαίζει στην κόψη του ονείρου, σαν ολόκληρος ο κόσμος να ετοιμάζεται να γλιστρήσει σε μια άλλη διάσταση.
Ζώνη Ενδιαφέροντος, του Τζόναθαν Γκλέιζερ
Ο Ρούντολφ Ες και η σύζυγός του Χέντγουϊκ φαινομενικά απολαμβάνουν την μαγεία της ζωής στη φύση. Μεγαλώνουν τα παιδιά τους με ασφάλεια και μία αίσθηση ελευθερίας που έρχεται σε απόλυτη αντίθεση με όσα συμβαίνουν μόλις μερικά μέτρα μακριά πίσω από τον συρματοπλέγματα. Η αθωότητα των τέκνων εμποτίζεται έμμεσα με τα “λάφυρα” της μάχης εν αγνοία τους. Ο πρωταγωνιστής βρίσκεται συνεχώς σε εγρήγορση κάνει δύο και τρεις σκέψεις ταυτόχρονα, ακροβατεί ανάμεσα σε δύο ζωές. Η πολυπλοκότητα του χαρακτήρα του που αναλύεται με υψηλή ακρίβεια δίνοντας έναν ψυχολογικό – ψυχογραφικό τόνο στην αφήγηση.
Όσο η “κoινοτοπία του κακού” επελαύνει, η μάνα Φύση παρατηρεί ανήμπορη να αντιδράσει. Βαθιά πληγωμένη περιορίζεται σε ρόλο παρατηρητή, όπως κι οι άνθρωποι της διπλανής πόρτας που είτε αγνοούν, είτε συνειδητά δε θέλουν να ασχοληθούν. Ο αποστειρωμένος κήπος του κέντρου του κάδρου μας δείχνει ακριβώς αυτή την απάθεια, ακόμα κι αν η δίνη του πολέμου κυκλώνει τις ζωές των ανθρώπων. Ο καπνός από τα μπουριά (καμινάδες) δε σταματάει ποτέ. Η μουσική της Μίκα Λέβι αποκαλύπτει όσα δε θα δούμε ποτέ σε εικόνες.
Roma, του Αλφόνσο Κουαρόν
Η πρώτη σκηνή δείχνει τον πατέρα της οικογένειας με το πολυτελές αυτοκίνητό του, να παρκάρει μαεστρικά στην οικεία του. Τίποτα δε προμηνύει όσα θα ακολουθήσουν. Φεύγει για ένα συνέδριο στον Καναδά. H oικογένεια μένει με κεφαλή την MHTEΡΑ και πιστές στο πλευρό της, τις δύο υπηρέτριες-οικιακές βοηθούς. Δύο ηρωίδες, ειδικά η Κλέο, που ανατρέφουν τα τέκνα και παράλληλα προσπαθούν να ζήσουν και να έχουν προσωπική ζωή. Κάθε στιγμή, στην πρώτη γραμμή, αγνές, δίχως κακία και πονηρή σκέψη.
Μεταφερόμαστε στο μακρινό 1970, αμέσως μετά το Μουντιάλ, στις αρχές εκείνης της δεκαετίας, σε μία περίοδο πολιτικών αναταραχών για τη κεντρική Αμερική. 140 λεπτά δράσης, με την κορύφωση να έρχεται στην τελευταία της ώρα. Σε ταράζει, σε σοκάρει, σε συγκινεί, ίσως σε μπερδεύει. Καθ΄όλη της διάρκεια σε ασπρόμαυρο φόντο, που όμως δεν κουράζει. Ένας φόρος τιμής στη μεσαία και την αδύναμη τάξη, τους αληθινούς μαχητές της ζωής, που δεν τρομάζουν και πασχίζουν για το τώρα και ελπίζουν σε ένα καλύτερο αύριο, κοιτώντας τον ουρανό.
Drive my Car, του Ριουσούκε Χαμαγκούτσι
Ο Γιουσούκε έχει χάσει την αγαπημένη του σύζυγο Ότο αιφνιδιαστικά. Παλεύει να διαχειριστεί την απώλεια. Όταν έρχεται μία νέα επαγγελματική πρόκληση στον δρόμο του θα βρεθεί η Μισάκι. Είναι σοφέρ του, μία έξυπνη εναλλαγή των ρόλων. Ένα τρίγωνο κι ένα μυστικό που ενώνει τα σημεία του. Το ταξίδι προς τη Χιροσίμα αφήνει πολλά μηνύματα. Η σκηνοθεσία του «Θείου Βάνια» του Τσέχωφ, ο Ντοστογιέφσκι, ο Σοπενχάουερ. Το έργο παίρνει φιλοσοφικές – υπαρξιακές διαστάσεις, μέσα από τους στοχασμούς των πρωταγωνιστών. Οι στιχομυθίες τους μας μεταφέρουν σε έναν μικρόκοσμο που φαντάζει μακρινός. Συγχρόνως όμως στο έργο αναδεικνύονται στοιχεία του ευρωπαϊκού κινηματογράφου και δημιουργείται ένα πολύ ενδιαφέρον οξύμωρο σχήμα αντιθέσεων.
Κενά βλέμματα, βαθιά νοήματα, ετοιμόλογοι σε κάθε περίπτωση ηθοποιοί, παύσεις, ανάσες και ξανά δράση. Ποιητικότητα, λυρισμός, θεατρικότητα, σύμπραξη και αλληλεπίδραση των τεχνών σε ένα τρίωρο ντελίριο που δε σε αφήνει να αποδράσεις. Ένα road story που φαινομενικά γίνεται σε εξωτερικό χώρο, αλλά το αυτοκίνητο εγκλωβίζει το δίδυμο, το φέρνει πιο κοντά, το κάνει να επικοινωνήσει, να βρει σημείο επαφής στο κοινό βίωμα και να νικήσει στη συνέχεια την μοναξιά και τα σημάδια κατάθλιψης. Επιβεβαιώνεται πως ο κόσμος δημιουργήθηκε για να τον μοιραζόμαστε με τους ανθρώπους και να ξεπερνάμε τις δυσκολίες.
Once Upon a Time in Hollywood, του Κουέντιν Ταραντίνο
Επιστέγασμα βαθιάς γνώσης μέσα από την εμπειρία και μία πορεία ετών στην πρώτη γραμμή. Βαθιά προσωπικό, ρομαντικό, ηδονιστικό. Μία διαδρομή μνήμης και ταυτόχρονα ένα γράμμα αγάπης και τρέλας σε όλους εμάς και φυσικά στους επόμενους. Σαν ένα οδοιπορικό αναζήτησης στο παρελθόν, σαν ένα ταξίδι για να θυμηθεί και να γράψει το δικό του έργο ζωής, όπως ο Αλφόνσο Κουαρόν με το “Roma”. Τα όρια ανάμεσα στο αληθινό και το ψεύτικο, στην πραγματικότητα και τον μύθο γίνονται δυσδιάκριτα κι εκεί ο σκηνοθέτης σε έχει ήδη υπνωτίσει και σε μεταφέρει στον δικό του κόσμο. Πρέπει να επιβιώσεις. Πρεμιέρα στις Κάννες με την αίθουσα να παραληρεί με χειροκρότημα διάρκειας επτά λεπτών.
Το 1969 είναι μία χρονιά με γεγονότα που συντάραξαν τον κόσμο. Από τον Μάη του 68΄στην Ευρώπη, στον πόλεμο του Βιετνάμ, στους Χίπεις και στη δολοφονία της Σάρον Τέιτ, σύζυγο του Ρομάν Πολάνσκι από την “Μanson Family”. Εδώ μπορεί να έχουμε ένα μικρό κενό, οπότε για να είμαστε 100% μέσα, ίσως πρέπει να κάνουμε μία μικρή ιστορική αναδρομή. 9 Αυγούστου 1969. Λος Άντζελες … Χόλιγουντ. Ένας παρακμάζων αστέρας του σινεμά αναζητεί σανίδα σωτηρίας, σε εφήμερες σειρές της tv και σποτάκια. Όσο δεν κάνει το άλμα στην καριέρα του, τόσο βυθίζεται στο αλκοόλ και τις ανασφάλειές του, καθώς η ευμετάβλητη ψυχολογία του δεν τον βοηθάει να βρει ισορροπία. ” Αν έχει σπίτι στο Λ.Α., ανήκεις στο Χόλιγουντ”. Δίπλα πάντα του ένας πιστός φίλος, ο κασκαντέρ του. Πιο έτοιμος από τον συνοδοιπόρο του, γεμάτος άμυνες. Έχει συμβιβαστεί με την μοίρα του και αντιμετωπίζει κάθε συγκυρία με αξιοσημείωτη ψυχραιμία, μακριά από τη ρηχότητα που χαρακτηρίζει την “υψηλή” κοινωνία.
Oppenheimer, του Κρίστοφερ Νόλαν
Η επιλογή του ήρωα μόνο τυχαία δε φαντάζει στα δικά μας μάτια. Ο σκηνοθέτης ταυτίζεται με την αδικία που βίωσε ο πρωταγωνιστής του. Κάθε του κίνηση κρύβει τον ψυχισμό του Νόλαν που τόσο πολύ επιθυμεί την καθολική αναγνώριση το έργο του στο κινηματογραφικό πάνθεον. Ο σκηνοθέτης σε κάθε ευκαιρία άλλωστε τονίζει πως ο «πατέρας της ατομικής βόμβας» είναι ο πιο σημαντικός άνθρωπος που έζησε ποτέ. Πλέκει το εγκώμιό του, αποθεώνει την εμβληματική του φύση και δίνει μία φιλοσοφική διάσταση στην αφήγησή του. Έχει μελετήσει με ακρίβεια τη δόμηση κάθε του σκηνής και προσπαθεί να ενεργοποιήσει τον κόσμο, ώστε να σκεφτεί σε δύο επίπεδα. Αυτό της επιφάνειας κι αυτό της εμβάθυνσης.
Θεωρείται κοινά αποδεκτό ότι το σινεμά του Νόλαν δεν έχει γραμμικότητα (Interstellar, Dunkirk). Ο Βρετανός σκηνοθέτης καταπιάνεται με δύσκολα θέματα. Σε κάθε ευκαιρία δείχνει την αγάπη του για την επιστήμη και την ιστορία. Μοιάζει να έχει δώσει ένα ραντεβού «εξιλέωσης» με τον χρόνο. Μέχρι να βρεθεί πιστός σε αυτό θα συνεχίζει τις αγωνιώδεις του απόπειρες. Όλα δείχνουν όμως πως είναι πολύ κοντά σε αυτό που επιθυμεί να αφήσει ως παρακαταθήκη στις επόμενες γενιές. Η υστεροφημία του θα φέρει φαρδιά πλατιά τον τίτλο, “Οppenheimer” («οραματιζόμαστε ένα μέλλον»).
➪ Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.