Σε μία από τις καλύτερες τελετές έναρξης των τελευταίων ετών με παρουσιαστή τον Γιώργο Καπουτζίδη, αυτό που έμεινε και συζητιέται στα πηγαδάκια των σινεφίλ είναι η ταινία. Αυτό αποτελεί από μόνο του επιτυχία, καθώς τα προηγούμενα χρόνια το ενδιαφέρον μονοπωλούσαν δευτερεύοντα πράγματα που είναι αρκετά μακριά από την Τέχνη και τον Πολιτισμό. Όταν όμως μιλάμε για τον Στίβεν Σπίλμπεργκ και ένα έργο του φόρο τιμής στον ίδιο τον Κινηματογράφο τα λόγια είναι περιττά.
Κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει με σαφήνεια, αν αυτή η ταινία κερδίσει κάποιο Oscar. Είναι όμως μία γλυκόπικρη ιστορία τόσο άμεση, όπως ακριβώς η ίδια η ζωή. Ο σπουδαίος σκηνοθέτης δημιούργησε το έργο της καριέρας του, όπως ο Αλφόνσο Κουαρόν πριν λίγα χρόνια με το “Roma”. Πρωταγωνιστής μας ο Σαμ Φέιμπελμαν. Από μικρός εντυπώνει εικόνες και τα χέρια του πιάνουν. Είναι λοιπόν θέμα χρόνου να βρεθεί στα χέρια του μία κάμερα και να αρπάξει την ευκαιρία από τα μαλλιά. Οι περιπέτειες όμως και οι συνεχείς ανατροπές στην πορεία θα τον δοκιμάσουν σε όλα επίπεδα.
Η δύσκολη ενηλικίωση, η σχέση πατέρα-γιου, το πάθος για την καταξίωση (δεν είναι χόμπυ), το ταλέντο κι η ανάδειξή του είναι πράγματα που θέτει προς βαθιά συζήτηση ο δημιουργός. Γκάμπριελ, Λαμπέλ, Πωλ Ντέινο, Μισέλ Γουίλιαμς σε εξαίσιες ερμηνείες και φυσικά ο Ντέιβιντ Λιντς στον ρόλο Τζον Φορντ, που δίνει κι έναν αυτοβιογραφικό χαρακτήρα στο φιλμ. Υπαρξιακά ερωτήματα, στοχασμοί μίας ολόκληρης διαδρομής κι ως επιμύθιο ότι ο ορίζοντας πρέπει να βρίσκεται είτε στο πάνω, είτε στο κάτω μέρος του κάδρου και ποτέ στη μέση αυτού.
Κι από το Hollywood, μεταφορά στη νέα ταινία του φυλακισμένου Τζαφάρ Παναχί που έκανε πρεμιέρα στη Βενετία πριν λίγους μήνες. Πριν την προβολή της στο κατάμεστο Ολύμπιον ομάδα ακτιβιστριών από το Ιράν σήκωσε πανό υπέρ του αγώνα των γυναικών. Στην αίθουσα βρέθηκε και η πρωταγωνίστρια της ταινίας, Μίνα Καβανί και είχε μία ενδιαφέρουσα συζήτηση με το κοινό μετά το τέλος του “No Bears”.
Μεγάλη αξία έχει κάτω από ποιες συνθήκες δημιουργήθηκε αυτό το εγχείρημα. Ο Παναχί ουσιαστικά όπως στην “Κλειστή Κουρτίνα” μας δείχνει το τέλμα στο οποίο έχει περιέλθει δίχως να μεμψιμοιρεί σε κανένα σημείο. Ουσιαστικά προοικονομεί τη σύλληψή του. Είναι θέμα χρόνου να συμβεί με βάση τα γεγονότα που διαδραματίζονται. Η μαεστρία του έγκειται στο πως η ίδια η ζωή διαπλέκεται με την μυθοπλασία και τα όρια μέσα από τον φακό του μοιάζουν πια τόσο δυσδιάκριτα.
Αυτές ήταν οι δύο πρώτες στάσεις που σκόρπισαν δάκρυα συγκίνησης στους θεατές για διαφορετικούς λόγους. Αυτό είναι όμως το μεγαλείο κι η δύναμη του σινεμά. Ενεργοποιεί τις αισθήσεις, θέλοντας και μη αφήνεσαι και φεύγοντας από την αίθουσα είναι αρκετές οι φορές που νιώθεις διαφορετικός άνθρωπος.