Μερικοί από τους πιο γνωστούς σκηνοθέτες του 21ου αιώνα αναδύθηκαν από την indie (ανεξάρτητη) κινηματογραφική σκηνή της δεκαετίας του 1990. Από τον Quentin Tarantino μέχρι τον  David Fincher, τη Sofia Coppola, τον Wes Anderson και τον Richard Linklater, αρκετοί καταξιωμένοι κινηματογραφιστές ξεκίνησαν έξω από το σύστημα του στούντιο, δημιουργώντας μερικές από τις πιο αγαπημένες και επιτυχημένες ταινίες των 90s.

Η δεκαετία του 1990 έγινε μάρτυρας ενός νέου είδους κινηματογραφικής δημιουργίας, που αμφισβήτησε το μονοπώλιο των μεγάλων και ακριβών παραγωγών, προβάλλοντας έντονα το στοιχείο της βία, του σεξ καθώς και ξένες κουλτούρες, κάτι που δεν είχαμε δει στις κινηματογραφικές αίθουσες από τη δεκαετία του 1970. Ουσιαστικά, η έκρηξη του indie κινηματογράφου της δεκαετίας του ’90 αντικατοπτρίζει το κίνημα του Νέου Χόλιγουντ που άλλαξε εντελώς τη βιομηχανία 3 δεκαετίες πριν.

Έχοντας βαρεθεί την πρωτοκαθεδρία και τον ασφυκτικό έλεγχο των μεγάλων στούντιο, στα τέλη της δεκαετίας του 1960 και στις αρχές της δεκαετίας του 1970, μια νέα γενιά σκηνοθετών εμπνεύστηκε από τον ξένο κινηματογράφο, κάνοντας “ολικό λίφτινγκ” στο Χόλιγουντ όπως το ξέραμε μέχρι τότε. Ταινίες όπως οι Bonnie and Clyde, Easy Rider, Harold and Maude και The Graduate ήταν εξέχοντα παραδείγματα αυτού του νέου κινήματος, που αντιτάχθηκε στο κινηματογραφικό status quo της εποχής. Αυτές οι ταινίες ήταν συχνά βίαιες και σκληρές, ενώ απεικόνιζαν χαρακτήρες σε σύγκρουση με την κοινωνία. Στα έργα τους κυριαρχούσαν οι αντισυμβατικές τεχνικές σκηνοθεσίας και μοντάζ.

Ωστόσο, δύο μέλη του κινήματος του Νέου Χόλιγουντ άθελά τους έδωσαν σε υπερπαραγωγές και franchise την ευκαιρία να γίνουν η νέα νόρμα στον κινηματογράφο – ο George Lucas και ο Steven Speilberg. Με ταινίες όπως οι Jaws, Star Wars και E.T., οι δύο  αυτοί σκηνοθέτες σημείωσαν τρομερή επιτυχία, ξεκινώντας ένα νέο κύμα στον χώρο του θεάματος. Τα αποτελέσματά αυτής της τάσης είναι εμφανή μέχρι και σήμερα με το φανατικό κοινό των ταινιών της Marvel και της D.C. Μια νέα εποχή είχε ανατείλει για τον κινηματογράφο, μια εποχή με άφθονα σίκουελ, πρίκουελ και spin-offs.

Ωστόσο, στις αρχές της δεκαετίας του ’90, με κινήματα όπως το grunge να κερδίζουν δημοτικότητα στους νέους, οι απαιτήσεις της νέα γενιάς για τον κινηματογράφο είχαν αλλάξει. Υπήρχε μια σαφής ανάγκη οι ταινίες να είναι αγωγοί πολιτικών ιδεών, κοινωνικών κινημάτων, στάσεων ζωής και αισθητικών μακριά από το mainstream και τις επιταγές του κατεστημένου. Σημείο καμπής αποτέλεσε η κυκλοφορία της πρώτης ταινίας του Quentin Tarantino, Reservoir Dogs, το 1992, η οποία έγινε τεράστια επιτυχία παρά τον μικρό προϋπολογισμό της. Η ταινία είχε το δικό της ιδιότυπο ύφος, με διάσπαρτες αναφορές στην ποπ κουλτούρα, ιδιόρρυθμους διαλόγους, αξέχαστους χαρακτήρες και έντονη βία.

Σύμφωνα με τον Jami Bernard, ο οποίος είδε την πρώτη προβολή της ταινίας, «[Το κοινό] δεν ήξερε τι να κάνει με αυτό. Είναι σαν την πρώτη βωβή ταινία όταν το κοινό είδε το τρένο να έρχεται προς την κάμερα και ο κόσμος άρχισε να τρέχει μακριά». Την επιτυχία της ταινίας, ακολούθησε το Pulp Fiction, το οποίο εισέπραξε 213,9 εκατομμύρια δολάρια έναντι προϋπολογισμού 8 εκατομμυρίων. Αυτή ήταν μια στιγμή ορόσημο για τον indie κινηματογράφο – ποτέ πριν μια ταινία που γυρίστηκε με τόσο μικρό προϋπολογισμό δεν ήταν τόσο επιτυχημένη.

Ο ανεξάρτητος κινηματογράφος απέδειξε ότι μπορούσε να είναι κάτι παραπάνω από φτηνό καλλιτεχνικό drama. Αν η επιτυχία του Pulp Fiction μας λέει κάτι, είναι ότι το κοινό ήθελε να παρακολουθήσει έργα που διέφεραν από τις συμβατικές προτάσεις των μεγάλων στούντιο. Το Pulp Fiction ήταν πηγαία «cool», εισάγοντας τους μη σινεφίλ σε τεχνικές που προηγουμένως υποστήριζαν σχεδόν αποκλειστικά οι arthouse δημιουργοί.

Μπορούμε να πούμε ότι ο Tarantino “άνοιξε πόρτες”; Κατά έναν τρόπο, ναι. Σίγουρα η επιτυχία του συνέβαλε στο να ληφθούν σοβαρά υπόψη οι ανεξάρτητοι κινηματογραφιστές, αν και αυτό οδήγησε επίσης στην εμπορευματοποίηση του indie κινηματογράφου και συνεπώς στην αναπόφευκτη πτώση του στα 00s. Ωστόσο, τα 90s ήταν μια εποχή σπουδαίων κινηματογραφικών πειραματισμών. Καθώς το συλλογικό αίσθημα δυσφορίας και απογοήτευσης απέναντι στην κοινωνία βάθαινε, πολλές indie ταινίες προσέφεραν μια μορφή απόδρασης μέσω απεικονίσεων βίας και σεξ ή μέσω της εξερεύνησης ζητημάτων όπως το φύλο, η σεξουαλικότητα και η urban κουλτούρα.

Επιπλέον, η δεκαετία του ’90 είδε την εμφάνιση του κινήματος New Queer Cinema (για την οποία μιλήσαμε πρόσφατα), με ανεξάρτητους σκηνοθέτες όπως ο Gregg Araki, η Cheryl Dunye και ο Todd Haynes να δημιουργούν ταινίες χαμηλού budget που έδωσαν προβολή σε περιθωριοποιημένες ομάδες και διερεύνησαν θέματα ταμπού όπως το AIDS και η ομοφοβία. Με ταινίες όπως το The Living End και την τριλογία του Teenage Apocalypse (Totally Fucked Up, Nowhere, The Doom Generation), ο Araki αποτύπωσε τέλεια την κατάσταση της Αμερικής της δεκαετίας του ’90 μέσα από τα μάτια κυνικών εφήβων. Επιπλέον, η ανεξάρτητη ταινία ορόσημο της Duyne, The Watermelon Woman, ήταν η πρώτη ταινία που σκηνοθετήθηκε από μια μαύρη λεσβία γυναίκα.

Ο indie κινηματογράφος έδωσε φωνή σε περιθωριοποιημένες ομάδες – αφού τα μεγάλα στούντιο δεν ενδιαφέρονταν ιδιαίτερα για τις ιστορίες τους. Αλλά το κοινό ενδιαφερόταν και εξακολουθεί να ενδιαφέρεται ακριβώς για εκείνες τις δύσκολες αλλά αληθινές ιστορίες.

Η νεανική κουλτούρα αποτέλεσε πηγή έμπνευσης και σήμα κατατεθέν για πολλούς σκηνοθέτες όπως η Sofia Coppola, της οποίας το ντεμπούτο, The Virgin Suicides, ήταν μία από τις μεγαλύτερες indie επιτυχίες των 90s. O Richard Linklater και ο Kevin Smith αποτύπωσαν τις καθημερινές ζωές βαριεστημένων εφήβων με αναζωογονητική αυθεντικότητα μέσω ταινιών όπως οι Dazed and Confused, Slackers και Clerks. Αντίστοιχα, οι Larry Clark και Harmony Korine αποτύπωσαν τον τρόπο που η κρίση του AIDS επηρέασε τους εφήβους, με την ταινία Kids. Εν τω μεταξύ, ο Todd Solondz μας χάρισε ένα cult classic με το Welcome to the Dollhouse και ο Paul Thomas Anderson σημείωσε μια εξαιρετικά επιτυχημένη indie καριέρα με ταινίες όπως το Hard Eight και το Boogie Nights.

Χωρίς την καταπιεστική υποστήριξη του χολιγουντιανού συστήματος των στούντιο, πολλοί ανεξάρτητοι σκηνοθέτες αμφισβήτησαν τους κινηματογραφικούς κανόνες και παρείχαν στο κοινό πιο σκληρές, αντισυμβατικές αφηγήσεις κατά τη διάρκεια των 90s. Είτε οι ταινίες αυτές τροφοδοτούνταν από ομάδες του περιθωρίου, έντονη βία και εκκεντρικό χιούμορ, είτε είχαν χαμηλό budget και αντισυμβατική αισθητική, η επιτυχία τους απέδειξε ότι το κοινό είχε ανάγκη από τέτοιες ιστορίες. Ωστόσο, ακριβώς όπως η δεκαετία του ’80 οδήγησε σε υπερπαραγωγές, η ανεξάρτητη έκρηξη indie ταινιών σταμάτησε την αμέσως επόμενη δεκαετία, αφού τα στούντιο παραγωγής εκμεταλλεύτηκαν τα έσοδα που έβγαλαν από αυτά τα ιδιόρρυθμα indie έργα.