To «Όσα Παίρνει ο Άνεμος» είναι μια από τις πιο αγαπημένες κι επιτυχημένες ταινίες στην ιστορία του κινηματογράφου κι ο χρόνος το έχει αποδείξει. Το αριστούργημα της 7ης Τέχνης που κατά καιρούς έχει συνοδευτεί από τόσα κοσμητικά επίθετα σε υπερθετικό βαθμό, κλείνει σήμερα 83 χρόνια από την πρώτη προβολή του. Μάλιστα, το σενάριο του Σίντνεϊ Χάουαρντ ήταν τόσο μεγάλο που κανονικά η ταινία θα είχε διαρκέσει πάνω από έξι ώρες. Η τελική κόπια της ταινίας διαρκεί κάτι παραπάνω από τρεις ώρες και στις κινηματογραφικές αίθουσες έπρεπε να προβληθεί με ένα διάλειμμα μεταξύ του πρώτου και του δεύτερου μέρους.
Όλα ξεκίνησαν όταν ένα 25χρονο κορίτσι, η Μάργκαρετ Μίτσελ, χρειάστηκε να αφήσει τη δουλειά της όταν έμεινε κλινήρης εξαιτίας ενός τραυματισμού. Για να περάσει την ώρα της, αποφάσισε να γράψει ένα βιβλίο, κάτι που κράτησε κρυφό από φίλους και συγγενείς. Το βραβευμένο με Πούλιτζερ μυθιστόρημα της Μάργκαρετ Μίτσελ για τον Βαθύ Νότο και τον Αμερικανικό Εμφύλιο Πόλεμο κυκλοφόρησε το 1936. Τα δικαιώματα του μυθιστορήματος αγόρασε ο χολυγουντιανός παραγωγός, Ντέιβιντ Ο. Σέλζνικ.
Εκατοντάδες γυναίκες πέρασαν από οντισιόν για τον πρωταγωνιστικό ρόλο της Σκάρλετ Ο’ Χάρα. Τελικά, ο Σέλζνικ επέλεξε την 22χρονη Βίβιεν Λι, την οποία είχε δει στις βρετανικές ταινίες, “Fire Over England” και “A Yank”. Ήταν, μάλιστα, αποφασισμένος να πάρει τον Κλαρκ Γκέιμπλ για τον πρωταγωνιστικό ρόλο του Ρετ Μπάτλερ, κάτι που κατάφερε μετά από διαπραγματεύσεις με τον πεθερό του, Λούις Μπ. Μάγιερ της MGM. Η MGM του δάνεισε τον Γκέιμπλ και συνεισέφερε πάνω από 1 εκατομμύριο δολάρια στον προϋπολογισμό της ταινίας, ζητώντας ως αντάλλαγμα το μισό μερίδιο των κερδών. Ο βασικός σκηνοθέτης της ταινίας ήταν ο Βίκτορ Φλέμινγκ, αν και κάποια στιγμή κατέρρευσε από εξάντληση κι έπρεπε να αντικατασταθεί.
Τα γυρίσματα διήρκεσαν από τον Ιανουάριο του 1939, όταν γυρίστηκε η ιστορική σκηνή της πυρκαγιάς στην Ατλάντα, έως τα τέλη Ιουνίου, με τις εργασίες μετά την παραγωγή να συνεχίζονται μέχρι τον Νοέμβριο. Το technicolor που χρησιμοποιούσαν τότε οι ταινίες, ανέδειξε τα ζωντανά χρώματα της πυρκαγιάς. Για να επιτευχθεί η διάσημη αυτή σκηνή, η παραγωγή έβαλε φωτιά σε κινηματογραφικά σκηνικά που είχε χρησιμοποιήσει παλαιότερα, μεταξύ των οποίων, το θρυλικό σκηνικό του King Kong (1933).
Ο Σέλζνικ έχει δηλώσει ότι μετά την πρώτη δοκιμαστική προβολή της ταινίας, οι αντιδράσεις του κοινού ήταν οι πιο ενθουσιώδεις από κάθε άλλη ταινία μέχρι τότε. Εκείνο το κρύο βράδυ του Δεκέμβρη που η ταινία έκανε πρεμιέρα στην Ατλάντα, ένα εκατομμύριο (!) κόσμος κατέφτασε στην πόλη για να την παρακολουθήσει.
Στην τελετή των Όσκαρ του 1940, η ταινία απέσπασε 8 βραβεία, ένα ρεκόρ που διατήρησε για είκοσι χρόνια. Μεταξύ των βραβείων, τα πιο σημαντικά ήταν αυτά της Καλύτερης Ταινίας, Α’ Γυναικείου Ρόλου για τη Βίβιεν Λι, Καλύτερης Σκηνοθεσίας για τον Φλέμινγκ και Β’ Γυναικείου Ρόλου για την Χάτι ΜακΝτάνιελ, που έπαιξε την γκουβερνάντα της Σκάρλετ. Η νίκη της ΜακΝτάνιελ πέρασε στην ιστορία, αφού ήταν η πρώτη μαύρη ηθοποιός που κέρδισε το χρυσό αγαλματίδιο. Υπολογίζεται ότι στα πρώτα τέσσερα χρόνια του, το «Όσα Παίρνει ο Άνεμος» κατάφερε να πουλήσει 60 εκατομμύρια εισιτήρια στις ΗΠΑ. Αυτό σημαίνει ότι ο μισός πληθυσμός της Αμερικής είχε δει την ταινία στο σινεμά.
Ατάκες της ταινίας έμειναν ανεξίτηλες στο χρόνο, περνώντας στην ποπ κουλτούρα, όπως όπως το “Frankly, my dear, I don’t give a damn” του Ρεντ στη Σκάρλετ και το “After all, tomorrow is another day!” της Σκάρλετ, κοιτώντας μόνη της τη φυτεία της στον ορίζοντα.