Road movie κλειστού χώρου στην καρδιά της νύχτας σε μία από τις μητροπόλεις του κόσμου. Η Γκέρλι έχει μόλις προσγειωθεί στο αεροδρόμιο JFK. Το βλέμμα της μοιάζει να ταξιδεύει ήδη από την πρώτη σκηνή. Δε φαίνεται αποφασισμένη να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις με τις οποίες έρχεται για να αναμετρηθεί. Το σκηνοθετικό ντεμπούτο της Κρίστι Χολ που υπογράφει και το σενάριο δείχνει την ικανότητά της να διεισδύει και να ψηλαφεί ανθρώπινους χαρακτήρες. Αυτό είναι το μεγάλο πλεονέκτημα μίας ταινίας 100΄που δε μας γνωρίζει τη μαγεία της σαγηνευτικής Νέας Υόρκης, αλλά μας ταξιδεύει στις παθογένειες που συνοδεύουν τις ανθρώπινες σχέσεις.

Το μυαλό της πρωταγωνίστριας κυριεύεται από πολλαπλές αντικρουόμενες σκέψεις. Κάποιες θέλει να τις εξωτερικεύσει, άλλες όμως επιλέγει να τις κρατήσει για τον εαυτό της. Στην πορεία ακροβατεί και εκτροχιάζεται. Η πίεση εν μέσω διαδοχικών εσωτερικών συγκρούσεων την κάνει να μοιάζει ευάλωτη. Έτοιμη να εξομολογηθεί τόσα πολλά και ταυτόχρονα φοβική, καθώς στο τέλος της κούρσας πρέπει να έχει πάρει την απόφασή της. Ο οδηγός του ταξί μετατρέπεται στον καθοριστικό παράγοντα για να ξετυλιχθεί το κουβάρι της πλοκής. Στο πρώτο κομμάτι του έργου η χημεία των γειτόνων στην πραγματική ζωή Ντακότα Τζόνσον και Σον Πεν τους οδηγεί σε ένα κρεσέντο επιτυχημένων στιχομυθιών, που στο πίσω μέρος των θεατών αφήνουν την αίσθηση πως δεν είναι δύο άγνωστοι.

Αξίζει να σημειωθεί πως ήδη από το 2017 το σενάριο ήταν έτοιμο, πρωταγωνίστρια είχε επιλεγεί να είναι η Daisy Ridley. Τελικά αυτή η προοπτική οδηγήθηκε σε ναυάγιο και φτάσαμε στη σύνθεση που κάνει πρεμιέρα σήμερα στις ελληνικές αίθουσες. Μάλιστα αρχικά προοριζόταν για το θέατρο. Είναι άλλωστε εμφανή στοιχεία όπως η ζωντάνια και η παραστατικότητα στην αφήγηση, ο δυναμισμός των διαλόγων, ακόμα κι αν δεν υπάρχει η μεγάλη κορύφωση στην ένταση. Ο Κλαρκ λέει στην Γκέρλι, «είναι ωραίο που δεν είσαι στο κινητό σου» κι όμως αυτό δε σταματάει να χτυπάει με αλλεπάλληλα μηνύματα στις εφαρμογές των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης. Το παιχνίδι με τους καθρέφτες είναι επίσης πολύ ενδιαφέρον. Ο οδηγός του ταξί έχει αυτογνωσία, παραδέχεται πως μιλάει πολύ κι ενδεχομένως με τις ερωτήσεις του γίνεται φορτικός και αδιάκριτος. Ταυτόχρονα όμως δείχνει έναν δρόμο στη συνομιλήτριά του, που μοιάζει να τον αποδέχεται με τη σειρά της ως μία απόδραση που θα την οδηγήσει στη λύτρωση.

Τεχνικά η φωτογραφία του Φαίδωνα Παπαμιχαήλ χρωματίζει τα κάδρα της δημιουργού και δίνει μία ξεχωριστή αίσθηση στο κοινό. Την παραγωγή έχει αναλάβει η Hercules Films των Πάρι Κασιδόκωστα και Τέρι Ντούγκας. Οι μουσικές έρχονται από το σύμπαν του Ντίκον Χίνκλιφ και το μοντάζ της Λίζα Ζίνο Τσάργκιν είναι εξαιρετικό.

Τα παιδικά “χτυπήματα” μας κατατρέχουν. Δεδομένα θα έρθει η στιγμή που θα συναντηθούμε ξανά μαζί τους. Η Κρίστι Χολ μιλάει για την μοναξιά των ανθρώπων μέσα από το στόμα του Σον Πεν. Η Γκέρλι κοιτάει “στα χαμένα” έξω από το παράθυρο. Προσπαθεί να τοποθετηθεί στον χωροχρόνο κυριολεκτικά και μεταφορικά. Μία διαρκής αναζήτηση ταυτότητας. Νιώθει άβολα κι αναζητεί βουβά τη φυγή ή νιώθει ασφάλεια μέσα κοιτώντας έξω και δε θέλει να φτάσει στον τελικό της προορισμό;

Ένας ταξιτζής που πιθανώς σε αρκετούς θα θυμίσει έναν συνάδελφό του στην Ελλάδα. Οδηγεί την εξέλιξη των γεγονότων. Φτάνουμε στο τέλος, τον σκοπό. Εκεί πλέον οι δύσκολες αποφάσεις πρέπει να έχουν παρθεί. Αρκετές φορές κάνεις το σωστό όταν ακούς τον εαυτό σου. Όχι μόνο βαθιά μέσα σου, αλλά και δυνατά λέγοντας όσα πραγματικά νιώθεις και πιστεύεις. Αυτό μένει ως επιμύθιο αυτού του “ταξιδιού” που δύο άνθρωποι κατάφεραν να αγγίξουν δίχως επαφή ο ένας τον άλλον παρ΄ότι άγνωστοι.