Η εποχή των μεγάλων επιτυχιών του ιταλικού κινηματογράφου φέρει φαρδιά πλατιά το όνομα του Μαρσέλο Μαστρογιάννι. Ο Λουκίνο Βισκόντι ανακαλύπτει τον ηθοποιό λίγο πριν συμπληρώσει τα τριάντα του χρόνια. Τον εμπιστεύεται χωρίς δεύτερη σκέψη. Αποκορύφωμα αποτελεί η ερμηνεία του στις “Λευκές Νύχτες” που αποτελεί το διαβατήριο για να βρεθεί στην αυλή του Φελίνι και να μετατραπεί στο alter-ego του. Ξεκινάει μία σχέση που για παραπάνω από δύο δεκαετίες θα ταράξει τα νερά του παγκόσμιου σινεμά. Γράφονται χρυσές σελίδες που θα μνημονεύονται για όσο υπάρχει η μεγάλη οθόνη και η σκοτεινή αίθουσα.

Το “Dolce Vita” (1960) έρχεται σαν χιονοστιβάδα, ικανό να παρασύρει στο διάβα της ακόμα και τον πιο απαιτητικό θεατή. Κερδίζει τον Χρυσό Φοίνικα των Καννών και με μία δόση υπερβολής θα μπορούσαμε να γράψουμε πως αλλάζει την ιστορία του σινεμά. Οι υπαρξιακές αναζητήσεις του νεαρού δημοσιογράφου Μαρτσέλο, που ονειρεύεται κάποτε να γίνει κανονικός συγγραφέας, συναντούν τη Σύλβια (Ανίτα Έκμπεργκ). Σε ένα ρεσιτάλ υποκριτικής με στοιχεία θεατρικότητας, υπό τις οδηγίες του “Maestro”, ο Μαστρογιάννι κέρδισε το μεγαλύτερο στοίχημα της ζωής του, καθώς ξεχώρισε με τη γοητεία του και το ανάστημά του.

1962.

Λίγα χρόνια μετά θα έρθει το “Οκτώμιση” που θα φέρει το τρίτο Oscar Ξενόγλωσσης στον θρυλικό σκηνοθέτη, σε μία απόλυτα αυτοαναφορική ταινία. Ο Φελίνι χτίζει ένα πορτραίτο του εαυτού του και ο Μαστρογιάννι υποδύεται έναν διάσημο σκηνοθέτη, τον Γκουίντο Ανσέλμι. Ένας άντρας ανάμεσα σε πάθη. Η Τέχνη, ο Κινηματογράφος και οι γυναίκες που έχουν σημαδέψει τη ζωή του. Αν και φαίνεται πως έχει μεγαλώσει αρκετά, παραμένει ένας άνθρωπος με απαράμιλλο στυλ. Ικανός να προσεγγίσει και να κάνει δική του κάθε αιθέρια ύπαρξη. Είναι τόσο φτωχές οι λέξεις, ακόμα και της πολύ πλούσιας ελληνικής γλώσσας, για να γράψουμε για το μεγαλείο αυτών των δύο ταινιών – ιερών τεράτων, που όταν είχα την τύχη να παρακολουθήσω στο σινεμά με καθήλωσαν και με οδήγησαν σε βαθιά σκέψη για μέρες.

Μετά τις μνημειώδεις του εμφανίσεις στις δύο ταινίες των αρχών της δεκαετίας του 60΄που τον καθιέρωσαν στο παγκόσμιο στερέωμα, θα επιστρέψει το 1972 στο Roma, θα κάνει τον κ. Σνάπορατς στην “Πόλη των Γυναικών” το 1980, θα είναι ο Φρεντ στο “Τζίντζερ και Φρεντ” του 1985 και θα έχει μία μοναδική σκηνή που σκόρπισε ρίγος συγκίνησης και νοσταλγίας στη “Συνέντευξη” του 1987. Στο μεταξύ θα συνεργαστεί και θα πρωταγωνιστήσει σε έργα του Μικελάντζελο Αντονιόνι (“Η Νύχτα”), των αδελφών Ταβιάνι (“Αλοζανφάν”) και του Βιτόριο Ντε Σίκα (“Χθες, Σήμερα, Αύριο”). Συμμετείχε επίσης στον “Μελισσοκόμο” και το “Μετέωρο Βήμα του Πελαργού” του Θόδωρου Αγγελόπουλου.

Στα γυρίσματα της ταινίας “Casanova 70” του Μάριο Μοντσέλι, 1965.

Στην μεγάλη του διαδρομή ο Μαστρογιάννι δεν κατάφερε να κερδίσει Χρυσό Αγαλματίδιο, αν και βρέθηκε τρεις φορές υποψήφιος. Από τις συνολικά 46 του βραβεύσεις ξεχωρίζουν οι τέσσερις Χρυσές Σφαίρες, τα δύο BAFTA, οι δύο Φοίνικες Ανδρικής Ερμηνείας στις Κάννες, οι εννέα του επικρατήσεις στα εγχώρια βραβεία David di Donatello κι οι τρεις του διακρίσεις στο Φεστιβάλ της Βενετίας. Ήταν ένας γεννημένος νικητής, που τον έτρεφε η κάθε νέα πρόκληση στην καριέρα του. Δεν αποδέχθηκε ποτέ το πέρασμα του χρόνου και ζούσε την κάθε του ημέρα σαν να είναι η τελευταία του σε τούτο τον μάταιο κόσμο.

Αξίζει να σημειωθεί πως παράλληλα με τη σπουδαία του καριέρα συνδέθηκε ερωτικά με αρκετές γυναίκες. Παντρεύτηκε νωρίς με τη Φλόρα Καραμπέγια και απέκτησαν μία κόρη, την Μπάρμπαρα. Αργότερα είχε έναν δεύτερο γάμο με την Κατρίν Ντενέβ κι απέκτησαν την Κιάρα, που συνεχίζει την παράδοση και πρωταγωνιστεί σε ταινίες της εποχής μας (“Mία Νύχτα Μαγική”). Από το 1975 αποφάσισε να είναι με την Άννα Μαρία Τατό, με την οποία έμεινε και μέχρι τέλος της ζωής του. Απεβίωσε στις 19 Δεκεμβρίου του 1996 πάνω στη σκηνή, νικημένος από καρκίνο του παγκρέατος.

Θέατρο και Κινηματογράφος είχαν την τιμή να τους υπηρετήσει αυτός ο εξαιρετικός ηθοποιός. Ένας θρύλος που θα θυμόμαστε για πάντα!

Με την Ούρσουλα Άντρες στα παρασκήνια της ταινίας “Το 10ο θύμα” του Έλιο Πέτρι, 1965.