Κάποιοι δημιουργοί που δεν ακολουθούν απλώς την εποχή τους, την αποτυπώνουν, την ερμηνεύουν, την σκαλίζουν με τη δική τους ευαισθησία, αφήνοντας πίσω έργα που λειτουργούν σαν χρονικά μιας ολόκληρης κοινωνίας. Ο Παντελής Βούλγαρης είναι ένας τέτοιος σκηνοθέτης. Από τις πρώτες του δουλειές στα τέλη της δεκαετίας του ’60 μέχρι τις πιο πρόσφατες δημιουργίες του παραμένει σταθερά ένας από τους πιο ουσιαστικούς αφηγητές της σύγχρονης ελληνικής εμπειρίας. 

Με βλέμμα τρυφερό αλλά και σκληρό όταν χρειάζεται, με ρυθμό που δίνει χώρο στη σιωπή όσο και στις λέξεις, ο Βούλγαρης έχει καταφέρει να μετατρέψει τον ελληνικό 20ό αιώνα σε κινηματογραφικό ποίημα. Οι ταινίες του μιλούν για πόλεμο και ειρήνη, για έρωτα και μοναξιά, για συλλογική μνήμη και προσωπικά τραύματα.  

1. Το Προξενιό της Άννας (1972)
Η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του Βούλγαρη παραμένει μέχρι σήμερα ένα από τα πιο συγκλονιστικά κινηματογραφικά πορτρέτα της γυναικείας σιωπής. Η Άννα μια νεαρή οικιακή βοηθός από την επαρχία, εργάζεται στο σπίτι μιας εύπορης αθηναϊκής οικογένειας. Όταν οι εργοδότες της αποφασίζουν να της κανονίσουν “προξενιό” με έναν άνδρα που δεν γνωρίζει, εκείνη παραμένει ήσυχη, διακριτική, σχεδόν αόρατη. 

Μέσα από αυτή τη σχεδόν “σιωπηλή” αφήγηση, ο Βούλγαρης δε μιλά μόνο για την κοινωνική θέση των γυναικών εκείνης της εποχής, αλλά και για τη θέση όλων όσων βρίσκονται στο περιθώριο, χωρίς φωνή, χωρίς δικαίωμα επιλογής. Το τέλος της ταινίας παραμένει μια από τις πιο δυνατές στιγμές του ελληνικού κινηματογράφου: μια μικρή, αδιόρατη άρνηση μπορεί να κουβαλά πάνω της όλο το βάρος της αξιοπρέπειας.

2. Το Τελευταίο Σημείωμα (2017)
Από τα πιο ώριμα έργα του Βούλγαρη, το “Τελευταίο Σημείωμα” αποτελεί έναν κινηματογραφικό φόρο τιμής σε μια από τις πιο δραματικές στιγμές της Κατοχής: την εκτέλεση των 200 κομμουνιστών στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής την Πρωτομαγιά του 1944. Κεντρική φιγούρα ο Ναπολέων Σουκατζίδης, ένας άνθρωπος που ξέρει το τέλος του, αλλά το αντιμετωπίζει με αξιοπρέπεια σχεδόν αφοπλιστική. 

Η ταινία ξεχωρίζει για τον τρόπο που συνδυάζει τη μεγάλη Ιστορία με το ανθρώπινο μέτρο. Δεν εστιάζει στη φρίκη αλλά στην ανθρώπινη παρουσία: στη στιγμή που το άτομο συναντά την Ιστορία με ορθάνοιχτα μάτια. Η σκηνοθεσία, η ατμόσφαιρα, οι ερμηνείες, ιδίως του Ανδρέα Κωνσταντίνου φτιάχνουν ένα έργο που δεν ηρωοποιεί απλώς, συγκινεί βαθιά.

3. Πέτρινα Χρόνια (1985)
Αν υπάρχει μία ταινία που καθόρισε τον τρόπο με τον οποίο ο ελληνικός κινηματογράφος μίλησε για τον Εμφύλιο είναι αυτή. “Πέτρινα Χρόνια” σημαίνει χρόνια φυλακής, καταστολής, προσωπικού κόστους. Μέσα από την ιστορία ενός ζευγαριού αριστερών αγωνιστών που περνούν τη ζωή τους χωρισμένοι. Εκείνη στη φυλακή, εκείνος κυνηγημένος. Ο Βούλγαρης συνθέτει μια κινηματογραφική ελεγεία για το πως η Ιστορία εισβάλλει στις πιο προσωπικές στιγμές. 

Ο έρωτας εδώ δεν είναι παραμυθένιος. Είναι πείσμα, αντοχή, πένθος. Οι ερμηνείες της Μπέτυς Λιβανού και του Δημήτρη Καταλειφού αγγίζουν το υποδόριο, ενώ η λιτή, δωρική κινηματογράφηση αφήνει χώρο στα βλέμματα και τις σιωπές. Η ταινία τιμήθηκε διεθνώς και παραμένει σταθερό σημείο αναφοράς για τον πολιτικό και συναισθηματικό της αντίκτυπο.

4. Ψυχή Βαθιά (2009)
Δεκαετίες μετά τα “Πέτρινα Χρόνια”, ο Βούλγαρης επέστρεψε στον Εμφύλιο, αυτή τη φορά μέσα από τα μάτια δύο παιδιών. Η “Ψυχή Βαθιά” αφηγείται την ιστορία δύο αδελφών που βρίσκονται σε αντίπαλα στρατόπεδα. Ο πόλεμος παρουσιάζεται σαν παράλογος, βουβός μηχανισμός που σαρώνει τα πάντα. 

Εδώ ο σκηνοθέτης απομακρύνεται από τη στεγνή πολιτική ανάλυση και πηγαίνει κατευθείαν στην καρδιά της ανθρώπινης εμπειρίας: στη χαμένη αθωότητα, στη βία που διαλύει οικογένειες, στην ιστορική πληγή που ακόμα δεν έχει κλείσει. Με εντυπωσιακή φωτογραφία και λιτή αφήγηση, η ταινία λειτουργεί σαν ψίθυρος μέσα σε έναν θορυβώδη αιώνα.

5. Μικρά Αγγλία (2013)
Η πιο εμπορική επιτυχία του Βούλγαρη, βασισμένη στο μυθιστόρημα της Ιωάννας Καρυστιάνη είναι ένα σπάνιο δείγμα κινηματογραφικής ωριμότητας. Στην Άνδρο της δεκαετίας του ’30 και του ’40, ένα νησί ναυτικών και απόντων ανδρών οι γυναίκες κρατούν τις ζωές τους με σφιγμένα δόντια. Δύο αδελφές, ένας άντρας, ένας έρωτας που δεν ειπώθηκε ποτέ και πάνω απ’ όλα μια κοινωνία που πνίγει τα αισθήματα κάτω από το βάρος της παράδοσης. 

Η “Μικρά Αγγλία” είναι ένα μελαγχολικό έπος για το ανείπωτο, για τις ζωές που ορίζονται από το καθήκον, για τη σιωπή ως κοινωνική επιταγή. Η φωτογραφία της ταινίας σαν πίνακες ζωγραφική, και η στιβαρή σκηνοθεσία του Βούλγαρη συνθέτουν ένα έργο που ισορροπεί ανάμεσα στη λυρικότητα και την τραγωδία. Δεν είναι τυχαίο ότι κατέκτησε κοινό και κριτικούς εντός και εκτός Ελλάδας.

Ο Παντελής Βούλγαρης δεν είναι απλώς ένας σημαντικός Έλληνας σκηνοθέτης. Είναι ένας συλλέκτης στιγμών. Μέσα από τις ταινίες του μας έμαθε να κοιτάζουμε πίσω όχι με νοσταλγία αλλά με διαύγεια. Να αναγνωρίζουμε πώς οι μεγάλες αφηγήσεις (πόλεμοι, εμφύλιοι, κοινωνικές ανατροπές) γράφονται πάνω στα σώματα και τις σιωπές των ανθρώπων. 

Ο Βούλγαρης δεν ωραιοποιεί. Σκάβει κάτω από το προφανές και αυτή η αίσθηση ειλικρίνειας είναι που κάνει τις ταινίες του να αντέχουν στον χρόνο. Όπως ο ίδιος έχει πει σε συνεντεύξεις του, ο κινηματογράφος δεν είναι για εκείνον μόνο τέχνη, είναι μαρτυρία. Είναι τρόπος να διασωθεί κάτι από εκείνον τον ανεπαίσθητο παλμό της ιστορίας που αλλιώς θα χανόταν. 

Σε μια εποχή όπου η εικόνα είναι γρήγορη, εφήμερη, επιφανειακή οι ταινίες του Βούλγαρη λειτουργούν σαν ανάσα: αργή, βαθιά, ουσιαστική. Δεν είναι τυχαίο ότι το κοινό συνεχίζει να επιστρέφει σε αυτές, γιατί στην πραγματικότητα επιστρέφει σε κάτι σπάνιο: σε έναν κινηματογράφο που μας κοιτά κατάματα. 

Από τη σιωπηλή Άννα μέχρι τον Ναπολέοντα Σουκατζίδη και τις γυναίκες της Άνδρου, από τα στρατόπεδα και τον εμφύλιο μέχρι τις σιωπές των ανθρώπων, ο Παντελής Βούλγαρης μας παρέδωσε κάτι περισσότερο από σινεμά. Μας παρέδωσε μνήμη και μνήμη με διάρκεια είναι η πιο σπάνια κινηματογραφική πολυτέλεια. 

 

 

 

 Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.