Ένας δημιουργός που γράφει τη δική του ιστορία με τον τρόπο του στην έβδομη Τέχνη είναι ο Ρομπέν Καμπιγιό. Το σινεμά του έχει έντονα αυτοβιογραφικά στοιχεία. Συνηθίζει να μεταφέρει στην μεγάλη οθόνη ιστορίες που βίωσε και τον έχουν τραυματίσει. Δε φοβάται να εκτεθεί, τολμάει και κοινό και κριτικοί έχουν αγκαλιάσει το έργο του στο σύνολό του. Ένα παράλληλο ταξίδι ενηλικίωσης ενός νέου άνδρα και μίας πατρίδας που καλείται να βρει τα πατήματά της μετά την αποχώρηση των γαλλικών στρατευμάτων που όμως έχουν αφήσει μία αίσθηση καταπίεσης να αιωρείται στην ατμόσφαιρα.

Ο Τομά είναι ένα νεαρό αγόρι που βρίσκεται στη Μαγαδασκάρη στις αρχές της δεκαετίας του ’70. Σύντομα το πλήρωμα του χρόνου θα τον φέρει ένα βήμα από την επιστροφή στη Γαλλία. Η μοίρα των γονέων συνοδεύει την τύχη των παιδιών και σημαδεύει τη ζωή τους ανεξίτηλα. Δηλώνεται η εξάρτηση από τον κόσμο των μεγάλων και ταυτόχρονα στην ευρύτερη εικόνα η εξάρτηση από τον κόσμο των δυνατών. Ο Καμπιγιό κάνει μία συνεχή αναγωγή από τη μονάδα στην κοινωνία, από το ατομικό στο συλλογικό και το μήνυμά του γίνεται οικουμενικό. Η πρεμιέρα στο Φεστιβάλ του Σαν Σεμπαστιάν συγκίνησε κι έφερε στη μνήμη αρκετών μία εποχή που δεν πρέπει να ξεχάσουμε.

Παρακολουθώντας την ταινία αντανακλάται ένας κόσμος μέσα από τα μάτια ενός μικρού παιδιού. Πολύ σύντομα θα αποχαιρετίσει την εποχή της αθωότητας. Υπάρχει έντονη επιμονή στην ανάδειξη κοινωνικών και ψυχολογικών ζητημάτων που είναι αλληλένδετα. Τα πλάνα του είναι γεμάτα ένταση. Η φωτογραφία της Ζαν Λαπουαρί χρωματίζει το σενάριο και του δίνει ουσιαστικά σάρκα κι οστά. Οι χαρακτήρες είναι καλά σκιαγραφημένοι, με εσωτερικές συγκρούσεις που αντανακλούν την πάλη για ελευθερία και αξιοπρέπεια. Ηθική και δικαιοσύνη αποτελούν πυξίδα κι αδιαπραγμάτευτες αξίες.

Ανασυνθέτοντας θαυμαστά την εποχή στον τροπικό αυτό παράδεισο, όπου οι Γάλλοι στρατιωτικοί και οι καταπιεσμένες συμβίες τους ζουν σε μια “γυάλα” δίνει συνειδητά έμφαση και στην πιο μικρή λεπτομέρεια μίας εποχής που έχει περάσει ανεπιστρεπτί. O ίδιος ο σκηνοθέτης τονίζει πως «Αν και παιδί, και χωρίς να έχω καμία συναίσθηση του τι είναι αποικιοκρατία, ένοιωθα πως εμείς οι Γάλλοι είμαστε κομμάτι μιας ανωμαλίας στο νησί. Αν και θυμάμαι τα πάντα από εκείνη την περίοδο, όπως τους κροκόδειλους που μας αγόρασε ο μπαμπάς, και είχα μια νοσταλγία για όσα έζησα εκεί, δεν ήθελα ποτέ να επιστρέψω πριν την ταινία. Νοιώθω πως η Μαδαγασκάρη ήταν ένας κλεμμένος παράδεισος. Και δεν μιλώ μόνο για τους φυσικούς πόρους του νησιού, αλλά και για την ίδια του την ομορφιά».

Στο έργο έντονο είναι το ονειρικό στοιχείο. Υπάρχει η έμμεση αποθέωση του animation και συναντάμε τρεις κορυφαίες ερμηνείες. Αρχικά με αποκάλυψη τον νεαρό Σαρλί Βοζέλ και μαζί του οι Νάντια Τερέσκιεβιτς και Κβιμ Γκουτιέρες. Έντονο πολιτικό σχόλιο, ευαισθησία, ελευθερία, ωδή απέναντι σε κάθε μορφής καταπίεση. Αυτό το εγχείρημα είναι ένα συναρπαστικό και προκλητικό έργο που αξίζει την προσοχή όχι μόνο για την αφήγηση, αλλά και για τη φιλοσοφική του προσέγγιση στην ανθρώπινη φύση και την εξουσία.

Το “Κόκκινο Νησί” είναι ένα συναρπαστικό και προκλητικό ταξίδι που αξίζει την προσοχή όχι μόνο για την αφήγηση, αλλά και για τη φιλοσοφική του προσέγγιση πάνω στην ανθρώπινη φύση και την εξουσία. Από τη χρήση μίας ποικιλότροπης βίας που έχει εμποτιστεί σε έναν λαό που βίωσε τον ζυγό του κατακτητή για χρόνια. Με αυτόν τον τρόπο ο σκηνοθέτης βυθίζει στην ουσία τον θεατή και τον κάνει συνοδοιπόρο του, είτε μοιράζονται κοινές εμπειρίες, είτε όχι. Μία ποιητική αφήγηση για τις αναμνήσεις και το σήμερα, το τότε και τώρα που τελικά δεν έχουν αλλάξει όσα πιστεύουμε και θα ελπίζαμε. Μία ταινία για όλους. Δεν έχει όρια. Πρέπει όμως ο θεατής να τη δει δίχως παρωπίδες, μη αποδεχόμενος στερεότυπα και προκαταλήψεις. Σίγουρος πως είναι έτοιμος να δεχτεί βαθιά στη ψυχή του τη διαφορετικότητα με κατανόηση.

 

 

☞︎ Ακολουθήστε το OLAFAQ στο FacebookX/Twitter και Instagram.