Aυτό το καλοκαίρι δεσπόζει η ταινία για τον Oppenheimer: τη ζωή του επιστήμονα του οποίου η συμβολή για την δημιουργία της πυρηνικής βόμβας ήταν καταλυτική και τον απόηχο που άφησαν οι δυνατότητες του νέου όπλου στη ψυχή του δημιουργού του.Το θέμα ίσως σήμερα να θεωρείται ξεθωριασμένο: η κραυγή από ένα επίμονο εφιάλτη που ποτέ δεν έλαβε σάρκα και οστά. Ευτυχώς, δεν χρειάστηκε «να μάθουμε να αγαπούμε τη πυρηνική βόμβα» και κατ’ επέκτασιν «να μην ανησυχούμε για αυτήν». Και όμως, για μια μακρά περίοδο-καθ’ όλη τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου- η πυρηνική βόμβα ήταν μια μόνιμη απειλή για την καθημερινότητα όλων των χωρών του πλανήτη. Από την απότομη όξυνση του ανταγωνισμού των δύο υπερδυνάμεων μέχρι ένα άνθρωπινο λάθος η πορεία της ανθρωπότητας ακροβατούσε σε μια λεπτή γραμμή. Το κλίμα αγωνίας αποτυπώθηκε σε ταινίες που όχι μόνο σκιαγραφούσαν μια παλαβή εποχή φόβου, αλλά συνάμα συνιστούσαν μια καταγγελία για την αυτοκαταστροφική φύση του ανθρώπου που παράμενει επίκαιρη μέχρι σήμερα. Μερικές που ξεχωρίζουν (ανάμεσα σε πολλές σπουδαίες όπως to Threads, On the Beach,Miracle Mile κ.α.)είναι οι παρακάτω.
La Jetée (1962)
Στο “La Jetée”, η επικρεμάμενη απειλή της πυρινής βόμβας είναι πλέον πραγματικότητα. H ανθρωπότητα γνώρισε την τρέλα του αφανισμού και διαλύθηκε σε απειράριθμες κατακόμβες. Στο γενικό ζόφο, μόνο μια μικρή ομάδα επιζώντων έχουν καταφύγει στα καταφύγια, αυτοκληθέντες νικητές, προσπαθούν να αναστήσουν τη ζωή πάνω στα ερείπια που οι ίδιοι δημιούργησαν.
Στη προσπάθεια να εξευρεθούν τρόποι βελτίωσης της ζωής της πλέον ισχνής κοινότητας διεξάγονται διάφορα περίεργα πειράματα. Μερικά μέλη της, καταναγκαστικά, καλούνται να ταξιδεύσουν στον χρόνο προκειμένου να βρούν τη σωτηρία των παρόντων δεινών τους μέσω των γνώσεων του παρελθόντος και του μέλλοντος.
Μόνο ένας άνδρας αποδεικνύεται ικανός για τη επιτυχημένη έκβαση της αποστολής. Κατατρυχόμενος από μια επαναλαμβανόμενη ανάμνηση που τον συντροφεύει αδιάλειπτα σε όλη του τη ζωή θα ξανασυναντήσει αυτή τη γυναίκα που τον στοιχειωνει με ένα μυστήριο τρόπο από την παιδική του ηλικία.
Ο έρωτας που θα γεννηθεί ανάμεσά τους, σαν την ταινία που αποτελείται εξ ολοκλήρου από προβαλλόμενες εικόνες, είναι δύσκολο να αποκρυσταλλωθεί σε πραγματικό βίωμα. Η ταινία κυλάει σαν μια ατέρμονη επιστροφή στις αναμνήσεις, που μετατρέπει τον πρωταγωνιστή σε φάντασμα της ίδιας του της ζωής.
Από το παρελθόν, τελικά, θα μπορέσει να μεταπηδήσει στο βαθύ μέλλον όπου η σωτηρία είναι πλέον εφικτή για το συλλογικό καλό της κοινότητας, αλλά και για τον ίδιο που μπορεί να αποφύγει τον θάνατο που του επιφυλάσσουν οι επιβλέποντες των πειραμάτων. Μπορεί να διαφύγει όμως;
To “La Jetée” είναι ένα αριστούργημα του κινηματογράφου. Στα μόλις 28 λεπτά του μιλάει για την αγάπη και το θάνατο (το ένα δεν αντικαθρεφτίζει το άλλο;) και τον χρόνο από τον οποίο δεν μπορεί ουδείς να ξεφύγει
Dr. Strangelove or: How I Learned to Stop Worrying and Love the Bomb (1964)
To “Dr Strangelove”, η κλασική ταινία του Στάνλεϊ Κιούμπρικ, πραγματεύεται τον δεσπόζοντα φόβο του Ψυχρού πολέμου: μια πιθανή διένεξη με πυρηνικά όπλα και τα συμπαρομαρτούντα ενός εφιαλτικού, αλλά καθόλου απίθανου πολέμου.
Το βλέμμα του Στάνλεϊ Κιούμπρικ εστιάζει στους θερμοκέφαλους των δύο πλευρών που αποζητούν την μέχρι εσχάτων σύγκρουση. Η κάμερα του σπουδαίου σκηνοθέτη σατιρίζει ανελέητα τη γελοιότητα των κορυφών των Δυο Δυνάμεων και ακόμα περισσότερο την ιδιοτέλειά τους, όταν η καταστροφή είναι προδιαγεγραμμένη.
Βρισκόμαστε σχεδόν στο τέλος της ταινίας, όταν οι βόμβες πρόκειται να πέσουν και το ρολόι της ανθρωπότητας μετράει αντίστροφα. Xωρίς η συντριπτική πλειοψηφία να το γνωρίζει ο θάνατος είναι επικείμενος με εξαίρεση μια μικρή ομάδα εκλεκτών που βρίσκεται στο Πεντάγωνο.
Στην αίθουσα των μεγάλων αποφάσεων τα νέα της καταστροφής δεν προκαλούν πανικό ανάμεσα στους παρευρισκόμενους, αλλά αντιθέτως πυροδοτούν το έναυσμα για τη μελλοντική τους σωτηρία. Ένας αμίμητος, συγκλονιστικός Πίτερ Σελερς, υποδυόμενος τον πρώην ( ; ) ναζί επιστήμονα ενημερώνει τον πρόεδρο (που τον υποδύεται πάλι ο Πίτερ Σέλερς) πως στα καταφύγια η ζωή μπορεί να συνεχιστεί παρά τον όλεθρο στην επιφάνεια. Εκεί μπορούν να επιζήσουν οι άνθρωποι με ηγετικές ικανότητες -δηλαδή οι παρευρισκόμενοι- και πάνω στους δικούς τους ώμους μπορεί να εναποτεθεί η αναγέννηση της ανθρώπινης φυλής, γιατί μόνο αυτοί μπορούν να αναλάβουν αυτό τον ρόλο.
Όταν ο πρόεδρος ψελλίζει πως η συλλογική καταστροφή θα ψυχοπλακώσει τους ελάχιστους επιζήσαντες, ο επιστήμονας, ο οποίος προσπαθεί μετά βίας να εμποδίσει το χέρι του να τείνει τον ναζιστικό χαιρετισμό, τον αποκαλεί «loser». Συνεχίζοντας τη μάχη με το χέρι το οποίο προσπαθεί να αυτονομηθεί από το υπόλοιπο σώμα του καταλήγει πως αυτοί που θα επιζήσουν θα έχουν μόνο το μέλλον να σκεφτούν. Στο τέλος το χέρι νικάει στην μάχη και χαιρετάει τον Χίτλερ.
Το αναμενόμενο φινάλε της ταινίας βουτάει τον θεατή στην απόλυτη απαισιοδοξία. Η φωνή της Vera Lynn ακούγεται πένθιμη. Το τραγούδι που τόνωνε τους πολεμιστές στον Β΄ παγκόσμιο: πριν χαθούν στον αχό της μάχης είχαν να ελπίζουν πως ίσως μετά, όταν η ειρήνη επιτέλους ανατείλει, θα ξανασμίξουν με την αγαπημένη τους.
Στο “Dr Strangelove” δεν υπάρχουν προσδοκίες, ούτε μπορεί κάποιος να τις καλλιεργήσει. Είναι το τέλος χωρίς ελπίδα συλλογικής επανεκκίνησης.
Fail Safe (1964)
Η ταινία γυρίστηκε δυο μόλις χρόνια μετά την κρίση στη Κούβα, που σημάδεψε τη δεκαετία με τον τρόμο για τις πιθανές συνέπειες της παρεκτροπής της σε γενικευμένη σύρραξη. Μετά την αποτυχημένη εισβολή στον Κόλπο των Χοίρων η Κούβα εγκατάστησε πυρηνικούς πυραύλους που προμηθεύτηκε απο την ΕΣΣΔ στο έδαφος της. Η τελευταία αισθανόμενη απειλούμενη απο αντίστοιχες κινήσεις των ΗΠΑ στα ευρύτερα σύνορα της τέντωνε το ήδη φθαρμένο σχοινί ανάμεσα στις σχέσεις των δυο υπερδυνάμεων.
Η γνωστοποίηση της ύπαρξης του εξοπλισμού οδήγησε σε διπλωματική σύγκρουση που αποκλήθηκε ως η πιο αγωνιώδης στιγμή του Ψυχρού πολέμου: η ώρα που μπορούσε να μετατραπεί σε Θερμό με ανυπολόγιστες συνέπειες.
Τελικά η συμφωνία ανάμεσα στους Τζον Κένεντι και Νικίτα Χρουστσόφ πρόλαβε τα χειρότερα και έθετε τις βάσεις για δίαυλο επικοινωνίας αποτροπής μελλοντικών κρίσεων. Ο φόβος, όμως, παρέμενε για το ενδεχόμενο ενος παρόμοιου σκηνικού.
Η ταινία επικεντρώνεται στην εγγενή αδυναμία των συστημάτων και των δύο χωρών να διαχειριστούν τα ανθρώπινα λάθη που μπορούσαν να θέσουν σε κίνηση το πυρηνικό οπλοστάσιο τους. Ο τίτλος ειναι ξεκάθαρα ειρωνικος -δεν μπορεί να υπάρξει ασφάλεια, όταν η πυρηνική βόμβα ειναι την ίδια στιγμή ένα αμυντικό πλεονέκτημα και το απόλυτο όπλο επίθεσης. Δεν γίνεται να υπάρξει διάκριση ανάμεσα στην αποτροπή μιας κρίσης και την ταυτόχρονη πυροδότηση μιας άλλης, πολύ καταστροφικότερης.
Ένας εσφαλμένος συναγερμός στα Αμερικανικά ραντάρ για επικείμενη Ρωσική απειλή προκαλεί την εκτέλεση των προβλεπόμενων αντιποίνων: ενα Αμερικανικό αεροσκάφος απογειώνεται προς την Ε.Σ.Σ.Δ. με μια πυρηνική βόμβα στα σπλάχνα του. Ο πρόεδρος της Αμερικής (ο πάντα υπέροχος Henry Fonda) ενημερώνει τον Σοβιετικό του ομόλογο για το τι πρόκειται να συμβεί. Οι προσπάθειες να ειδοποιήσουν τον πιλότο για το λάθος προσκρούουν στα ίδια τους τα πρωτόκολλα ασφαλείας: κάθε παρέκκλιση από την αρχική διαταγή θεωρείται από τον πιλότο ως δάχτυλος του εχθρού και κατά συνέπεια ο πιλότος κωφεύει στις δραματικές εκκλήσεις για ακύρωση της αποστολής.
Όσο το αεροπλάνο συνεχίζει να κινείται προς τον στόχο του στην Ρωσία, η αγωνία κορυφώνεται και ο πρόεδρος καλείται να διαχειριστεί το διαφαινόμενο για την άλλη πλευρά casus belli. Ο παραλογισμός βρίσκεται στο αποκορύφωμα του και τα υποψήφια θύματά του παραμένουν μέχρι το τέλος ανυποψίαστα για το τέλος που τους περιμένει.
Το “Fail safe” ειναι ανατριχιαστικό για το πόσο κοντά βρισκόταν η ανθρωπότητα στον αφανισμό. Για τα ανύπαρκτα σύνορα ανάμεσα στη πρόοδο και την καταστροφή. Για την ικανότητα του ανθρώπου, ως κατ’ εικόνα και ομοίωση του Θεού του, να καταστρέψει όσα δημιούργησε ο τελευταίος.
The Day After (1983)
Το Day after, τηλεοπτικής παραγωγής του 1983, είναι μία απο τις καλύτερες ταινίες με θέμα την πυρηνική καταστροφή που ελλόχευε στα πλαίσια του Ψυχρού πολέμου. Σημείωσε δε μεγάλα νούμερα τηλεθέασης την εποχή που προβαλλόταν και σίγουρα αυτά αντικατοπτρίζουν την τότε φλέγουσα επικαιρότητα.
Στα μέσα της δεκαετίας του ΄80 μια ενδεχόμενη στρατιωτική σύγκρουση των δυο υπερδυνάμεων δεν είχε υποχωρήσει ως πιθανή συνέπεια του ανταγωνισμού τους. Η εκ των υστέρων γνώση αναφέρει πως οι υπέρογκες δαπάνες για τον συνεχή εκσυγχρονισμό του πυρηνικού οπλοστασίου είχαν γονατίσει τη μία πλευρά. Η Ε.Σ.Σ.Δ., ήταν δέσμια της παράλογης εξοπλιστικής πολιτικής και σε συνδυασμό με τα χρόνια εγγενή οικονομικά της προβλήματα και το φιάσκο της επέμβασης στο Αφγανιστάν φυλλορροούσε σιωπηλά μέχρι που τελικά κατέρρευσε λίγο μετά.
Την εποχή εκείνη, στα πρόθυρα του τέλους του Ψυχρού πολέμου όπως αποδείχθηκε, η απειλή μιας πυρηνικής κόλασης ήταν παρούσα και η τρομαχτικά επίμονη σκέψη πως μπορούσε ανά πάσα στιγμή να υλοποιηθεί αποτυπώνεται στο “Day after”.
Η σπίθα ανάβει απο το πλέον συμβολικό μέρος του Ψυχρού πολέμου: το Βερολίνο. Το θεωρούμενο ως σύνορο ανάμεσα στον Ελεύθερο κόσμο απο τη μία και τις Λαϊκές Δημοκρατίες απο την άλλη χώριζε την πόλη στα δύο. Απο εκεί ξεκινάει ο πόλεμος με συμβατικά στην αρχή όπλα για μπουν στη πορεία της μάχης τα πυρηνικά που μετατρέπουν την αρχικά τοπική σύγκρουση σε παγκόσμια. Η αρχή του τέλους.
Οι σοβιετικές βόμβες πλήττουν την Αμερική σε διάφορες πόλεις και το ίδιο πράττουν οι αμερικανικές στην επικράτεια της ΕΣΣΔ. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ δηλώνει πως η χώρα γνώρισε ανυπολόγιστες απώλειες, αλλά δεν συνθηκολόγησε στους εχθρούς της.
Εμείς βλέπουμε τα αποτέλεσμα μέσα απο τα βιώματα τριών διαφορετικών ανθρώπων τοποθετημένων σε διαφορετικά μέρη. Όλοι είναι πλέον μελλοθάνατοι.
Στη ταινία, η μέρα μετά τη βόμβα, η Γη απο ένας ζωντανός πλανήτης μεταμορφώνεται αίφνης σε μια απέραντη no man’ s land: ενα απέραντο νεκροταφείο με τους επιζώντες να κυκλοφορούν ανάμεσα στα πτώματα γνωρίζοντας πως τους περιμένει κοινή μοίρα. Η επόμενη μέρα είναι ο θρίαμβος του θανάτου.
Dead Man’s Letters (1986)
Σύμφωνα με τον μύθο η πανέμορφη Πανδώρα στάλθηκε με το πρόσχημα του δώρου από τους Θεούς στους ανθρώπους, στην πραγματικότητα ήταν μέρος του σχεδίου της εκδίκησης για τα οφέλη που ο Προμηθέας- σε πείσμα της θείας βούλησης- προσπόρισε στους ανθρώπους. Μαζί της κουβαλούσε ένα πιθάρι (κουτί) που, αν και της ζητήθηκε να μην το ανοίξει λόγω της φιλοπερίεργης φύσης, ήταν αδύνατο να αντισταθεί στον πειρασμό. Όταν τελικά άνοιξε το πιθάρι, τα δεινά που κατατρύχουν την ανθρωπότητα μέχρι και σήμερα απελευθερώθηκαν από μέσα του, ο πόνος και η αγωνία, όλο το φορτίο που κουβαλάει κάθε θνητή ζωή.
Το μοναδικό στοιχείο που απέμεινε λίγο πριν ξεφύγει προς τους ανθρώπους ήταν η ελπίδα. Για άλλους συμβολίζει τη μεγαλοκαρδία των θεών που παρότι ευθύνονται για τις μάστιγες, έδωσαν και το φάρμακο στους ανθρώπους να τις αντιστρατευτούν. Για άλλους, η ελπίδα είναι το μεγαλύτερο κακό, το επιστέγασμα της ανθρώπινης τραγωδίας να πιστεύει πως το μέλλον κουβαλάει τις λύσεις για όλα τα προβλήματα.
Το σοβιετικό “Dead Man’s Letters” περιγράφει έναν κόσμο στον οποίο η πυρηνική καταστροφή έχει επισυμβεί και αφορά όλη την ανθρωπότητα, κάθε ελπίδα έχει εξανεμιστεί στα ερείπια. Εκτός από τον πρωταγωνιστή, σαν το απόλυτο τραγικό πρόσωπο, που επιμένει πως η σωτηρία μπορεί να βρεθεί. Πως ο επίλογος της ανθρωπότητας δεν έχει γραφτεί.
Το “Dead Man’s Letters” δημιουργεί ένα απόλυτο δυστοπικό περιβάλλον. Η ταινία φαίνεται ακόμα πιο τρομακτική αναλογιζόμενοι ως θεατές πως όταν γυρίστηκε η πυρηνική καταστροφή ήταν μια πιθανή πραγματικότητα για ένα κόσμο χωρισμένο απο τα σύνορα και τις έχθρες του Ψυχρού πολέμου.
Είναι η απόλυτη προειδοποίηση για τη συλλογική τρέλα που συνιστούσε ο ανταγωνισμός των πυρηνικών προγραμμάτων. Αν κάποτε οδηγούσε σε θερμό επεισόδιο, αυτό θα ήταν όχι μόνο βιβλική καταστροφή, αλλά η μεταμόρφωση του πλανήτη σε ένα αποπνικτικό σύμπαν χωρίς καμία ελπίδα ορθοπόδησης.
Ο ρεαλισμός και η αληθοφάνεια του “Dead Man’s Letters” ίσως πρέπει να του χαρίζουν το χρίσμα της πιο ακριβούς αποτύπωσης του πιο εφιαλτικού σεναρίου.