Στη νέα ταινία του Αντρέα Ντι Στέφανο που έκανε πρεμιέρα στο Φεστιβάλ του Βερολίνου του 2023 ο Πιερφραντσέσκο Φαβίνο παίρνει σκυτάλη από τον «Προδότη» και την «Προδοσία» και παραδίδει μία ακόμα σπουδαία ερμηνεία στο κοινό. Η ώρα της σύνταξης φτάνει για τον υπαστυνόμο. Θα ηρεμήσει, θα έχει τον χρόνο που τόσο επιθυμούσε για τον εαυτό του και την οικογένειά του. Όταν όμως ο άνθρωπος κάνει σχέδια, ο Θεός γελάει. Ένα απρόοπτο συμβάν θέτει τα πάντα στον αέρα. Η μεγάλη εισπρακτική επιτυχία του ιταλικού σινεμά έρχεται στην πατρίδα μας. Ένα πανοραμικό πλάνο, ιδανική επιλογή της μουσικής και η αγωνία στα ύψη.
Μιλάνο, ένα σύγχρονο αστικό κέντρο που κυριαρχεί η «νύχτα». Η έξοδος του έργου στις αίθουσες συμβαδίζει χρονικά με τον θάνατο του Μπερλουσκόνι που ουσιαστικά έβαλε ένα σημαντικό λιθαράκι σε αυτή τη «μετά-Δημοκρατία», με την επικράτηση του κοινωνικού «δαρβινισμού» που έφερε μετά από διαδοχικές εκλογικές διαδικασίες στην εξουσία την Μελόνι. Εξυπηρετήσεις, συμβιβασμοί, διαφθορά, διαπλοκή. Ο Φράνκο δοκιμάζεται. Δεν έχει πυροβολήσει ποτέ σου σε τριανταπέντε χρόνια υπηρεσίας μέχρι την τελευταία βάρδια. Η πολύπλευρη κρίση και η ηθική κατάπτωση δεν αφήνουν περιθώρια διαφυγής. Σχέσεις ανταλλαγής, ένα κύκλωμα που ξεπερνάει τους κρατικούς θεσμούς.
Ο πειρασμός μεγάλος για κάθε εμπλεκόμενο. H ματιά του πρωταγωνιστή είναι χρήσιμη, όπως κι η εμπειρία του. Πουλάει τη ψυχή του στον διάβολο και συνθηκολογεί. Όταν όμως μπει στο νερό, το ποτάμι δεν έχει επιστροφή. Το τηλέφωνο χτυπάει συνεχώς, διαδοχικά μηνύματα αποκωδικοποιούνται. Συμφωνίες αθετούνται μέσα σε λίγα λεπτά και οι όροι της «συνδιαλλαγής» αλλάζουν δίχως προειδοποιήσεις. Ένας πράος άνθρωπος μετατρέπεται σε αγρίμι. «Μας είπαν ότι δε θα πυροβολούσατε». Είναι ικανά τα υλικά αγαθά να αφαιρέσουν την ανθρωπιά μας;
Τύψεις κατακλύζουν εσωτερικά τον Φράνκο. Νιώθει απολογούμενος στην οικογένειά του. «Για την αγάπη έκανα θυσίες». Γνωρίζει πως η επόμενη ημέρα δε θα είναι όπως τη σχεδίαζε. Δε θα υπάρχει ξεγνοιασιά, ούτε ηρεμία, αλλά ένα διαρκές άγχος και ένα βαθύ τραύμα ψυχικό. Πάντα θα θέλει να απολογηθεί, αλλά δε θα μπορεί. Δε θα υπάρχει χώρος και χρόνος. Θα καταδικάσει έμμεσα όσους αγαπάει εφόσον μιλήσει. Οι εικόνες της τελευταίας βραδιάς στοιχειώνουν τον υπαξιωματικό.
O σκηνοθέτης αφιερώνει αυτή την ταινία σε ανθρώπους που προσπαθούν να είναι καλοί, όπως ο Φράνκο Αμόρε, όπως ο πατέρας του, όπως τονίζει χαρακτηριστικά. «Παρακολουθούμε την κατάβαση στην κόλαση ενός τίμιου ανθρώπου, ενός αφοσιωμένου συζύγου, ενός αξιόπιστου φίλου και ενός αστυνομικού, τον οποίο οι συνάδελφοί του θαυμάζουν για την ακεραιότητα και την αφοσίωσή του. Διασκέδασα πολύ βλέποντας την πραγματική εκδοχή των χαρακτήρων μου. Εμπνεύστηκα από την αγάπη μου για το στιλ του Κουροσάβα και το ενδιαφέρον μου για τις τεχνικές σασπένς του Χίτσκοκ, προσπαθώντας να κάνω μια ρεαλιστική αστυνομική ταινία που διαδραματίζεται στη σύγχρονη Ιταλία. Το πρόσωπο του Φράνκο Αμόρε ήταν πάντα αυτό του Πιερφραντσέσκο Φαβίνο. Και τότε, κάποια στιγμή, κατά τη διάρκεια των πρώτων ημερών των γυρισμάτων, όλα άλλαξαν και η ταινία έγινε δική μου. Βλέποντας τη βαθιά ανθρωπιά στο βλέμμα του Πιερφραντσέσκο όταν χαμογελούσε στη Βιβιάνα, συνειδητοποίησα τελικά ότι έκανα μια ταινία για τον πατέρα μου», υποστήριξε.
Το ξεκαθάρισμα των λογαριασμών εξελίσσεται με ιλιγγιώδεις ρυθμούς. Η κάμερα μας δίνει και πάλι πλάνα από ψηλά. Σα να κάνει έναν μεγάλο κύκλο. Το πρόβλημα απλώνεται σε όλο το Μιλάνο, σε όλη τη Ιταλία, σε όλη την Ευρώπη, σε όλον τον κόσμο. Ο «Ρομπέν των Δασών» κάνει τον επίλογό του και φεύγει από τη σκηνή την ώρα που η αυλαία έχει αρχίσει ήδη να πέφτει. Μία μοναχική πορεία που από εδώ και στο εξής καθορίζει τα επόμενα βήματα της ζωής του. Μετάνιωσε; Όσος χρόνος κι αν περάσει όμως, τίποτα από τα πεπραγμένα δεν πρόκειται να αλλάξει…