Το σκηνοθετικό ντεμπούτο του Ερνστ Ντε Γκιρ (με συν-σεναριογράφο τον Μαντς Στέγκερ) δείχνει έναν δρόμο αντιμετώπισης μίας ψευδεπίγραφης πραγματικότητας. Συχνά αυτή βαφτίζεται ως ο δρόμος πως την επιτυχία, στη μεγάλη της εικόνα καταλήγει όμως μία φυλακή της ψυχής και των σωμάτων που αρνούνται να δουν κατάματα τι συμβαίνει, καθώς τρέχουν έναν μαραθώνιο διαρκείας χωρίς σταματημό. Μοναδική ελπίδα να αντικρύσουν κατάματα την αλήθεια είναι για κάποιον λόγο να σταματήσουν και να χρειαστεί μέσα από μία διαδικασία ενδοσκόπησης να επανιεραρχήσουν τις προτεραιότητές τους αντιλαμβανόμενοι πόσο πολύτιμο χρόνο έχασαν. Επειδή ακριβώς η ταινία αγγίζει αυτές τις ευαίσθητες χορδές της ανθρώπινης υπόστασης κέρδισε το Βραβείο Διεθνών Κριτικών (FIPRESCI) στο Κάρλοβι Βάρι.
Ο Αντρέ κι η Βέρα είναι ένα ζευγάρι που ιδρύει μία start up κι αναζητεί οικονομικά “συμπαίχτες” για να αναπτύξει το εγχείρημά της σε σύντομο χρονικό διάστημα. Όταν μία πρόσκληση φτάσει και φανεί φως στην άκρη του τούνελ θα ξεκινήσουν απροσδόκητα προβλήματα με αφορμή μία συνεδρία υπνοθεραπείας. Οι αιτίες όμως είναι βαθύτερες. Τα τραύματα είναι βουβά και τα σημάδια τους ανεξίτηλα. Η Βέρα έχει συνηθίζει να σιωπά, έχει κάνει κομμάτι του εαυτού τους να υποχωρεί, τον έχει πείσει πως αυτός είναι ο σωστός δρόμος. Τώρα όμως βλέπει καθαρά και δε βλέπει την προοπτική και το μέλλον που ονειρευόταν και θα ήθελε. Δυσκολεύεται να το διαχειριστεί.
Σε μία κοινωνία υψηλών επιδόσεων και χαμηλών απαιτήσεων όσο οξύμωρο κι αν μοιάζει δύο νέοι προσπαθούν να βρουν την ταυτότητα και τον ρόλο τους στον ιστό. Η διακοπή του καπνίσματος αποτελεί το σημείο μηδέν, ώστε να ανοίξει ο ασκός του Αιόλου; Τελικά το δίδυμο είναι περισσότερο ζευγάρι ή δύο επαγγελματίες που έχουν κάνει έναν συμβιβασμό; Όλες αυτές τις σκέψεις μας βάζει ο Γκιρ. Να αναζητήσουμε τις συνέπειες, τον αντίκτυπο, το μετά, αλλά ταυτόχρονα να δούμε και στον πριν, πως δηλαδή φτάνουμε σε αυτό το σημείπ. Σατιρίζει και στηλιτεύει το “δήθεν”. Δεν υπάρχει τεχνητή ευτυχία κι όσο κι αν εξελιχθεί η τεχνολογία τα συναισθήματα πολύ δύσκολα θα τα υποκαταστήσει. Μπορεί να τα σβήσει, όχι όμως να τα αντικαταστήσει όσα όπλα κι αν έχει στη φαρέτρα της.
Η “Ηπιόνη” (σύζυγος του Ασκληπιού) γίνεται η εφαρμογή διαβατήριο για την ανέλιξη των Αντρέ και Βέρα. Στην πραγματικότητα όμως δεν αρκεί για τους κάνεις χαρούμενους. Η σύγχυση κυριαρχεί. Η αναποφασιστικότητα οδηγεί στην εμφάνιση του αδιεξόδου που είχε κρυφτεί καλά κάτω από το χαλάκι. Η ανασφάλεια γίνεται ο χειρότερος σύμμαχος και τα προβλήματα καθημερινά μεγιστοποιούνται. Ο δημιουργός κοντράρεται στα ίσια με το “πολίτικαλ κορρέκτ” και την κατ΄επίφαση ευγένεια. Αναζητεί την αυθεντικότητα. Παρουσιάζει τον ανταγωνισμό και τον συναγωνισμό στις μορφές του τόσο στην κοινωνία, αλλά και σε μία σχέση. Δεν θέλει να δώσει εύκολες απαντήσεις να μας προκαλέσει για ένα ταξίδι στα ενδότερά μας.
Σαρωτικός ο Χέρμπερτ Νόρντρουμ που δημιουργεί άτυπα μία γέφυρα με τον “Χειρότερο Άνθρωπο στον κόσμο”. Ο δρόμος για την καταξίωση θέλει μεγάλες αντοχές και κι ας είμαστε ειλικρινείς, θυσίες. Απαιτεί όμως ειλικρίνεια πρώτα απ΄όλα προς τον ίδιο μας τον εαυτό. Για να μπορέσουμε να στηρίξουμε μία σχέση, πρέπει πρώτα απ΄όλα να έχουμε λύσει τα δικά μας ζητήματα. Ο Γκιρ δε διστάζει μεγαλώνοντας το μικρού μήκους “Culture” του 2018 και φτιάχνοντας την “υπνοθεραπεία” να καταπιαστεί με όλα αυτά τα υπαρξιακά ερωτήματα, προσπαθώντας να δώσει απαντήσεις στην μεγάλη οθόνη.
Μέσα σε 100΄περνάει το μήνυμα πως για να συνεχίσουμε οφείλουμε να κοιταχτούμε στον καθρέφτη και να χαμογελάσουμε. Αν δεν τα καταφέρουμε σε κάποιο επίπεδο υπάρχει πρόβλημα κι οφείλουμε το συντομότερο να το λύσουμε. Ο καθωσπρεπισμός δέχεται ένα χτύπημα από αυτό το έργο. Οι Σκανδιναβοί που οι περισσότεροι θεωρούμε πως δεν έχουν προβλήματα, επειδή έχουν υψηλότερο βιοτικό επίπεδο συχνά υποφέρουν και κανείς δεν μπορεί να βγάζει αυθαίρετα συμπεράσματα ελαφρά την καρδία. Αυτό είναι το επιμύθιο μίας παραγωγής που συζητιέται ολοένα και περισσότερο σε παγκόσμια κλίμακα.