Πρόκειται αδιαμφισβήτητα για έναν από τους σπουδαιότερους κινηματογραφιστές στον κόσμο. Έχοντας κλείσει τα 75 του χρόνια η αίσθησή μου είναι πως μέσα του ξεκίνησε μία διαδικασία ενδοσκόπησης, περισυλλογής και αποτίμησης. Αυτό μαρτυρά αρχικά το “West Side Story” και φυσικά το “Fabelmans”, που έκανε πανελλήνια πρεμιέρα ως ταινία έναρξης στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης. Δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε, αν τελικά κερδίσει κάποιο ή κάποια Χρυσά Αγαλματίδια, πάντως είναι μία βαθιά εξομολόγηση που συγκινεί τον θεατή δίχως σε καμία περίπτωση να το εκβιάζει ως συναίσθημα.
Ο μικρός Σαμ έχει παρακολουθήσει το “Greatest Show on Earth” του Σέσιλ Ντε Μιλ. Ποιο είναι το κυρίαρχο ένστικτο που ενεργοποιείται σε αυτήν την πρώτη του επαφή; Θεωρώ πως είναι κάτι μεταξύ άμυνας και αυτοσυντήρησης, που προκύπτει αφενός από το δέος μπροστά στην μεγάλη οθόνη και τον φόβο απέναντι στο περιεχόμενο. Αυτές οι δύο έννοιες όμως έρχονται να σημαδέψουν τη διαδρομή του πρωταγωνιστή μας. Από εκείνη τη στιγμή κι αφού τα χέρια του πιάνουν, θα ασχοληθεί με την κινούμενη εικόνα και στο βάθος θα ονειρεύεται βήμα βήμα πως μπορεί να γίνει ένας σπουδαίος σκηνοθέτης.
Καθώς αναπτύσσεται η πλοκή στο προσκήνιο έρχονται τα μέλη της οικογένειάς του. Ο «καριερίστας» πατέρας στον κλάδο της τεχνολογίας, η μητέρα που έπνιξε τις καλλιτεχνικές της πτυχές για να ακολουθήσει κι ο φίλος της οικογένειας, που είχε πάντα έναν «υποστηρικτικό» ρόλο. Σε αυτήν την πορεία θίγονται ευαίσθητα ζητήματα όπως τα ερεθίσματα που δίνουν οι γονείς στα παιδιά τους από τη νηπιακή ηλικία, η σχέση πατέρα-γιου με τις ιδιαιτερότητές της, το πάθος για την καταξίωση («δεν είναι χόμπυ μπαμπά»), ο αντισημιτισμός και η ανάδειξη ενός ατόφιου ταλέντου (καταλυτική η παρουσία του θείου που γιγαντώνει το εγώ του εκκολαπτόμενου αστέρα).
Όταν ο Σπίλμπεργκ σου παραδίδει τη σκυτάλη πάει να πει πως σε εμπιστεύεται. Ο λόγος για τον Γκάμπριελ Λα Μπελ που αποτελεί και την αποκάλυψη του φιλμ ως Σάμι (κι όχι Στίβεν). Τον πλαισιώνουν εξαιρετικά η Μισέλ Γουίλιαμς και οι Πολ Ντεϊνό – Σεθ Ρόγκεν, ενώ από την αναφορά μας δε θα μπορούσε να λείψει η παρουσία του Ντέιβιντ Λιντς ως Τζον Φορντ στο φινάλε. «Στη σκιά πνίγει τα όνειρά μας η ζωή που τρέχει πολύ γρήγορα». Κι όμως κάποιοι καταφέρνουν να διεκδικήσουν και να πάρουν όσα αξίζουν. Οι δυσκολίες στις ανθρώπινες σχέσεις σφυρηλατούν τους χαρακτήρες και όταν έρθει η ώρα τα αντανακλαστικά είναι υποδειγματικά.
Μία γλυκόπικρη ιστορία με την αγάπη να κυριαρχεί. Ενθουσιασμός, έρωτας, λατρεία, ανωτερότητα κι εναλλαγές που σαστίζουν τον θεατή. Ο δημιουργός δίνει ένα στίγμα της διαδρομής του. Θέλει να μοιραστεί μαζί μας πλέον τον δρόμο προς την επιτυχία, που όπως φαίνεται σε καμία περίπτωση δεν ήταν στρωμένος με ροδοπέταλα. Υπαρξιακά ερωτήματα, στοχασμοί μίας ολόκληρης διαδρομής κι ως επιμύθιο ότι ο ορίζοντας πρέπει να βρίσκεται είτε στο πάνω, είτε στο κάτω μέρος του κάδρου και ποτέ στη μέση αυτού…