Η καλύτερη γερμανική ταινία του 2024 φέρει τη σφραγίδα Ματίας Γκλάσνερ. Βραβευμένη για το σενάριο της στο Φεστιβάλ του Βερολίνου, καθώς εξετάζει με μεγάλη ευαισθησία στην προσέγγισή του το ζήτημα της φθοράς του χρόνου πάνω στο θνητό σώμα. Με το έργο του διαλύει τα σύνορα και την “τεχνητή ευτυχία”, δημιουργεί μία άβολη, άλλα πέρα για πέρα ρεαλιστική ιστορία που θα μπορούσε να συμβαίνει στη διπλανή μας πόρτα και πυροδοτεί τη σκέψη μας σχετικά με το τι πρέπει να σκεφτόμαστε καθημερινά, δείχνοντάς μας την πυξίδα για τη μεγάλη εικόνα ανάγνωσης των πραγμάτων. Είναι άραγε πιο τραγικός ο επίλογος όταν μιλάμε για τον θάνατο ή η επώδυνη διαδρομή;
Τα πρώτα δέκα λεπτά δείχνουν την αποσύνθεση του ανθρώπινου σώματος. Η σύζυγος ξεπερνάει τα όριά της για είκοσι χρόνια. Οι αντοχές έχουν εξαντληθεί. Βοήθεια δε φαίνεται πουθενά στον ορίζοντα. Φθορά, πόνος, απώλεια μνήμης. Οι νευρώνες εξασθενούν και μαζί χάνονται όλες οι στιγμές στο πηγάδι της λήθης. Αναρωτιέται κανείς πού είναι οι συγγενείς κι οι φίλοι; Πριν το τέλος μένει ο καθένας μόνος του; Γεννιέται άραγε ο καθένας μόνος και μόνος φεύγει από τη ζωή; H οξυδέρκεια του δημιουργού όμως δεν αφήνει τον θεατή να βυθιστεί στο σκοτάδι, καθώς έχει αρκετό δρόμο να διανύσει.
Ο μαέστρος Τομ αναζητεί την αρμονία στη σκηνή και τη πετυχαίνει παρ΄ότι έχει να κάνει με δύσκολους συνεργάτες. Αντιθέτως στην προσωπική του ζωή υπάρχει αστάθεια και έλλειψη ισορροπίας. Αποτελεί το καμάρι της οικογένειας για το κύρος του σε αντίθεση με την αδελφή του, Έλεν που σπουδάζει οδοντιατρική, αλλά έχει άστατη ζωή. Κι οι δύο είναι ουσιαστικά αποκομμένοι από τους γονείς και τους έχουν αφήσει στην μοίρα τους. Ο σκηνοθέτης φέρνει τον θεατή μπροστά σε ένα καθρέφτη και τον καλεί να αναλογιστεί τα λάθη, την πορεία τις επιλογές του. Οι νότες χιούμορ δίνουν μία ανάσα, αλλά το επείγον της υπόθεσης δεν αφήνει πολλά περιθώρια διαφυγής.
Καταρρίπτεται εμφατικά ο μύθος του ευτυχισμένου Βορρά και της Κεντρικής Ευρώπης της ευμάρειας. Τα προβλήματα των ανθρώπων πηγάζουν μέσα από τις συμπεριφορές. Η αποξένωση που χαρακτηρίζει την εποχή μας αναπτύσσεται σε διαφορετικά επίπεδα. Μία ξεκούρδιστη μπάντα που όσο κι αν προσπαθούν οι πρωταγωνιστές δεν μπορεί να βρει την επιθυμητή αρμονία και να αποδώσει. Όσο καλός κι αν είναι κανείς στη δουλειά του, είναι δύσκολο να καλύψει αυτό το κενό. Μόλις ηρεμήσει και βρει τον χρόνο οι σκέψεις θα έρθουν ξανά στο μυαλό του. Η απόσταση φέρνει απόσταση και το χάσμα μεγαλώνει.
Ο Γκλάσνερ κινηματογραφεί επίμονα με έμφαση στη λεπτομέρεια. Ανέφερε μάλιστα σε συνέντευξή του ότι η ταινία βασίζεται σε προσωπικά και οικογενειακά βιώματα. Ο φακός του παίζει με τα χρώματα. Δεν είναι εύκολο το χρώμα να νικήσει το μαύρο. Τα πάντα ξεκινούν από τη ψυχολογία και τη διαχείριση των καταστάσεων. Απαιτείται διάλογος στους σωστούς χρόνους και πείσμα κόντρα στο ρεύμα της παραίτησης και της φυγής που φαινομενικά δίνει μία ασφάλεια, αλλά σε βάθος χρόνου δημιουργεί ρήγματα που συρρικνώνουν τους δεσμούς κι οδηγούν μαθηματικά σε αδιέξοδο. Το “Sterben” (πεθαίνοντας) χρησιμοποιείται κυριολεκτικά και μεταφορικά. Είναι ένας τίτλος του “Whiplash”, “ Xωρίς Μέτρο”.
Πλησιάζοντας όμως προς το τέλος, το χάσμα οξύνεται εκ των πραγμάτων, τότε όλοι (σχεδόν) συνειδητοποιούν όσα ο φόβος τους είχε κάνει να χάσουν. Οι ανθρώπινες σχέσεις είναι πάντα δύσκολες, η εξέλιξη των γενεών οδηγεί σε διαρκή εμπόδια κι η σύγκλιση γίνεται ολοένα και πιο σύνθετη υπόθεση. Από τη φύση του το είδος όμως έχει ανάγκη την επαφή, την επικοινωνία και τη συντροφικότητα. Αυτό είναι που αφήνει ως επιμύθιο ο Γκλάσνερ σε αυτή του τη δουλειά. Μία ιστορία για την ανιδιοτελή αγάπη και μία ματιά στο τι πραγματικά συμβαίνει και πόσο τελικά απέχει από το ονειρικό, το ουτοπικό, το ρεαλιστικό. Ένα έργο ζωής που παρά τη διάρκεια των τριών ωρών δε σε αφήνει στιγμή να βαρεθείς, αντίθετα σε φέρνει με έναν μοναδικό τρόπο προ των ευθυνών σου …
➪ Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.