Επιστροφή του Οζ Πέρκινς μετά το ατυχές “Γκρέτελ και Χάνσελ” στις θερινές αίθουσες. Αυτή τη φορά δένει αρμονικά την καλλιτεχνική ατμόσφαιρα με τη δράση και δίνει μεγαλύτερη έμφαση στην ουσία, αποφεύγοντας τα κακώς κείμενα της προηγούμενής του προσπάθειας. Μία από τις αναμενόμενες ταινίες του καλοκαιριού κάνει πρεμιέρα και μας καλεί να ανακαλύψουμε τα μυστικά της μέσα σε έναν λαβύρινθο που μας δίνει διέξοδο διαφυγής 100΄μετά την έναρξή της. Ως τότε οφείλουμε να είμαστε διατεθειμένοι να “βασανιστούμε” και να ταξιδέψουμε σε ρυθμούς που οι περισσότεροι δεν έχουμε συνηθίσει.
Serial killer σκορπάει φόβο και λειτουργεί με “χειρουργική” ακρίβεια. Φέρνει εις πέρας τις αποστολές του και συνεχίζει με αμείωτο ρυθμό το “ξεκαθάρισμα”. Οι αρχές αναζητούν τρόπο να φτάσουν στα ίχνη του, καθώς γνωρίζει να εκτελεί πιο γρήγορα από τη σκιά του. Το δύσκολο έργο αναλαμβάνει η πράκτορας του FBI, Λι Χάρκερ. Σε σύγκριση με άλλους ανάλογους χαρακτήρες η Λι μοιάζει ευάλωτη. Δεν είναι μία “αποστειρωμένη” ύπαρξη που το μόνο που την ενδιαφέρει είναι να πετύχει τον στόχο. Σύντομα θα γοητευτεί από το μαύρο του σκοταδιού και τους πειρασμούς που την καλούν σε αχαρτογράφητα μονοπάτια. Η διαρκής ακροβασία την εξαντλεί και φέρνει στην επιφάνεια το στίγμα του παρελθόντος. Η μνήμη και τα ανεξίτηλα τραύματα μας κυνηγούν κι αρκεί μία στιγμή για να ξυπνήσουν.
Ο σκηνοθέτης εμβαθύνει πάνω στην ανθρώπινη ιδιοσυγκρασία και τη ψυχοσύνθεση των δύο ηθοποιών. Η μετάλλαξη του Κέιτζ σωματικοποιείται. Αν δει κανείς το πρόσωπό του με προσοχή του θα νιώσει την αλλοίωση των χαρακτηριστικών του. Το μίσος τον διαβρώνει. Οι αμαρτίες που περνούν στο ασυνείδητο τον στοιχειώνουν κι ας μείνει αφήνει το παραμικρό να βγει στην επιφάνεια. Έχει χάσει το παιχνίδι κι ας μοιάζει να βρίσκεται στην πλευρά των νικητών. Το δραματικό βάθος που δίνεται στους χαρακτήρες αποτελεί το κλειδί της επιτυχίας. Δημιουργείται μία συνθήκη ορίων και ευαίσθητων κόκκινων γραμμών. Αν το σκεφτούμε καλύτερα όμως, έτσι είναι ολόκληρη η ζωή.
Πέρα από τη δράση, τα στοιχεία αστυνομικής περιπέτειας και horror film, ο Πέρκινς μοιάζει να έχει βρει τον δικό του κώδικά για να αφήσει μία χροιά κοινωνικής κριτικής για την οπλοκατοχή στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής. Θυμήθηκα το “Αιματοβαμμένο Έθνος” του Πωλ Όστερ. Ο κινηματογράφος συναντάει με έναν μοναδικό τρόπο τη λογοτεχνία και στέλνουν ένα παγκόσμιο μήνυμα. Παράλληλα αναπτύσσεται πολυδιάστατα η αρχέγονη πάλη του καλού με το κακό, που έχει ταλαιπωρήσει το ανθρώπινο είδος για χρόνια. Σταδιακά δημιουργείται μία αποπνικτική ατμόσφαιρα. Το οξυγόνο εξαντλείται και το μονοξείδιο του άνθρακα οδηγεί θέλοντας και μη σε ένα επώδυνο τέλος.
Εικόνες και ήχοι δένουν αρμονικά, παύση και σιωπή λειτουργούν ιδανικά. Δημιουργείται ένα σύνθετο πλέγμα που η αισθητική του μας δίνει ανάσες. Ο Νίκολας Κέιτζ επιστρέφει με μία σαρωτική ερμηνεία, τόσο εσωτερική που μας φέρνει συνειρμικά στο μυαλό τα “Σταυροδρόμια της Ψυχής” του Μάρτιν Σκορσέζε (1999). Μία ταινία που εκτιμήθηκε χρόνια μετά την προβολή της. Μοιάζει ο χρόνος να σταμάτησε εκεί και τώρα ο σπουδαίος ηθοποιός παίρνει ξανά τη σκυτάλη και μεγαλουργεί. Στο πλευρό του η Μάικα Μονρό. Τον συμπληρώνει ιδανικά και αποτελεί τον ορισμό της ευχάριστης αποκάλυψης.
Στόχος του δημιουργού είναι να κρατήσει τους θεατές σε εγρήγορση μέχρι το τελευταίο δευτερόλεπτο. Το πετυχαίνει. Η σύγχρονη αποξένωση οδηγεί σε παραίτηση, εδώ όμως σε όλα τα μονοπάτια κρύβεται και μία αλήθεια που ανατρέπει την πρότερη κατάσταση και δημιουργεί μοχλό πίεση για τα επόμενα βήματα. Ένα αληθινό διαμαντάκι για το φετινό καλοκαίρι που αξίζει να προτιμηθεί και αποτελεί την ταινία μίας εβδομάδας που κρύβει τουλάχιστον άλλη μία εξαιρετική επιλογή, το “Πάντα Υπάρχει το Αύριο” της Πάολα Κορτελέζι.