“Επιτέλους Φθινόπωρο”… Ένα υποδόριο σχόλιο για την κλιματική αλλαγή και τις συνέπειές της. Η κόρη παίζει κόντρα μπάσο, μία σαφής κατεύθυνση προς την παιδεία και τη δημιουργία κι η οικογένεια αγκαλιάζεται… Εξιδανίκευση και θαλπωρή. Κάπως έτσι κυλούν τα πρώτα 3΄μίας ταινίας που διαρκεί 139΄. Ο Παρκ Τσαν-Γουκ έχει πει ήδη πάρα πολλά. Από τη σαγήνη του “Oldboy”, στη γλυκιά τρέλα της “Υπηρέτριας” κι από εκεί στη σύγχυση της “Απόφασης Φυγής”. Ο Νοτιοκορεάτης σκηνοθέτης μάχεται από την καρέκλα του σκηνοθέτη για έναν καλύτερο κόσμο και πλησιάζει η ώρα της δικαίωσής του με ένα τουλάχιστον Όσκαρ. 

Πηγή έμπνευση το “Τσεκούρι” του Ντόναλντ Ε.Γουέστλεϊκ. Ο Παρκ το διαβάζει και το αποδίδει με έναν διαφορετικό τρόπο από τον Κώστα Γαβρά (2006). Έτσι ακριβώς πολλαπλές αναγνώσεις έχει και το “Καμία Άλλη Επιλογή”. Φυσικά αποτελεί ένα δριμύ κατηγορώ σε ένα σύστημα που διαλύει τους ανθρώπινους δεσμούς, αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Η ατάκα, “Αγάπη μου με εμπιστεύεσαι”; συνοψίζει όλον τον κόσμο του σήμερα. Αυτόν της επισφάλειας, του φόβου, της αμφιβολίας. Μέσα σε αυτή τη συνθήκη συχνά οι ρόλοι αντιστρέφονται και συχνά η σύζυγος καλείται να σηκώσει το βάρος της ισορροπίας. 

Η εποχή του χαρτιού σε όλα τα επίπεδα περνάει στην ιστορία. Το εργοστάσιο της “Solar Paper” ακολουθεί το ρεύμα της εποχής. Ο Μαν-σου ρομαντικός και ιδεαλιστής πασχίζει απέναντι στη σύγχρονη εργοδοσία, το ποτάμι όμως δε γυρίζει πίσω. “Το όπλο βάζω στον εχθρό”. Σύντομα η σκυτάλη περνάει από τους υφιστάμενούς του στον ίδιο και η “αγχόνη” τον πνίγει. Καλείται εν κινήσει να επαναπροσδιορίσει τα πάντα. Ακροβατεί σε τεντωμένο σχοινί και μπροστά του υπάρχει με μεγάλα γράμματα όσο περνάει ο καιρός μόνο μία λέξη Α-ΔΙΕΞΟΔΟ. 

Με κινητήριο μοχλό τον Λι Μπιονγκ-χου ξετυλίγεται το κουβάρι της πλοκής. Από την ηθική μέχρι την επιβίωση ο άνθρωπος για να επιβιώσει γίνεται αγρίμι. Τον κυριεύουν τα ένστικτα που θυμίζουν πως ανήκει στο ζωικό βασίλειο. Ο πρωταγωνιστής μεταμορφώνεται συνεχώς εσωτερικά. Οι όμορφες σκηνές των πρώτων λεπτών ανήκουν οριστικά στο παρελθόν κι ο ίδιος καλείται να “απασφαλίσει” για να μείνει ζωντανός στην αρένα. Δεν έχει “Καμία Άλλη Επιλογή”. Μονόδρομος η προσαρμογή στον σύγχρονο νόμο της εξέλιξης. 

Δομείται ιδανικά μία μαύρη κωμωδία που θίγει τα κακώς κείμενα και τις νόσους της εποχής. Ο Παρκ γνωρίζει πολύ καλά με ένα εξαιρετικό σενάριο τι θέλει να δείξει. Από που ξεκινάει και που θέλει να φτάσει. Κύρια συστατικά του ο κυνισμός και το χιούμορ. Ολα αυτά δένουν αρμονικά με την υποδειγματική φωτογραφία του Κιμ Γου-χιανγκ και το μουσικό score του Τσο Γιανγκ-γουκ. Ειδικά η μουσική αποτελεί συνοδεία σε κάθε εξέλιξη κι αναπόσπαστο κομμάτια αυτής της μεγάλης επιτυχίας. Η εργασία αποτελεί κομβικό, ταυτοτικό κομμάτι. Δίνει υπόσταση και ρόλο στον κοινωνικό ιστό. 

Με μεγάλη μαεστρία ο Παρκ μας οδηγεί σε ένα φινάλε που πολύ δύσκολα θα μπορέσει να ξεχάσει κανείς. Τα γεγονότα τρέχουν με μορφή χιονοστιβάδας. Μέχρι την επόμενη ταινία του κανείς δε γνωρίζει τη μορφή θα έχει πάρει ο πλανήτης. Αν σκεφτούμε ένα βήμα πιο πέρα από την “τροφή” που μας δίνει ο δημιουργός ίσως ο παράγοντας άνθρωπος να μη χρειάζεται και τόσο. Δεν είναι μοιρολατρία, αλλά μία αλλαγή κλιμακούμενης έντασης που κανείς δε γνωρίζει που θα σταματήσει. Ο Νοτιοκορεάτης σκηνοθέτης έκανε το χρέος του. Άφησε το μήνυμα του για την εποχή και μένει να φανεί, αν και κατά πόσο σήμερα, ο κινηματογράφος έχει τη δύναμη να αλλάξει τον κόσμο. 

 

 Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.