Στο φετινό Φεστιβάλ της Βενετίας μπορεί το “Τζόκερ” να μην κέρδισε τον Χρυσό Λέοντα, ούτε ο Φίνιξ το Βραβείο ανδρικής ερμηνείας, ωστόσο ο σκηνοθέτης του εξελίσσεται μέσα από το έργο του και μεταβαίνει σε έναν νέο κινηματογραφικό είδος και μία άλλη πλευρά ενός πληγωμένου χαρακτήρα που μάθαμε να είναι ο κακός, αλλά η πραγματικότητα διαφέρει. Ο Άρθουρ Φλεκ δε χρειάζεται να προσποιείται πως γελάει, το παρατσούκλι του δεν είναι πλέον “happy”, το σημαντικότερο όμως δεν νιώθει μόνος. Δημιουργείται έτσι μία διέξοδος από τις νόσους της εποχής που αφήνουν πίσω τους τη μοναξιά κι όσα δεινά αυτή προκαλεί.
Αφετηρία τα κόμικς, αλλά και στο ανερχόμενο animation. Ο Τοντ Φίλιπς παντρεύοντας ερμηνευτικά τον θρύλο Χόακιν Φίνιξ με την άκρως ανερχόμενη κι εκφραστική Lady Gaga δημιουργεί ένα κινηματογραφικό ντελίριο γεμάτο διαδοχικές επανεκκινήσεις ματαιώσεις, όπως συμβαίνει στην ίδια μας τη ζωή. Ένας ύμνος για την ανεξάντλητη δύναμη του ανθρώπου, για την συμβολή της μουσικής στην ισορροπία μας, για το μαζί και την αγάπη που είναι ικανή να μας ανάγει προς το εξιδανικευμένο. Αρκετές φορές όμως οι άνθρωποι πέφτουν στην παγίδα να λατρεύουν τα είδωλα χάνοντας την ουσία της επικοινωνίας.
Δημιουργείται ένα τέλος που κατά την ταπεινή μου άποψη ελάχιστοι θα θυμούνται. Στόχος του δημιουργού είναι η μεγάλη εικόνα, η διαδρομή, το ταξίδι προς την Ιθάκη. Καθηλωτικός ο Φίνιξ, εκθαμβωτική η Gaga. Καλούνται να επουλώσουν τα τραύματά τους σε μία κοινωνία που δεν ενδιαφέρεται παρά μόνο για το φαίνεσθαι και τον χλευασμό του αδύναμου. Ο Άρθουρ κι η Χάρλεϊ όσο κι αν παλεύουν έχουν χάσει εκ προοιμίου το παιχνίδι. Ειδικά η Χάρλεϊ Κουίν που αδυνατεί να δεχθεί το ράγισμα του καθρέφτη. Μαζί θα αναζητήσουν με όχημα τον χορό ένα πολυδιάστατο ταξίδι προς την ελευθερία. Η αδηφάγος κοινωνία όμως ζηλεύει, δε θέλει να βλέπει τον διπλανό χαρούμενο.
Πρόκειται για ένα καυστικό σχόλιο μέσα από ένα μιούζικαλ που δίνει την ευχέρεια στον θεατή να πάρει ανάσα, βλέποντας στο βάθος τη σημερινή Αμερική και τον κόσμο ολόκληρο. O Φλεκ δεν αντέχει την περιθωριοποίηση και τη διαρκή ταπείνωση. Έχει ανάγκη να λυτρωθεί η ψυχή του. Ποιος είναι όμως οι αιτίες που οδηγούν σε αυτές τις περιπτώσεις; Ένας απόκληρος του συστήματος καλείται να διαχειριστεί μία σειρά υπαρξιακών διλημμάτων που χρήζουν άμεσης απάντησης, ώστε να βρει ισορροπία στην καθημερινότητά του. Οι ασθένειες της ψυχής έχουν τρομερές ιδιομορφίες, ποικίλα αίτια και είναι ικανές να διαλύσουν τη ζωή ενός ανθρώπου και φυσικά του άμεσου περίγυρού του. Φαίνεται όμως πως η παγκόσμια “αριστεία” δεν αφήνει χώρο μα κυρίως δεν διαθέτει χρόνο για παιδιά, νέους, ανθρώπους σαν κι αυτόν. Η μελαγχολία της αστικής μοναξιάς το βυθίζει σε μία παρατεταμένη κατάθλιψη, καθώς αναζητεί την πραγματική του “ταυτότητα” και τον ρόλο σου μέσα στο σύνολο.
Από τα καθημερινά μας σκοτάδια, στον ανταγωνισμό της γυναικείας ύπαρξης που κάνει προβολή στον πρωταγωνιστή μέσω της σύγκρουσης δικηγόρου-συντρόφου ως τη διαρκή προσπάθεια εξιλέωσης και διαχείρισης του ατομικού και του συλλογικού τραύματος. Μόνο τυχαία δεν είναι η χαρακτηριστική κίνηση του Άρθουρ που μοιάζει με ένα “θα πάρω φόρα”. Κι όμως αυτός ο στυγερός δολοφόνος, με τη δύναμη του έρωτα σχεδιάζει να δημιουργήσει ένα “ΒΟΥΝΟ”. Πόσο εύκολο είναι να γίνει αυτό;
Με αυτό το εγχείρημα ο Φίλιπς ξεπερνάει τον εαυτό του και το “Τζόκερ” του 2019 και πηγαίνει ένα βήμα μπροστά τόσο καλλιτεχνικά, αλλά κυρίως κοινωνιολογικά με το βάθος της ανάλυσης του σημερινού κόσμου που έχει μάθει να μισεί και να αποθεώνει για τους λάθους λόγους. «Η ταινία δε δικαιολογεί τη βία, στρέφει άπαντες στον καθρέφτη, ώστε να κοιτάξουμε κατάματα τι συμβαίνει στις κοινωνίες μας». Βιώνουμε και εμείς μαζί του αυτό το πέρασμα από αφάνεια στη λύτρωση του εγωισμού και παράλληλα από τον παράδεισο στην κόλαση της ψυχής. Είναι μία αντίδραση συνεχής κι αμφίδρομη με συνεχή ανατροφοδότηση. Μία ιδιότυπη εξομολόγηση, ένας εξαγνισμός αμαρτιών, μία προσπάθεια έσχατης απενεχοποίησης μέσα σε μία ασφυχτική για τον πρωταγωνιστή και τον θεατή ατμόσφαιρα. Βαθιά πολιτικό και κοινωνικό φιλμ, που επιβάλλεται να πάρει ψυχαναλυτικές διαστάσεις.