Ο Πάνος Χ. Κούτρας στην πέμπτη του σκηνοθετική προσπάθεια δημιουργεί ένα έργο ωριμότητας που αγγίζει τις πιο ευαίσθητες πτυχές της ελληνικής κοινωνίας. Μόνο τυχαίο δεν είναι το γεγονός, ότι η ταινία επιλέχθηκε και προβλήθηκε στο Φεστιβάλ των Καννών. Από την «Επίθεση του Γιγαντιαίου Μουσακά» το 1999, φτάνουμε στο 2022 και το «Dodo». Μία διαδρομή σε έναν κόσμο που κυρίαρχο ρόλο έχουν η λεπτή ειρωνεία και το επιτηδευμένο χιούμορ. Το ενδημικό πουλί δίνει μία μεταφυσική χροιά στην αφήγηση και φτιάχνει την απαιτούμενη γέφυρα για ένα οικολογικό σχόλιο.
Το σκηνικό μεταφέρεται στα προάστια της Αθήνας. Μία πάλαι ποτέ εύπορη οικογένεια περιμένει με μεγάλη αγωνία τον γάμο της κόρης, Σοφίας για να σωθεί από το οικονομικό αδιέξοδο στο οποίο έχει περιέλθει. Όλα μοιάζουν έτοιμα, αλλά στην πραγματικότητα άπαντες έχουν τις αμφιβολίες τους. Μαριέλλα και Παύλος Καρακώστας παραμονή του μυστηρίου και της δεξίωσης, φέρνουν στο σπίτι «αλεσμένους». Ένα ανθρώπινο μωσαϊκό σχηματίζεται και σε αυτούς έρχεται να προστεθεί ένα Dodo. Η μάνα φύση κάνει την παρέμβασή της με ένα ηχηρό μήνυμα. Θα το σεβαστούν;
Ένα ζευγάρι θύμα της κρίσης, μία κόρη θύμα επίσης της κατάστασης, ένας φίλος ως χαρούμενη νότα, μετανάστες από Ουκρανία, Ρωσία, Γεωργία, Αλβανία και Συρία και μία τρανς συνθέτουν το παζλ των 14ων προσώπων που αλληλεπιδρούν τόσο έντονα που ο Παύλος φτάνει να τους χαρακτηρίζει «οικογένειά» του. Μία δυνατή εικόνα κόντρα στο τρέχον ρεύμα συντηρητικοποίησης που αναπτύσσεται και θέλει τον διαχωρισμό «ημών» και των «ξένων». Ο Κούτρας σε αυτό το σημείο αποδομεί την “αγία ελληνική οικογένεια” και στηλιτεύει τα κακώς κείμενά της.
Δε μένει όμως εκεί. Θέλει να πει τόσα πολλά για την queer κοινότητα, για την ανάγκη των ανθρώπων να επικοινωνήσουν, για τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής που είναι μπροστά μας, για την δεκαετή κρίση που διέλυσε τις ζωές των ανθρώπων, για το μεταναστευτικό που αποτελεί ένα ζήτημα που δεν προέκυψε το 2015, αλλά σχετίζεται με την Ελλάδα λόγω της γεωγραφικής της θέσης εδώ και δεκαετίες. Μοναδικό σημείο που ίσως αξίζει να σημειώσουμε ως ψεγάδι, είναι πως όλα αυτά θα μπορούσαν να δοθούν σε ένα φιλμ μικρότερης διάρκειας. Η οικονομία πιθανώς να έφερνε και καλύτερο αποτέλεσμα, καθώς κάπου το σενάριο φαίνεται να χάνει τη συνοχή του.
Οι ερμηνείες είναι όλες υποδειγματικές. Ο Άκης Σακελλαρίου στον ρόλο του αινιγματικού πατέρα που έζησε τις καλές εποχές, αλλά τώρα βιώνει τον εφιάλτη, της Σμαράγδας Καρύδη που σιωπά, γιατί στην πραγματικότητα δεν έχει σε ποιον να εξωτερικεύσει τον εσωτερικό της κόσμο, της Μαρίσσας Τριανταφυλλίδου, που προσωπικά θεωρώ μία από τις σταθερές παρουσίες στο ελληνικό σινεμά τα τελευταία χρόνια, του πάντα χαρούμενου Άγγελου Παπαδημητρίου και φυσικά η Νατάσα Εξηνταβελώνη στον ρόλο της Σοφίας που θέλει να αποδράσει από το συνολικό αδιέξοδο, αλλά δεν μπορεί.
Ως επιμύθιο ο σκηνοθέτης αφήνει τη φράση πως «οι αποφάσεις μας συνοδεύουν για το υπόλοιπο της ζωής μας». Με την εξαιρετική φωτογραφία της Ολυμπίας Μυτηλιναίου ταξιδεύουμε στα άδυτα μίας οικογένειας που για χρόνια κυριαρχούσε η υποκρισία. Ήρθε όμως η στιγμή των μεγάλων αποκαλύψεων. Την ώρα που συμβαίνουν όμως αυτές, ένα «Dodo» δίνει μία ελπίδα για το μέλλον. Εξαφανίζεται αθόρυβα, καθώς ήρθε να θυμίσει σε όλους σε ποια εποχή ζούμε, έγινε ο κινητήριος μοχλός για το ξεδίπλωμα της πλοκής και ο αρωγός για σκέψη όσον αφορά τη διαδρομή του ανθρώπου (με τα λάθη του) τα τελευταία χρόνια.