Ο σπουδαίος σκηνοθέτης των ντοκιμαντέρ “Η πράξη του Φόνου” και “Η όψη της Σιωπής” επιστρέφει μετά από αρκετά χρόνια στη μεγάλη οθόνη και μπαίνει στον στίβο της μυθοπλασίας. To εγχείρημά του είναι παράτολμο, καθώς συν τοις άλλοις επιλέγει να περάσει τα μηνύματά του μέσα από τη φόρμα του μιούζικαλ. Οι θεατές έχουν γίνει αρκετά επιφυλακτικοί τη φετινή κινηματογραφική σεζόν, μιας και στη πλειοψηφία τους έχουν απογοητευτεί από το συγκεκριμένο είδος. Επομένως μεγάλο ρόλο διαδραματίζει η οπτική από την οποία θα δούμε και θα αποκρυπτογραφήσουμε το έργο του Τζόσουα Οπενχάιμερ.

Η μητέρα, ο πατέρας, ο γιος και το κορίτσι. Πώς θα διαχειριστούν την κατάσταση; Γιατί οι άνθρωποι έχουν οδηγηθεί στο υπόγειο καταφύγιο μακριά από το φυσικό φως; Πώς αυτή η παραβολή με αλληγορικό τόνο μπορεί να συνδεθεί με τους αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους και ταυτόχρονα με την εποχή μας που η λέξη «αναβλητικότητα» κυριαρχεί όταν μιλάμε για το περιβάλλον, το κλίμα και κατ΄επέκταση για το παρόν και το μέλλον που όχι μόνο σκοτεινιάζει, αλλά κοκκινίζει κι όχι επειδή κάποια ουτοπία επικρατεί, αλλά επειδή η «πύρινη λάβα» όταν δε σβήνει στη γέννησή της κινείται ανεξέλεγκτα κι αργότερα είναι αδύνατο να σταματήσουμε την ορμή της.

Εξερευνώντας τον κόσμο του δημιουργού βλέπω πως συναντιέται με τον τρόπο του με τον Τζεφ Γκουντέλ (“Καύσωνας”, εκδόσεις Ψυχογιός) και τη Ναόμι Κλάιν (“Στις Φλόγες”, εκδόσεις Κλειδάριθμος). Δεν αποκλείεται μάλιστα να έχουν αλληλεπιδράσει σε πραγματικό χρόνο. Από τα καταφύγια επίσης συνειρμικά ταξιδεύουμε μέχρι το Διάστημα. Εκεί στοχεύει ο Έλον Μασκ για το μέλλον κι όχι στα υπόγεια καταφύγια. Για αυτήν τη μετάβαση μας πληροφορεί εξαιρετικά ο Τιμ Μάρσαλ (“Το Μέλλον της Γεωγραφίας”). Αυτά ξύπνησε μέσα μου αυτή η ταινία που αποτελεί ένα γράμμα για το μέλλον με πολιτικό και οικολογικό χαρακτήρα.

Σπουδαία για μία ακόμα φορά η Τίλντα Σουίντον, σταθερή παρουσία ο Μάικλ Σάνον κι αποκαλυπτικός ο Τζορτζ ΜακΚέι με την αθωότητά του, όπως πρέπει στον ρόλο που του δίνει ο Οπενχάιμερ. Το ζήτημα είναι πως κερδίζεις το στοίχημα από τις εντυπώσεις μέχρι την ουσία του και το επιμύθιο που θέλεις να αφήσεις ως παρακαταθήκη στην κοινωνία. Αυτός είναι άλλωστε ο στόχος ενός σκηνοθέτη που όλη του τη διαδρομή δείχνει τις ευαισθησίες του και δεν κάνει κινηματογράφο κάθε χρόνο, αλλά μόνο αφού το σκεφτεί καλά κι είναι σίγουρος πως έχει κάτι σημαντικό να μας πει.

Ο πλούτος των λίγων έχει μεγάλο τίμημα για τους πολλούς. Στα παλάτια κατοικούν οι θεωρητικά προνομιούχοι, αλλά δεν μπορούν να νικήσουν τη μοναξιά. Η επικοινωνία αποτελεί υπαρξιακή ανάγκη. Όσες ανατροπές κι αν συμβούν στην ιδιοσυγκρασία του ανθρώπου κάποια ένστικτα είναι αδύνατον να απενεργοποιηθούν. Όταν έρχεται μία φαινομενικά «ξένη» παρουσία καλούμαστε να επαναπροσδιορίσουμε την αντιμετώπισή μας, αλλά και την εν γένει κοσμοθεωρία μας. Για τον ίδιο η Τέχνη είναι ζωογόνος δύναμη κι ανήκει σε όλους όσους έχουν την ευαισθησία να τους αγγίξει. Δε την απεικονίζει ως προνόμιο και μέσο επίδειξης ισχύος. Το ερώτημα που συνεχίζει να πλανάται πάνω από την ταινία ακόμα και τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές είναι: γιατί μιούζικαλ;

Τα χρόνια πέρασαν και ο Οπενχάιμερ δεν έπαψε να εξερευνεί τα όρια της ηθικής, της κατανόησης και της μνήμης. Δεν μπορεί να συμβιβαστεί με τη λήθη και τη σιωπή. Τελικά τι σημαίνει αυτό το τέλος και πώς φτάνει ο καθένας μας ως εκεί; Ο σκηνοθέτης έχει νικήσει τους φόβους του και τελικά ίσως αυτή είναι η απάντηση στο «γιατί μιούζικαλ;». Δείχνει σίγουρος και δυνατός για τη δύναμη όσων θέλει να μας μεταλαμπαδεύσει και για τον επείγοντα χαρακτήρα αυτών και δεν έχει σκοπό να κάνει εκπτώσεις. Με ανθρωπιά και θάρρος για πυξίδα του μας καλεί να ταξιδέψουμε μαζί και δώσουμε μία άτυπη υπόσχεση πως δε θα παραιτηθούμε και θα πολεμήσουμε όλοι μαζί όσα εμπόδια κι αν βρούμε στη διαδρομή μας.

 

 Ακολουθήστε το OLAFAQ στο FacebookBluesky και Instagram.