O Γκάι Πιρς έχει προτιμήσει για δικούς του προσωπικούς λόγους να αναλαμβάνει μικρούς ρόλους σε μεγάλες παραγωγές, εμφανιζόμενος για μικρά διαστήματα σε ταινίες που κέρδισαν Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας, όπως ο “Λόγος του Βασιλιά” και το “The Hurt Locker”, ενώ στάθηκε στο πλευρό της Κέιτ Γουίνσλετ σε δύο σειρές του HBO, το “Mildred Pierce” και το “Mare of Easttown”. Όλα αυτά αλλάζουν όμως στη νέα ταινία “The Brutalist”, η οποία του χάρισε υποψηφιότητα για Χρυσή Σφαίρα και έχει πυροδοτήσει πολλές συζητήσεις για τα επικείμενα Όσκαρ.

Στο δράμα που σκηνοθέτησε ο Μπρέιντι Κόρμπετ, ο Πιρς υποδύεται τον πλούσιο βιομήχανο από την Πενσυλβάνια, Χάρισον Λι Βαν Μπάρεν. Αυτός αναθέτει στον μετανάστη αρχιτέκτονα Λάζλο Τοτ (Άντριεν Μπρόντι) να δημιουργήσει το νέο του προσωπικό έργο. Ο Βαν Μπάρεν εντυπωσιάζεται από το ταλέντο του Τοτ και του αναθέτει να σχεδιάσει ένα κέντρο κοινότητας που θα μπορούσε να γίνει το επιστέγασμα της καριέρας και των δύο ανδρών. Ωστόσο, ο Βαν Μπάρεν ακροβατεί μεταξύ ενθάρρυνσης με θετικό αντίκτυπο και εκρηκτικής συμπεριφοράς που απειλή να τινάξει το εγχείρημα στον αέρα. Η συναρπαστική ερμηνεία του Πιρς κρατά τόσο τον Τοτ, όσο και το κοινό σε εγρήγορση και πραγματικά δεν καταλαβαίνει πως περνούν 200΄δράσης.

Περνάει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στην Ολλανδία για να είναι πιο κοντά στον γιο που απέκτησε με την ηθοποιό του “Game of Thrones” Καρίς βαν Χάουτεν. Η εκρηκτική επιτυχία του “The Brutalist” έχει κάνει τον Πιρς και πάλι περιζήτητο στο Χόλιγουντ. «Είναι ωραίο να αναζωπυρώνω τη σχέση μου με το Λος Άντζελες». Παρ΄όλα αυτά ο Πιρς παραμένει απρόθυμος να ασχοληθεί με τη φήμη του σταρ του Κινηματογράφου. Από τότε που έγινε γνωστός ως έφηβος σταρ στην Αυστραλία, παίζοντας στη μακροχρόνια σαπουνόπερα «Neighbours» ήταν πάντα επιφυλακτικός απέναντι στη διασημότητα.

«Αν οι άνθρωποι ουρλιάζουν και προσπαθούν να μου σκίσουν το πουκάμισο επειδή έχω γαλάζια μάτια, τότε αυτό είναι γελοίο. Έχω μια αδερφή με νοητική αναπηρία, την οποία κοροϊδεύουν στον δρόμο επειδή δείχνει διαφορετική, οπότε η ιδέα να ζητάω προσοχή και να είμαι διάσημος χωρίς λόγο είναι κενή και ανούσια όταν υπάρχουν άνθρωποι στον κόσμο που είναι πολύ λιγότερο προνομιούχοι».

Ο ίδιος θεωρεί πως το Χόλιγουντ και το Λος Άντζελες αντιπροσωπεύουν τον ανταγωνισμό. Δεν ήταν όνειρό του να μακροημερεύσει εκεί και να γράψει το όνομά του στις χρυσές σελίδες της ιστορίας. Αντιλαμβάνεται τη βελτίωσή του στον χρόνο και έχει την ικανότητα να αυτοσαρκάζεται, ακόμα για τον ρόλο του στο “Brutalist”, που φαινομενικά είναι ένας θρίαμβος. Είναι αστείο το πόσο ισχυρό είναι το χρήμα και πόσο οι άνθρωποι υποχωρούν επειδή νομίζουν ότι ίσως κάποιο κοκαλάκι θα τους πεταχτεί.

Χαρακτηριστικά αναφέρει και τονίζει…

«Η μητέρα μου ήταν πολύ “αντι-αμερικανίδα”. Είναι από τον βορρά της Αγγλίας. Ήταν μια όμορφη, ευαίσθητη, υπέροχη, γεμάτη αγάπη γυναίκα, αλλά ήταν και μια κυνική προσωπικότητα. Με εκείνη τη στάση όπου πολλοί σε όλο τον κόσμο “ειδωλοποιούν” την Αμερική, εκείνη έλεγε: «Ω, έλα τώρα». Ήταν υπέρ της γεύσης, της κλάσης και της εκλέπτυνσης. Μία από τις μεγαλύτερες θλίψεις για τη μητέρα μου είναι ότι ο πατέρας μου πέθανε στις 16 Αυγούστου 1976 και ο Έλβις Πρίσλεϊ πέθανε στις 16 Αυγούστου 1977. Οπότε κάθε χρόνο που έπρεπε να θρηνεί το θάνατο του συζύγου της, τον οποίο λάτρευε, όλος ο κόσμος θρηνούσε τον Έλβις Πρίσλεϊ, τον οποίο θεωρούσε έναν “άθλιο τύπο”».

«Κάτι σαν το “The Brutalist” μπορεί να είναι μια προσωρινή αναλαμπή, αλλά ελπίζω να έχει μια συγκεκριμένη γοητεία που να κάνει τον κόσμο να πει: «Θέλουμε να επιστρέψουμε στον παλιό τρόπο κινηματογράφησης». Αλλά είμαι 57 χρονών δεν μπορώ να μαντέψω τι θέλουν οι 20άρηδες. Όσο κι αν είμαστε μεγάλοι ή μικροί, όλοι είμαστε εθισμένοι στο TikTok, το Facebook, τα social media και την ταχύτητα του scrolling βίντεο. Παρ’ όλα αυτά, νομίζω ότι πρέπει να υπάρχει μια επιθυμία να καθίσεις σε μια άνετη καρέκλα και να πεις: «Θέλω απλώς να περάσω δύο ή τρεις ώρες με κάτι», αντί να είναι όλα γρήγορα, γρήγορα, γρήγορα”…».

*Με στοιχεία από τους New York Times.

 

 Ακολουθήστε το OLAFAQ στο FacebookBluesky και Instagram.