Για μία ακόμα χρονιά η Θεσσαλονίκη, ακολουθεί Δράμα κι Αθήνα κι οι μικρού μήκους ελληνικές ταινίες δίνουν τη θέση τους στις αντίστοιχες μεγάλου μήκους. Η φετινή “σοδειά” μοιάζει πλουσιότερη σε περιεχόμενο κι ιδέες από την περσινή. Τότε ξεχώρισε το “Πίσω από τις Θημωνιές” της Ασημίνας Προέδρου που ταξιδεύει για τα Όσκαρ. Φέτος ο συναγωνισμός ήταν μεγαλύτερος, μία παραγωγή ξεχωρίζει κι αρκετές την ακολουθούν με έμπνευση και ζωντάνια. Κατά την άποψή μας από τη δεύτερη κατηγορία μία κάνει το βήμα παραπάνω και καλύπτει το απαιτούμενο κοινωνικοπολιτικό υπόβαθρο της εποχής κι αρκετές προσπάθειες παραμένουν ημιτελείς.
Ο λόγος γίνεται για την “Mονοκατοικία” του Ιωακείμ Μυλωνά. Αφετηρία του μία ληστεία που προοδευτικά εξελίσσεται σε θρίλερ με αλυσιδωτές συνέπειες για τους πρωταγωνιστές του. Μέσα σε ένα περιβάλλον που θυμίζει εικόνες από το σινεμά του Ταραντίνο κι από το δεύτερο μέρος της “Mπαλάντας της Τρύπιας Καρδιάς” του Γιάννη Οικονομίδη, ο δημιουργός κατασκευάζει ένα φαινομενικά παρανοϊκό σύμπαν κι αποδίδει μέσα από αυτό τις νόσους της εποχής. Σχέσεις εξουσίας, διαφθορά, TikTok, κίτρινη δημοσιογραφία, κοινωνία στα όρια της έκρηξης. Δυνατές ερμηνείες, ειδικά αυτή του Γιώργου Γιαννόπουλου με το τρομερό ξέσπασμά του και μία οργή που θα εκτονωθεί προοδευτικά αφήνοντας τον τελευταίο λόγο στον θεατή για το αν έχει επέλθει τελικώς η πολυπόθητη λύτρωση.
Ελπιδοφόρα κι η δεύτερη ταινία της Σοφίας Εξάρχου, “Animal”. Το περιβάλλον που ξεδιπλώνεται η πλοκή θυμίζει λίγο το αντίστοιχο του “How to Have Sex” που κέρδισε τη Χρυσή Αθήνα. Η Δήμητρα Βλαγκοπούλου (“Αερολίν” στη Δράμα) δίνει μία σημαντική ερμηνεία. Ταυτόχρονα γύρω της περνάει πλήθος κόσμου που μπερδεύει. Υπάρχει αμεσότητα κι ένα έμμεσο σχόλιο πως οι Έλληνες δεν είναι δυνατόν να καταλήξουν απλοί “διασκεδαστές” των τουριστών. Χρειάζεται ισορροπία για να υπάρχει αρμονία. Από την αναφορά μας δε θα μπορούσε να λείπει κι η νέα απόπειρα του Στέργιου Πάσχου. Μετά το “Άφτερλωβ” οικοδομεί την ιστορία του Θωμά. Ενός κατά συνθήκη ταξιτζή. Κι ενώ ξεκινάει από μία ηθογραφία με έμφαση στους χαρακτήρες, μετά την μέση αλλάζει κινηματογραφικό είδος και τείνει στην κοινωνία. Η συγκεκριμένη επιλογή συγκέντρωσε πλήθος ανθρώπων που τη λάτρεψαν και ταυτόχρονα haters που χρωμάτισαν ποικιλότροπα τη διαδρομή της.
Θετικό πρόσημο και για το “Πολύδροσο” του Αλέξανδρου Βούλγαρη (The Boy) με πρωταγωνίστριες τη Σοφία Κόκκαλη και τη Βίκυ Καγιά. Ένα έργο για το μεγαλείο της τρυφερότητας μέσα στην καθημερινότητα. Σημαντική κι η “Εξέλιξη” του Περικλή Χούρσογλου. Μία συναισθηματική ματιά που συνδέεται με την ίδια τη φύση του Κινηματογράφου.
Η ταινία όμως που τόσο αισθητικά, όσο και ερμηνευτικά ξεχώρισε είναι η “Φόνισσα” της Εύας Νάθενα. Η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη μετά την “Ευτυχία” παίρνει πάνω της το βαρύ φορτίο της πρωταγωνίστριας. Οι σιωπές μιλούν δυνατά, ραγίζουν κόκκαλα. “Ήρθες κι εσύ στον κόσμο για να βασανιστείς και να μας βασανίσεις”. Φαντάσματα κυνηγούν μία γυναίκα. Αυτή πρώτα απ΄όλα μισεί τον ίδιο της τον εαυτό και δε θέλει κανένα νέο κορίτσι να βιώσει την ίδια μοίρα. Η εποχή δεν αφήνει περιθώρια. Παιδί είναι το αγόρι. Τα κορίτσια παίρνουν το όνομα Αγορίτσα μήπως κι η τύχη τους φέρει αγόρι στην επόμενη γέννα.
Με εξαιρετική φωτογραφία και σκηνογραφία μεταφέρεται στην μεγάλη οθόνη το έργο του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη. Ένα κείμενο που αρκετοί μαθητές έχουν συνδέσει με τις εξετάσεις τους κι ήρθε η ώρα να το γνωρίσουν μέσα από αυτή τη χροιά. Με αυτόν τον τρόπο νέοι άνθρωποι θα γνωρίσουν τη “Φόνισσα” και θα ανακαλύψουν μία εποχή που μπορεί να απέχει αρκετά από τα πρότυπα του δυτικού κόσμου, αλλά αρκετοί άνθρωποι τη βιώνουν σε αρκετά κράτη μακριά από εδώ. Η απολογία του φινάλε κι η τελική απόγνωση δε γιατρεύουν τις πληγές, αλλά η απόφαση ήταν μάλλον μονόδρομος χωρίς περιθώρια ευελιξίας και περιστροφής.