Σήμερα, ο Μπινγκ Κρόσμπι, μπορεί να παραμένει η πιο γνώριμη φωνή που ακούγεται σε όλα τα ραδιόφωνα του κόσμου, μαζί με τον Φράνκ Σινάτρα, αλλά λίγοι – και αυτοί μιας κάποιας ηλικίας – γνωρίζουν πλέον, ότι ήταν κι ένας μεγάλος ηθοποιός, που έπαιξε σε πάνω από 70 ταινίες, κέρδισε το Όσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου και υπήρξε ένας από τους εμπορικότερους σταρ όλων των εποχών, αναφέρει το εκτενές αφιέρωμα του ΑΠΕ.
Η αλήθεια είναι ότι η ερμηνευτική του ικανότητα, η βαθιά βελούδινη μπάσα ζεστή φωνή του, κυριάρχησε για δεκαετίες. Υπήρξε ένας από τους δημοφιλέστερους και επιδραστικούς τραγουδιστές του 20ου αιώνα, με την ακροαματικότητα των τραγουδιών του να φτάνει στα ύψη, να κατέχει το ρεκόρ με ερμηνείες σε 1.600 τραγούδια, ενώ οι πωλήσεις δίσκων του παγκοσμίως έσπασαν το φράγμα του ήχου, πολύ γρηγορότερα από τα αεριωθούμενα, καθώς έφτασαν το ένα δισεκατομμύριο!
Ο Μπινγκ Κρόσμπι, που πέθανε πριν από 45 χρόνια, στις 14 Οκτωβρίου του 1974, ήταν ένας από τους δημοφιλέστερους καλλιτέχνες του 20ου αιώνα, έσπασε όλα τα ρεκόρ σε πωλήσεις και καταξίωσης, έζησε τη ζωή του και παρότι δεν ήταν ο κλασικός ζεν πρεμιέ, είχε τεράστια επιτυχία στις γυναίκες, μερικές απ’ τις οποίες σήμερα θεωρούνται θρυλικές μορφές.
«Μπινγκ Μπινγκ» Κρόσμπι
Ο Χάρι Λίλις Κρόσμπι Τζούνιορ γεννήθηκε στις 3 Μαΐου 1903 στην Τακόμα της Ουάσινγκτον. Ήταν το τέταρτο από τα επτά παιδιά της οικογένειάς του, ενώ η μητέρα του ήταν Ιρλανδοαμερικανίδα δεύτερης γενιάς και ο πατέρας του σκωτσέζικης και αγγλικής καταγωγής, από γονείς που μετανάστευσαν κατά τη διάρκεια του ερχομού των Πουριτανών στη Νέα Αγγλία. Ήταν ένα ζωηρό αγόρι, που του άρεσε πολύ να παίζει στους δρόμους το γνωστό παιχνίδι του παρελθόντος «κλέφτες και αστυνόμοι» και να φωνάζει με το ξύλινο πιστόλι του «μπινγκ, μπινγκ» σκοτώνοντας τους «εχθρούς». Αυτό το «μπινγκ, μπινγκ» ήταν και ο λόγος που πήρε το διάσημο παρατσούκλι Μπινγκ, που έγινε γνωστό στα πέρατα του κόσμου.
Το τραγούδι, η νομική και η σόου μπιζ
Το 1917, ο Κρόσμπι έπιασε την πρώτη του δουλειά ως βοηθός στο κέντρο διασκέδασης του Σποκέιν, όπου παρακολούθησε από κοντά νούμερα της εποχής, αλλά είδε για πρώτη φορά και τον τραγουδιστή Αλ Τζόλσον, ο οποίος τον μάγεψε. Το 1920 θα γραφτεί στο Πανεπιστήμιο Jesuit Gonzaga της Ουάσινγκτον, για να γίνει νομικός, αλλά θα τα παρατήσει τον τρίτο χρόνο, παρότι του άρεσε να παίζει στην ομάδα μπέιζμπολ του Gonzaga, όταν θα καταλάβει ότι η ενασχόλησή του με τη μουσική και το τραγούδι μπορούν να του προσφέρουν περισσότερα από ένα πτυχίο. Πάντως, το πανεπιστήμιο θα του απονείμει τιμητικό διδακτορικό τίτλο το 1937.
Η τζαζ και ο Λούις Άρμστρονγκ
Ο Κρόσμπι ήταν ίσως ο πρώτος τραγουδιστής που εκμεταλλεύθηκε την οικειότητα του μικροφώνου, έδωσε έκφραση στους στίχους και τη μουσική, απάλυνε τον ήχο, έδωσε βάθος και τρυφερότητα στην ερμηνεία. Η αγάπη του για την τζαζ τον βοήθησε ερμηνευτικά, αλλά και αυτός με τη σειρά του έκανε γνωστό το είδος στο ευρύτερο κοινό. Συνεργάστηκε με τον Λούις Άρμστρονγκ, με τον οποίο παρέμειναν φίλοι για πάντα, ενώ μαζί τραγούδησαν το αξέχαστο «Τώρα έχετε τζαζ» στην ταινία «Υψηλή Κοινωνία».
Η χρυσή εποχή του Χόλιγουντ και το Όσκαρ
Ο Μπινγκ Κρόσμπι θα μπει στον κόσμο του κινηματογράφου τη δεκαετία του ’30 όταν άνθιζε το Χόλιγουντ. Η πρώτη του εμφάνιση σε ταινία θα είναι το 1930 στο μιούζικαλ “Reaching for the Moon”, με πρωταγωνιστή τον θρυλικό Ντάγκλας Φέρμπανγκς. Θα παραμείνει στα κινηματογραφικά πλατό για 40 γεμάτα χρόνια, καθώς διακρίθηκε για τη φυσικότητα στο παίξιμό του, όπως και στην ερμηνεία του στα τραγούδια, ενώ θα φτιάξει ένα απίθανα πετυχημένο κινηματογραφικό ζευγάρι με τον περίφημο κωμικό Μπομπ Χόουπ, με τον οποίο θα γυρίσουν μαζί 17 ταινίες!. Εκτός από τον φίλο του Χόουπ, σε πολλές απ’ αυτές τις ταινίες θα συμπρωταγωνιστήσει και η Ντόροθι Λαμούρ. Κέρδισε ένα Όσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου για τη δραματική κομεντί «Ο Δρόμος της Αγάπης» (“Going My Way”) το 1944, σε σκηνοθεσία του πολύπειρου Λίο ΜακΚάρεϊ και ήταν υποψήφιος για το σίκουελ του 1945, στο “The Bells of St. Mary’s”. Έλαβε την αναγνώριση των κριτικών για την ερμηνεία του ως αλκοολικός διασκεδαστής στο “The Country Girl”, με το οποίο έλαβε την τρίτη του υποψηφιότητα για Όσκαρ.
Η «Μουσική Παρέλαση» των 300 εκατομμυρίων
Μία από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του στη μεγάλη οθόνη θα είναι η «Μουσική Παρέλαση», σε σκηνοθεσία του σημαντικότατου μάστορα Μάρκ Σάντριτς, έχοντας δίπλα του τον κορυφαίο Φρεντ Αστέρ. Η ταινία, ωστόσο, θα λάβει άλλη διάσταση, καθώς εκεί θα ερμηνεύσει και τη μεγαλύτερη επιτυχία του στο τραγούδι “White Christmas”, που είχε ηχογραφήσει το 1941, ένα περίπου χρόνο πριν από την προβολή της ταινίας. Η ταινία θα λάβει το Όσκαρ καλύτερου πρωτότυπου τραγουδιού και μουσικής, για τον συνθέτη Ίρβινγκ Μπερλίν. Ο Κρόσμπι θρυλείται ότι αποκόμισε από την ταινία πάνω από 300 εκατομμύρια δολάρια σε σημερινές αξίες!
Μερικές μόνο από τις πιο επιτυχημένες ταινίες που πρωταγωνίστησε είναι «Οι καμπάνες της Αγίας Μαρίας», «Το Βαλς του Αυτοκράτορα», «Παντρεύουν τον Πατέρα μου»,«Το Όγδοο Θαύμα», «Η χωριατοπούλα» και «Υψηλή Κοινωνία».
Δύο γάμοι και Γκρέις Κέλι
Στην ιδιωτική του ζωή, παρότι δεν τράβηξε ποτέ πάνω του τα σκανδαλοθηρικά έντυπα, ήταν αρκετά ενδιαφέρουσα. Παντρεύτηκε μόλις δυο φορές, αλλά κατά καιρούς είχε πολλές ερωτικές περιπέτειες. Η πρώτη του σύζυγός του ήταν η ηθοποιός και τραγουδίστρια Ντίξι Λι, η οποία υπέφερε από αλκοολισμό και με την οποία ήταν παντρεμένος από το 1930 μέχρι τον θάνατό της, από καρκίνο, το 1952. Μαζί της απέκτησε τέσσερα παιδιά. Μετά τον θάνατο της γυναίκας του θα έχει σχέσεις με το μοντέλο Πατ Σίνταν και τις ηθοποιούς Ίνγκερ Στίβενς και Γκρέις Κέλι…
Το 1957 θα παντρευτεί την ηθοποιό Κάθριν Γκραντ, με την οποία θα αποκτήσει ακόμη τρία παιδιά.
Επίσης, θα έχει εξωσυζυγικές σχέσεις με ηθοποιούς, όπως τη βραβευμένη με Όσκαρ Πατρίτσια Νιλ, την Μπεατρίς Κόλφιλντ και άλλες όχι τόσο διάσημες καλλιτέχνιδες, ενώ επίσης λάτρευε τις ιπποδρομίες, αγοράζοντας πολλά καθαρόαιμα πανάκριβα άλογα.
Ο Μπινγκ Κρόσμπι θα πεθάνει στις 14 Οκτωβρίου 1977, από έμφραγμα του μυοκαρδίου, αφήνοντας ως πολιτιστική κληρονομιά εξαιρετικές εμφανίσεις σε δεκάδες ταινίες που ψυχαγώγησαν εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον πλανήτη και φυσικά τη φωνή του, που θα απολαμβάνουμε για πάντα στα αθάνατα τραγούδια που ερμήνευσε.