Ο Μπραντ Πιτ δεν χρειάζεται συστάσεις. Είναι ο τελευταίος ίσως των γνήσιων σταρ, αλλά και ένας ηθοποιός που πίσω από το ακλόνητο προφίλ του σύγχρονου Απόλλωνα, κρύβει ένα πηγαίο ταλέντο, εσωτερικότητα και έναν αμφίσημο κινηματογραφικό νου που αρνείται να παγιδευτεί στην ευκολία της εικόνας. Από τις αρχές των ’90s μέχρι και σήμερα ο Πιτ αποδεικνύει πως είναι κάτι παραπάνω από ένας όμορφος άντρας στο πανί. Eίναι ένα όχημα αντίφασης και πολυσημίας, μια φυσιογνωμία που γεννήθηκε για να αναιρεί τα στερεότυπα της λάμψης του Χόλιγουντ.
Ακολουθούν πέντε σαρωτικές ερμηνείες που όχι απλώς ξεχώρισαν, αλλά επαναπροσδιόρισαν τη θέση του Πιτ στον κινηματογράφο.
Fight Club (1999) σε σκηνοθεσία David Fincher
Ο Τάιλερ Ντέρντεν δεν είναι απλώς ένας χαρακτήρας, αποτελεί μια κραυγή. Ο Πιτ με μυώδες σώμα, απλανές βλέμμα και γελάκι που μοιάζει να κουβαλά την ειρωνεία μιας ολόκληρης γενιάς, γίνεται το τοτέμ της ανδρικής κρίσης στο κατώφλι της χιλιετίας. Στο Fight Club ο Πιτ δεν παίζει τον Τάιλερ, είναι ο Τάιλερ: ο ψευδομεσσίας του μηδενισμού, ένας προβοκάτορας του ασυνείδητου, ένας τσαρλατάνος με επαναστατική φαντασία. Σωματικοποιεί τον ρόλο που του δίνει ο Φίντσερ. Η ερμηνεία του είναι τόσο βαθιά χαραγμένη στον πολιτισμικό ιστό που συχνά ξεχνάμε πόσο καλός ηθοποιός πρέπει να είσαι για να ενσαρκώσεις έναν χαρακτήρα που δεν υπάρχει.
The Curious Case of Benjamin Button (2008) σε σκηνοθεσία David Fincher
Η συγκρατημένη, σχεδόν απόκοσμη ερμηνεία του Πιτ σε αυτό το χρονικά ανάποδο δράμα επιβεβαιώνει ότι διαθέτει μια σπάνια κατανόηση της αθωότητας. Ο Μπέντζαμιν Μπάτον είναι μια φιγούρα που ισορροπεί μεταξύ παραμυθιού και υπαρξιστικής τραγωδίας. Ο Πιτ χειρίζεται την ερμηνεία του με λεπτότητα, χωρίς μελοδραματισμούς, με μια αφοπλιστική απλότητα. Σε μια βιομηχανία που εκθειάζει την υπερβολή, εκείνος διαλέγει τη σιωπή, την εσωτερικότητα, το βλέμμα.
Se7en (1995) σε σκηνοθεσία David Fincher
Στο Se7en, ο Μπραντ Πιτ αφήνει στην άκρη κάθε ίχνος γοητευτικού leading man και βυθίζεται στον ρόλο του ντετέκτιβ Ντέιβιντ Μιλς με μια ωμή, σπαρακτική ένταση. Καθώς η υπόθεση ξετυλίγεται σαν εφιάλτης, ο Πιτ ενσαρκώνει την αφέλεια, την οργή και τελικά την απόγνωση ενός ανθρώπου που προσπαθεί να επιβάλει λογική σε έναν κόσμο παρανοϊκής βίας. Και στο φινάλε; Μας δίνει μία από τις πιο εμβληματικές στιγμές ψυχικής κατάρρευσης του σύγχρονου κινηματογράφου.
12 Monkeys (1995) σε σκηνοθεσία Terry Gilliam
Αν το Fight Club απέδειξε την ικανότητα του Πιτ να ενσαρκώνει σύμβολα, το Twelve Monkeys αποκάλυψε το μεγαλείο του κόσμου του, το χάος του. Ο Jeffrey Goines είναι παρανοϊκός, υπερκινητικός, αλλοπρόσαλλος — και εξαιρετικά γοητευτικός. Ο Πιτ αφήνεται να κυλιστεί σε μια θύελλα από νευρικές κρίσεις, χιουμοριστικά ξεσπάσματα και ποικιλότροπες ριπές που δε ξέρουμε αν βγάζουν νόημα ή όχι. Κι όμως κάτω από το παραλήρημα, ο Πιτ χαρίζει στον Goines μια ανατριχιαστική τρυφερότητα που σε κάνει να τον λυπάσαι. Ήταν η πρώτη του οσκαρική υποψηφιότητα και δικαίως.
Once Upon a Time in Hollywood (2019) σε σκηνοθεσία Quentin Tarantino
Ο Cliff Booth είναι κάτι παραπάνω από ένας κασκαντέρ. Είναι η ίδια η θλίψη της δύσης ενός ολόκληρου πολιτισμού. Ο Πιτ χωρίς καν να προσπαθεί, κλέβει κάθε σκηνή από τον συμπρωταγωνιστή του Λεονάρντο Ντι Κάπριο. Δεν φωνάζει, δεν κυνηγάει την προσοχή. Απλώς υπάρχει — με την απόκοσμη ψυχραιμία ενός άντρα που έχει δει πάρα πολλά, έχει κάνει περισσότερα και δεν νιώθει την ανάγκη να αποδείξει τίποτα σε κανέναν. Είναι ο ρόλος που του χάρισε το Όσκαρ και το έκανε χωρίς φανφάρες. Όπως ο χαρακτήρας του, έτσι κι ο ίδιος μοιάζει να είναι ο τελευταίος εκπρόσωπος ενός σινεμά που πεθαίνει αργά, αλλά όμορφα.
Ο Μπραντ Πιτ δεν έπαψε ποτέ να είναι σταρ — αλλά αυτό είναι το λιγότερο ενδιαφέρον πράγμα πάνω του. Αυτό που τον καθιστά μοναδικό είναι η ικανότητά του να διαπερνά το προσωπείο της φήμης και να ξεγυμνώνει χαρακτήρες με απροσδόκητο βάθος, χιούμορ και ευαλωτότητα. Ερμηνείες όπως οι παραπάνω δεν είναι απλώς υποκριτικές στιγμές, είναι κριτήρια αξιολόγησης ενός καλλιτέχνη που ανήκει στη σπάνια εκείνη φυλή των ηθοποιών που δεν προσποιούνται για να αρέσουν, απλά είναι κάτι σαν θρύλοι μίας άλλης εποχής που αντέχουν στον χρόνο.
➪ Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.
Ο Μπραντ Πιτ δεν χρειάζεται συστάσεις. Είναι ο τελευταίος ίσως των γνήσιων σταρ, αλλά και ένας ηθοποιός που πίσω από το ακλόνητο προφίλ του σύγχρονου Απόλλωνα, κρύβει ένα πηγαίο ταλέντο, εσωτερικότητα και έναν αμφίσημο κινηματογραφικό νου που αρνείται να παγιδευτεί στην ευκολία της εικόνας. Από τις αρχές των ’90s μέχρι και σήμερα ο Πιτ αποδεικνύει πως είναι κάτι παραπάνω από ένας όμορφος άντρας στο πανί. Eίναι ένα όχημα αντίφασης και πολυσημίας, μια φυσιογνωμία που γεννήθηκε για να αναιρεί τα στερεότυπα της λάμψης του Χόλιγουντ.
Ακολουθούν πέντε σαρωτικές ερμηνείες που όχι απλώς ξεχώρισαν, αλλά επαναπροσδιόρισαν τη θέση του Πιτ στον κινηματογράφο.
Fight Club (1999) σε σκηνοθεσία David Fincher
Ο Τάιλερ Ντέρντεν δεν είναι απλώς ένας χαρακτήρας, αποτελεί μια κραυγή. Ο Πιτ με μυώδες σώμα, απλανές βλέμμα και γελάκι που μοιάζει να κουβαλά την ειρωνεία μιας ολόκληρης γενιάς, γίνεται το τοτέμ της ανδρικής κρίσης στο κατώφλι της χιλιετίας. Στο Fight Club ο Πιτ δεν παίζει τον Τάιλερ, είναι ο Τάιλερ: ο ψευδομεσσίας του μηδενισμού, ένας προβοκάτορας του ασυνείδητου, ένας τσαρλατάνος με επαναστατική φαντασία. Σωματικοποιεί τον ρόλο που του δίνει ο Φίντσερ. Η ερμηνεία του είναι τόσο βαθιά χαραγμένη στον πολιτισμικό ιστό που συχνά ξεχνάμε πόσο καλός ηθοποιός πρέπει να είσαι για να ενσαρκώσεις έναν χαρακτήρα που δεν υπάρχει.
The Curious Case of Benjamin Button (2008) σε σκηνοθεσία David Fincher
Η συγκρατημένη, σχεδόν απόκοσμη ερμηνεία του Πιτ σε αυτό το χρονικά ανάποδο δράμα επιβεβαιώνει ότι διαθέτει μια σπάνια κατανόηση της αθωότητας. Ο Μπέντζαμιν Μπάτον είναι μια φιγούρα που ισορροπεί μεταξύ παραμυθιού και υπαρξιστικής τραγωδίας. Ο Πιτ χειρίζεται την ερμηνεία του με λεπτότητα, χωρίς μελοδραματισμούς, με μια αφοπλιστική απλότητα. Σε μια βιομηχανία που εκθειάζει την υπερβολή, εκείνος διαλέγει τη σιωπή, την εσωτερικότητα, το βλέμμα.
Se7en (1995) σε σκηνοθεσία David Fincher
Στο Se7en, ο Μπραντ Πιτ αφήνει στην άκρη κάθε ίχνος γοητευτικού leading man και βυθίζεται στον ρόλο του ντετέκτιβ Ντέιβιντ Μιλς με μια ωμή, σπαρακτική ένταση. Καθώς η υπόθεση ξετυλίγεται σαν εφιάλτης, ο Πιτ ενσαρκώνει την αφέλεια, την οργή και τελικά την απόγνωση ενός ανθρώπου που προσπαθεί να επιβάλει λογική σε έναν κόσμο παρανοϊκής βίας. Και στο φινάλε; Μας δίνει μία από τις πιο εμβληματικές στιγμές ψυχικής κατάρρευσης του σύγχρονου κινηματογράφου.
12 Monkeys (1995) σε σκηνοθεσία Terry Gilliam
Αν το Fight Club απέδειξε την ικανότητα του Πιτ να ενσαρκώνει σύμβολα, το Twelve Monkeys αποκάλυψε το μεγαλείο του κόσμου του, το χάος του. Ο Jeffrey Goines είναι παρανοϊκός, υπερκινητικός, αλλοπρόσαλλος — και εξαιρετικά γοητευτικός. Ο Πιτ αφήνεται να κυλιστεί σε μια θύελλα από νευρικές κρίσεις, χιουμοριστικά ξεσπάσματα και ποικιλότροπες ριπές που δε ξέρουμε αν βγάζουν νόημα ή όχι. Κι όμως κάτω από το παραλήρημα, ο Πιτ χαρίζει στον Goines μια ανατριχιαστική τρυφερότητα που σε κάνει να τον λυπάσαι. Ήταν η πρώτη του οσκαρική υποψηφιότητα και δικαίως.
Once Upon a Time in Hollywood (2019) σε σκηνοθεσία Quentin Tarantino
Ο Cliff Booth είναι κάτι παραπάνω από ένας κασκαντέρ. Είναι η ίδια η θλίψη της δύσης ενός ολόκληρου πολιτισμού. Ο Πιτ χωρίς καν να προσπαθεί, κλέβει κάθε σκηνή από τον συμπρωταγωνιστή του Λεονάρντο Ντι Κάπριο. Δεν φωνάζει, δεν κυνηγάει την προσοχή. Απλώς υπάρχει — με την απόκοσμη ψυχραιμία ενός άντρα που έχει δει πάρα πολλά, έχει κάνει περισσότερα και δεν νιώθει την ανάγκη να αποδείξει τίποτα σε κανέναν. Είναι ο ρόλος που του χάρισε το Όσκαρ και το έκανε χωρίς φανφάρες. Όπως ο χαρακτήρας του, έτσι κι ο ίδιος μοιάζει να είναι ο τελευταίος εκπρόσωπος ενός σινεμά που πεθαίνει αργά, αλλά όμορφα.
Ο Μπραντ Πιτ δεν έπαψε ποτέ να είναι σταρ — αλλά αυτό είναι το λιγότερο ενδιαφέρον πράγμα πάνω του. Αυτό που τον καθιστά μοναδικό είναι η ικανότητά του να διαπερνά το προσωπείο της φήμης και να ξεγυμνώνει χαρακτήρες με απροσδόκητο βάθος, χιούμορ και ευαλωτότητα. Ερμηνείες όπως οι παραπάνω δεν είναι απλώς υποκριτικές στιγμές, είναι κριτήρια αξιολόγησης ενός καλλιτέχνη που ανήκει στη σπάνια εκείνη φυλή των ηθοποιών που δεν προσποιούνται για να αρέσουν, απλά είναι κάτι σαν θρύλοι μίας άλλης εποχής που αντέχουν στον χρόνο.
➪ Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.