Η Κουάνγκ, ασιατικής καταγωγής ζει, σπουδάζει και γράφει ένα οξυδερκές, ασυνήθιστο, διευρυμένο, κοινωνικοπολιτικό βιβλίο με στοιχεία μυστηρίου, δράσης σε ρυθμό θρίλερ. Οι έννοιες εκρηκτικά δεμένες δίνουν ψυχολογικές διαστάσεις στις λέξεις και το νόημα. Απευθύνεται σε ένα μυημένο, εξειδικευμένο, απαιτητικό κοινό, αλλά ο έξυπνος πνευματώδης, ευρηματικός, αφηγηματικός της τόνος καθιστά τη ροή ευχάριστη για κάθε αναγνώστη.
Σε αυτό σε αυτό της το βιβλίο καταθέτει μία ενδιαφέρουσα ιστορία για τον πολυσύνθετο χώρο της αμερικανικής βιομηχανίας βιβλίου. Ένας χώρος ανέγγιχτος λογοτεχνικά, τελείως άγνωστος, μακρινός για την ελληνική πραγματικότητα, ταυτόχρονα όμως χαοτικός, δύσβατος, απρόβλεπτος. Η αλυσίδα έκδοσης ενός βιβλίου με ανταγωνιστικές ίντριγκες, σκοτεινές υπόγειες προσβάσεις, μηχανορραφίες, υπονιμεύσεις, ανίερες συμμαχίες, με σαφείς σκοπιμότητες στην προώθηση, την εμπορευσιμότητα και αυτοσκοπό το κέρδος.
Η αρχική σύλληψη δεν είναι ιδιαίτερα πολύπλοκη. Η βασική ιδέα, ο σχεδιασμός, η επιρροή, οι φιλοδοξίες, η συγγραφική ανταγωνισμοί, ο ρόλος των ατζέντηδων, των εκδοτικών οίκων, το ασταθές αδηφάγο Διαδίκτυο, η κριτικοί με τις μεταλλάξεις τους κι από εκεί στη λογοκλοπή, την επιρροή στη γραφή και την αυθεντικότητα της λογοτεχνικής δημιουργίας. Πώς καθορίζονται οι αυστηροί κανόνες, η ηθική, τα όρια αξιοποίησης ιδεών και στοιχείων τι είναι επιτρεπτό, αποδεκτό, απαγορευμένο και πώς οικοδομείται ένα λογοτεχνικό δημιούργημα και σε ποιον τελικά αυτό ανήκει;
Η Κουάνγκ δε διανοείται δαιμονοποίηση κανενός – δεν επιζητά θύματα, οίκτο, επιείκεια. Φλέγεται μέσα της να καυτηριάσει, να ξεσκεπάσει και να εμβαθύνει στα πέριξ της λογοτεχνικής γραφής και τη βιομηχανική αγορά που τη συνοδεύει – έντεχνα αποσιωπά και προωθεί αυτούς που με κάποιον τρόπο έχουν βρει το κενό να διεισδύσουν και να προβάλλονται, αποτελώντας μέρος μίας μηχανής αναπαραγωγής εσόδων. Δύο γυναίκες με αντιφατικές συγκρουσιακές ιδιοσυγκρασίες που τις χωρίζει φαινομενικά και μη ένα χάσμα αποτελούν τον μοχλό ξετυλίγματος της πλοκής. Ένα κοινό όραμα, μία φιλοδοξία, να διακριθούν ως συγγραφείς και να κερδίσουν σε κύρος, χρήματα και δόξα.
Από τη μία δεξιοτεχνική λογοτεχνική οπτική κι από την άλλη η κατασταλαγμένη στόχευση δημιουργούν μία αντίθεση ανάμεσα στην επιτυχία και την επιτυχία, ανάμεσα στους νικητές και τους ηττημένους που τόσο θέλει να χωρίζει το παγκόσμιο σύστημα τους ανθρώπους. Η μία από τις δύο πρωταγωνίστριες έρχεται αντιμέτωπη με τη ματαίωση και μία πολύπλευρη “ήττα”. Βραχυκυκλώνει δεν μπορεί να διαχειριστεί την ευκολία με την οποία η πρώτη τράβηξε μπροστά.
Ένα απροσδόκητο γεγονός όμως αλλάζει τους ρόλους και πλέον η Τζούνιπερ καλείται να μπει στα παπούτσια της Αθηνάς. “Μπορεί μία λευκή να γράψει για τον κινεζικό λαό”; Το πένθος μετατρέπεται σε ευκαιρία, ο θαυμασμός κι οι ιδέες της Αθηνάς γίνονται κίνητρο για την Τζούνιπερ. Η λαχτάρα της για την επιτυχία κι η αίσθηση της μίας και μοναδικής ευκαιρίας την οδηγούν σε ένα πετυχημένο μυθιστόρημα. Απογείωση, αποθέωση, βάλσαμο στα τραύματα. Μέσα από αυτήν την ιστορία η συγγραφέας θέτει τα δικά της ερωτήματα; Με αυτό τον τρόπο κορυφώνει τη λογοτεχνική της ιδιοφυία.
Απομυθοποίηση, αποκαθήλωση, κενό…
Παρακολουθεί, ιχνηλατεί, καταγράφει όλες τις πτυχές της Τζουν. Από τις βίαιες, ανεξέλεγκτες ψυχολογικές συμπεριφορές μέχρι το “θα μιλήσω δεν αντέχω άλλο”. Η θέση της όμως, αδιαπραγμάτευτη, είναι πως αυτή έβαλε την τελική πινελιά. Επιμένει πως αυτή εμπλούτισε και ολοκλήρωσε την ιδέα, “η ιστορία είναι δική μου”. Απειλεί, αμύνεται, αγωνίζεται να διεκδικήσει ότι θεωρεί ότι της ανήκει και το δικαιούται. Το ζήτημα είναι τι πραγματικά πιστεύει μέσα της. Μήπως πρώτα από όλα βασανίζεται να πείσει τον ίδιο της τον εαυτό;
Μέσα στις σελίδες αυτού του βιβλίου έκδηλος είναι ο ρατσισμός. Φυλετικός και λογοτεχνικός. Άλλοτε με έντονη, προκλητική χροιά κι άλλοτε να υποβόσκει.
Η πλοκή του βιβλίου και η αφηγηματική ροή είναι συνεχής. Γραμμική, κατανοητή με πνευματώδεις οξυδερκείς, απρόβλεπτες εναλλαγές που συντηρούν το ανταγωνιστικό βλέμμα και προκαλούν εγρήγορση. Η γλώσσα, λιτή, ζωντανή, άμεση, ψυχογραφεί τους χαρακτήρες και τονώνει το ενδιαφέρον δίνοντας μία θεατρικότητα κι έξτρα ζωντάνια και παραστατικότητα στην αφήγηση. Το ειρωνικό μαύρο χιούμορ, η σάτιρα των γεγονότων, ως έναν βαθμό ο αυτοσαρκασμός δείχνουν το ταλέντο της Κουάνγκ να συνδέει και να εξωτερικεύει ιδανικά. Δεν εκβιάζει το συναίσθημα, αν και θα ήταν εύκολο βάσει της πλοκής.
Εν τέλει η αλήθεια μοιάζει περισσότερο υποκειμενική. “Μοναδικό μου αμάρτημα ότι αγάπησα τη λογοτεχνία και δεν άφησα να πάει χαμένο ένα προσχέδιο”. Η αλήθεια είναι μία ρευστή υπόθεση. Αν σε μία ιστορία ανακατασκευάσεις ένα κομμάτι της, τότε μπορεί να αλλάξει ολόκληρο το νόημά της. “Το φάντασμα της Αθηνάς με κυνηγά, δε θα καταφέρετε να με φιμώσετε, είμαι αθώα”!
*Το “Υellowface” της Ρεμπέκκα Φ. Κουάνγκ κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Πατάκη.
➪ Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.