Το ζήτημα της προσομοίωσης και των εικονικών αναπαραστάσεων ως μορφών εξουσίας έχουν απασχολήσει κορυφαίους συγγραφείς της λογοτεχνίας του φανταστικού. Ας θυμηθούμε εν τάχει τον Philip K. Dick (Τα τρία στίγματα του Πάλμερ Έλριντς, Ούμπικ), τον J. G. Ballarad (Εκτός Ελέγχου, Ουρανοξύστης) ή την Margaret Atwood (Ο τυφλός δολοφόνος, Η ιστορία της θεραπαίνιδας). Οι εν λόγω συγγραφείς (μαζί και κάμποσοι άλλοι λιγότερο σημαντικοί) χρησιμοποίησαν αυτά τα μοντέλα προκειμένου να περιγράψουν το πολιτισμικό εποικοδόμημα σε φουτουριστικά καθεστώτα όπου ο παράδεισος δεν απείχε και πολύ από τη δυστοπία.

Ο φιλόσοφος Ζαν Μπροντιγιάρ, στον οποίον ανήκει το μότο που εισάγει το μυθιστόρημα της Λίλια Ασαίν, στο έργο του Ομοιώματα και προσομοίωση αναφέρεται στις σημασίες και στους συμβολισμούς του πολιτισμού και των μέσων ενημέρωσης (και κοινωνικής δικτύωσης πια) που κατασκευάζουν την καθημερινή μας πραγματικότητα.

Οι κοινωνίες έχουν εμποτιστεί με «ομοιώματα» και οι ζωές μας έχουν τόσο κορεστεί με τις δομές της που το νόημα έχει χαθεί και είναι απείρως μεταβλητό. Διανύουμε την περίοδο της «προσομοίωσης» στην οποία η παραγωγή αντικαθίσταται από τα MME, τους υπολογιστές, την επεξεργασία της πληροφορίας, και την οργάνωση της κοινωνίας σύμφωνα με κώδικες και μοντέλα εξομοίωσης.

Το Πανόραμα είναι ένα δυστοπικό νουάρ μυθιστόρημα που εκτυλίσσεται το 2049. Σε μια Γαλλία που αναδύθηκε μέσα από μια νέα επανάσταση περίπου 250 χρόνια μετά την Πρώτη. Μια Γαλλία που έχει απαντήσει στο άκρο της αδικίας με ένα άλλο άκρο, εξίσου αποσταθεροποιητικό, άβολο και υποκριτικό.

Το 2029, οι Γάλλοι, ακολουθώντας μιαν influencer, πήραν τη δικαιοσύνη στα χέρια τους και ύστερα από ένα διαδικτυακό δημοψήφισμά επέλεξαν να ζήσουν σ’ ένα νέο καθεστώς που ονομάστηκε Διαφάνεια.

Η πολιτική τάξη αποκήρυξε τα συμφέροντα, οι θεσμοί  διαλύθηκαν. Εγκαθιδρύθηκε λαϊκή εξουσία: με την ψήφιση νόμων στο διαδίκτυο. Η αστυνομία αφοπλίστηκε και η δικαιοσύνη έχασε κάθε νομιμότητα. Τα δικαστήρια αντικατέστησαν απλές ψηφοφορίες για την αθώωση ή καταδίκη των κατηγορούμενων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Εγκαθιδρύθηκε λαϊκή εξουσία: με την ψήφιση νόμων στο διαδίκτυο. Ο καθένας μπορεί να καταγγείλει τον γείτονά του για κάποιο αδίκημα στον ιστότοπο transparence.fr., όπου είναι πλέον προσβάσιμες όλα τα δεδομένα της ύπαρξης των πολιτών.

Η ιδιωτικότητα εξαφανίστηκε: το εισόδημα, τα πτυχία και τα ιατρικά δεδομένα έγιναν πλέον προσβάσιμα με ένα μόνο κλικ στο διαδίκτυο. Υιοθετήθηκαν νέα πολεοδομικά πρότυπα και οικοδομήθηκαν νέα διαφανή κτίρια από γυαλί για την πρόληψη της κακοποίησης παιδιών και της ενδοοικογενειακής βίας. Ο καθένας κατέστη εγγυητής της ασφάλειας και της ευτυχίας του γείτονά του. Μόνο που αυτά τα πανάκριβα νέα σπίτια ανήκαν σε κλειστά οικιστικά συγκροτήματα στα οποία ζουν μόνο οι οικονομικά ευκατάστατοι. Οι φτωχοί και οι απείθαρχοι στοιβάχτηκαν σε μακρινά γκέτο, σε πέτρινα σπίτια, σε μέρη όπου ο νόμος και η τάξη απουσιάζουν. Οι βιβλιοθήκες καταργήθηκαν και τα βιβλία αντικαταστάθηκαν από e-books, το περιεχόμενο των οποίων «καθαρίζεται» από καθετί επιβλαβές – σ’ αυτό το σημείο το μυθιστόρημα της Λίλια Ασαίν αποτίνει προφανώς homage στο κλασικό πια Φαρενάιτ 451 του Ray Bradburry.

Οι άνθρωποι ζουν μόνο σε επιλεγμένες «κοινότητες», όπου η «καλοσύνη» και η «ανοχή» επικρατούν πάντα. Σχηματίζονται νέες τεχνητές και εύθραυστες οικογένειες. Οι εικονικοί φίλοι, αυτοί που μοιάζουν και συμμερίζονται τις απόψεις τους ο ένας για τον άλλον διαδικτυακά, έχουν πλέον γίνει φυσικοί γείτονες.

Στο σχολείο όλα γίνονται σε οθόνες. Οι μαθητές της τετάρτης δημοτικού στέκονται ο ένας δίπλα στον άλλον. Δεν μιλάνε μεταξύ τους. Απορροφημένοι από τις οθόνες τους, παίζουν online και συμμετέχουν σε εικονικούς κόσμους στους οποίους μεταμορφώνονται σε ηρωικούς χαρακτήρες. Οι έφηβοι γράφουν ο ένας στον άλλον μέσω ασφαλών μηνυμάτων και μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Δεν τηλεφωνούν ποτέ ο ένας στον άλλον. Η γενιά τους θεωρεί τις τηλεφωνικές κλήσεις ενοχλητικές , καθώς και περιττές. Οι ρομαντικές συναντήσεις κανονίζονται σε ιστότοπους, αν όχι με «κανονισμένες συναντήσεις» παρόμοιες με τους «κανονισμένους γάμους» του παρελθόντος.

Σε αυτόν τον διαφανή κόσμο της φαινομενικής ολοκληρωτικής ομαλότητας, μια οικογένεια, το ζευγάρι των Ρουαγιέ-Ντουμά και το μικρό τους αγόρι, εξαφανίζονται χωρίς να αφήσουν ίχνη. Η εξαφάνιση μάλιστα συμβαίνει στο Παξτόν, μια πολύ πολυτελή, πολύ διαφανή γειτονιά. Πώς είναι δυνατόν να συνέβη αυτό, όταν όλοι βρίσκονται σε διαρκή θέα υπό το καχύποπτο βλέμμα των γειτόνων τους; Η Ελέν, αστυνομικός που έχει γίνει «φύλακας προστασίας» με τη νέα ορολογία, ηγείται της έρευνας.

Η Ελέν είναι μια αστυνομικός με ήρεμο και μονότονο βλέμμα. Η συγγραφέας σκιαγραφεί λεπτομερώς εξαρχής τον χαρακτήρα της, επειδή θα αποτελέσει την αναφορά του αναγνώστη σε αυτήν την κοινωνία και τον τρόπο ζωής της, και τον κύριο σύνδεσμό του με την πλοκή. Αν η Ελέν δείχνει ψυχρή, αυτό ίσως γίνεται σκόπιμα επειδή αποτελεί αντεστραμμένο είδωλο αυτής της νέας κοινωνίας, όπου οι περισσότεροι άνθρωποι φαίνεται να υποφέρουν από παντελή έλλειψη ενσυναίσθησης,

Καθώς οι έρευνες ξεδιπλώνονται, οι πιο μύχιες και ενοχλητικές πτυχές της κοινότητας έρχονται στο φως. Ενώ υπάρχει μια πινελιά από το 1984 σε αυτόν τον κόσμο του 2049, δεν κανένας μουστακαλής τύραννος δεν εκπροσωπεί την εξουσία. Ο καθένας γίνεται, κατά κάποιο τρόπο, ο Μεγάλος Αδελφός του γείτονά του, μέσω μιας υποχρέωσης καλοσύνης και ευημερίας, καθώς και ενός συγκεκριμένου οράματος ηθικής. Και αλίμονο σε όποιον δεν ταιριάζει στο καλούπι. Η παραίτηση της ιδιωτικότητας στο όνομα της κοινωνικής ειρήνης είναι το νέο επίσημο δόγμα.

Ανακαλύπτουμε σταδιακά τα ελαττώματα και τον κυνισμό που μαστίζουν ενδόμυχα αυτήν την κοινωνία. Γιατί, παρά τη διαφάνεια, κάποιοι έχουν μυστικά που θέλουν να κρατήσουν καλά κρυμμένα, όποιο και αν είναι το κόστος. Οι άνθρωποι είναι θύματα των παρορμήσεών τους και των ελαττωμάτων τους πίσω από την φαινομενική τους τελειότητα.

Η ιδέα της διαφάνειας είναι όμορφη. Αλλά στην υπερβολή της, γίνεται ένα εργαλείο ολοκληρωτισμού. Σε μια κοινωνία όπου δεν υπάρχει δικτάτορας ή προσωπικότητα που να κυριαρχεί και όπου όλοι παρακολουθούν ο ένας τον άλλον, όλοι είναι ο Μεγάλος Αδελφός όλων των άλλων.

Πώς μπορούμε να ζήσουμε σε έναν κόσμο όπου η ιδιωτικότητα δεν υπάρχει πια; Μια κοινωνία που έχει αναγάγει τη διαφάνεια σε απόλυτη αρετή δεν μπορεί να είναι εν τέλει παρά μια απολυταρχική κοινωνία. Η Λίλια Ασαίν προειδοποιεί ότι αυτή η κοινωνία δεν απέχει και πολύ από τη δική μας. Η συγγραφέας σκιαγραφεί ένα καυστικό πορτρέτο αυτών των κοινωνικών δικτύων όπου διαμορφώνεται ένα μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης, οι οποίες ήδη διέπουν σημαντικά τη ζωή μας και παρέχουν ένα καθημερινό παράθυρο στην ιδιωτική μας ζωή.

Δομημένο σαν θρίλερ, το βιβλίο της Λίλια Ασαίν είναι διαρθρωμένο σε σύντομα κεφάλαια. Ο ρυθμός είναι γρήγορος και η ένταση ολοένα ανεβαίνει.

Το Πανόραμα είναι ένα αξιόλογο δυστοπικό μυθιστόρημα. Περιέχει όμως ορισμένες ευκολίες. Τα νήματα της πλοκής ξετυλίγονται κάπως απλοϊκά και οι ένοχοι εμφανίζονται, χωρίς περιπλοκές ή εντατική έρευνα.

Η περιγραφή, η πιο σωστά η προσομοίωση -με όρους Μπροντιγιάρ- του επικοδομήματος (κοινωνικές σχέσεις) και αλληλεπίδρασή του με τη βάση (οικονομικές και παραγωγικές σχέσεις), θα μπορούσαν να είναι πιο βαθιές και πιο πειστικές. Οι νέες ταξικές διαιρέσεις που παρουσιάζονται είναι πολύ απόλυτες  – πάμπλουτοι και πάμπτωχοι, χωρίς ελάχιστες ενδιάμεσες τάξεις. Σε έναν τέτοιο κόσμο δεν θα υπήρχαν απλώς ταξικές συγκρούσεις, αλλά καθημερινός ταξικός πόλεμος. Επίσης, ακόμα και ένα σύστημα άμεσης δημοκρατίας, απαλλαγμένο από τους θεσμούς, βασισμένο αποκλειστικά στα μέσα κοινωνικής δικτύωσής, ακόμα και αυτό, θα απαιτούσε κάποια ελάχιστα γρανάζια γραφειοκρατικού μηχανισμού για να λειτουργήσει. Εν τέλει, Who watches the watchers?

Γαλλίδα αλγερινής καταγωγής, η Λιλιά Ασαίν (Lilia Assaine) (γεννήθηκε το 1991. Σπούδασε φιλολογία και είναι απόφοιτος του Institut français de presse. Εργάζεται ως δημοσιογράφος στη δημόσια ραδιοφωνία. Έχει δημοσιεύσει επίσης τα βιβλία L’Œil du paon, Soleil amer και Des choses sans importance. Το Πανόραμα τιμήθηκε με το Βραβείο Renaudot των μαθητών λυκείου (2023) και το Βραβείο François Mauriac της Γαλλικής Ακαδημίας (2024).

 

 

ΙΝΦΟ: Lilia Hassaine, Πανόραμα • μτφρ. Μαριάννα Μαντά • Εκδόσεις Πόλις, 2025 • σελ. 226

 

 

 

 Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.