Η Ένωση Ελληνικού Βιβλίου κλείνει φέτος 10 χρόνια. Τα μέλη της εκπροσωπούν περίπου το 90% της εκδοτικής παραγωγής, κυρίως του εμπορικού βιβλίου, δηλαδή λογοτεχνία και παιδικό βιβλίο. Από το 2016 ο Νίκος Αργύρης είναι μέλος του διοικητικού συμβουλίου και στις εκλογές του Απριλίου του 2022 αναδείχθηκε πρόεδρος για τα επόμενα δύο χρόνια.
– Ποιος είναι ο στόχος της Ένωσης Ελληνικού Βιβλίου;
Στόχος είναι να συνομιλούμε με την πολιτεία για θέματα που άπτονται του βιβλίου και επιμελούνται το υπουργείο Πολιτισμού, το υπουργείο Οικονομικών και το υπουργείο Παιδείας. Δυστυχώς οι αρμοδιότητες για τα θέματα του βιβλίου είναι μοιρασμένες σε τρία υπουργεία. Για παράδειγμα ο ΦΠΑ, θέμα που μας απασχολεί έντονα γιατί ο ΦΠΑ παραγωγής είναι δυσανάλογα υψηλός σε σχέση με τον ΦΠΑ πώλησης, είναι αρμοδιότητα του υπουργείου Οικονομικών, ό,τι έχει να κάνει με τις σχολικές βιβλιοθήκες αφορά το υπουργείο Παιδείας, οι υπόλοιπες δημόσιες βιβλιοθήκες ανήκουν στο υπουργείο Εσωτερικών ενώ οι εκθέσεις βιβλίου και το μεταφραστικό πρόγραμμα που τρέχει αυτό τον καιρό, το GreekLit, είναι αρμοδιότητες του υπουργείου Πολιτισμού. Aπό το 2013 που έκλεισε το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου δεν υπάρχει ένας δημόσιος φορέας που συγκεντρώνει ως ευθύνη του όλες τις αρμοδιότητες για το βιβλίο.
– Φαντάζομαι ότι είναι ένα από τα πάγια αιτήματα της Ένωσης;
Ναι, εδώ και πολλά χρόνια είναι βασικό αίτημα μας η επανασύσταση ενός τέτοιου φορέα.
– Από την πλευρά του υπουργείου Πολιτισμού τι ενημέρωση έχετε σχετικά με το θέμα;
Δεν υπάρχει κανείς που να ισχυρίζεται ότι δεν χρειάζεται ένας φορέας. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και η Μυρσίνη Ζορμπά ως υπουργός είχαν ετοιμάσει νόμο για τη σύσταση ενός αντίστοιχου εθνικού κέντρου βιβλίου. Η τωρινή κυβέρνηση, αυτή τη στιγμή, φάσκει και αντιφάσκει. Ενώ παραδέχεται ότι πρέπει να υπάρξει ένας φορέας που θα αναλάβει τα θέματα του βιβλίου, από τη μια υπόσχεται ότι θα ιδρυθεί ένας νέος τέτοιος φορέας, από την άλλη ότι το Ελληνικό Ίδρυμα Πολιτισμού, που έχει κληρονομήσει κάποιες από τις αρμοδιότητες του ΕΚΕΒΙ, όπως οι εκθέσεις και η Biblionet, θα μετασχηματιστεί για να ενισχυθεί. Αυτή η ιδέα δεν μας βρίσκει σύμφωνους καθότι το ΕΙΠ δεν είναι ένα ίδρυμα αποκλειστικά για το βιβλίο και ο ρόλος του είναι άλλος, η προβολή του ελληνικού πολιτισμού στο εξωτερικό. Με το εσωτερικό όμως ποιος θα ασχοληθεί; Η τελευταία ενημέρωση από τον υφυπουργό είναι ότι έχει φτιάξει ένα σχέδιο νόμο που το έχει υποβάλλει στην υπουργό και το μελετούν.
– Είναι όντως όλο αυτό τόσο σύνθετο και γι’ αυτό τόσο χρονοβόρο;
Όχι, δεν πάμε άλλωστε να ανακαλύψουμε την πυρίτιδα. Αυτά τα πράγματα έχουν ξαναγίνει και στο εξωτερικό υπάρχουν παντού. Δυστυχώς, δεν μπορώ να το εξηγήσω. Θα έλεγα όμως ότι υπάρχει μια αδιαφορία.
– Πώς και από ποιον χαράσσεται η εθνική πολιτική για το βιβλίο;
Δεν υπάρχει καμιά εθνική πολιτική για το βιβλίο, αυτή τη στιγμή. Οι εκδότες προσπαθούμε να κάνουμε πράγματα μόνοι μας. Υπάρχουν πολλά προβλήματα. Το «Φράσις» έκλεισε μαζί με το ΕΚΕΒΙ αφήνοντας μετέωρους πολλούς ξένους εκδότες καθώς ενώ είχαν λάβει στα χαρτιά τις επιχορηγήσεις δεν εισέπραξαν ποτέ τα χρήματα. Για το GreekLit, το οποίο είναι ένα αντίστοιχο πρόγραμμα που επιδοτεί την μετάφραση ελληνικών έργων σε ξένες γλώσσες, δεν υπάρχει καμία ενημέρωση και καμία διαφάνεια για το πότε θα πληρωθούν οι ξένες εκδότες παρά τα αλλεπάλληλα δικά μας αιτήματα προς το υπουργείο Πολιτισμού.
– Τι έγινε στη φετινή Διεθνής Έκθεση Βιβλίου της Φρανκφούρτης τον Οκτώβριο;
Το υπουργείο Πολιτισμού αποφάσισε τελευταία στιγμή να αναλάβει το ίδιο τη διοργάνωση της ελληνικής συμμετοχής όπως και στη Μπολόνια, που θα γίνει τον Μάρτιο του 2023. Μέχρι τώρα την ευθύνη της διοργάνωσης είχε το Ίδρυμα Ελληνικού Πολιτισμού. Για κάποιο λόγο που δεν μας έχει αποκαλυφθεί επισήμως, αλλά νομίζω ότι είναι ξεκάθαρα τεχνοκρατικός και οικονομικός δηλαδή δεν μπορούσε το υπουργείο να δώσει εγκαίρως τα χρήματα στο ΕΙΠ, το πήρε πάνω του το υπουργείο και συγκεκριμένα η Διεύθυνση Γραμμάτων που δεν έχει καμία σχετική τεχνογνωσία. Είχαμε πολύ κακή παρουσία. Είχαμε έναν τεράστιο χώρο ως περίπτερο, χώρος που δεν χρειαζόταν και που δεν ήταν καθόλου σωστά διαρρυθμισμένος. Δεν υπήρχε καμία μελέτη για την κατασκευή του, ήταν μια εντελώς βασική παρουσία με πέντε ράφια και πέντε τραπέζια. Δεν υπήρχε καμία από τις προδιαγραφές που θα έπρεπε έχει. Φοβόμαστε ότι κάτι αντίστοιχο θα γίνει στην Διεθνή Έκθεση Παιδικού Βιβλίου στην Μπολόνια. Εν τω μεταξύ στη Μπολόνια η Ελλάδα είναι τιμώμενη χώρα στο παράλληλο πρόγραμμα Books Plus, που αφορά το ενήλικο κοινό.
– Γίνονται συναντήσεις με το υπουργείο Πολιτισμού για να καταθέσετε τις προτάσεις σας σχετικά με τις διεθνείς εκθέσεις;
Γίνονται μετά από δική μας επιμονή. Πριν από το καλοκαίρι τονίζαμε ότι είναι ήδη αργά για την Έκθεση της Φρανκφούρτης. Το Υπουργείο μας δέχτηκε τον Αύγουστο, τον Σεπτέμβριο συνεχίσαμε τις συζητήσεις αλλά αρχές Οκτωβρίου ήταν η Έκθεση. Φυσικά και δεν πρόλαβε να γίνει τίποτα. Το Υπουργείο μας έχει καλέσει να μιλήσουμε και για τη διοργάνωση της Μπολόνια όμως το Υπουργείο θεωρεί ότι είμαστε παρατηρητές. Εμείς ως εκδότες ζητάμε μια ουσιαστική συμμετοχή και μια δέσμευση πως αυτά που καταθέτουμε ως προτάσεις θα εισακουστούν και, τουλάχιστον, θα συζητηθούν. Στις συζητήσεις με το Υπουργείο δεν κρατούνται καν πρακτικά. Τρεις συναντήσεις έχει καλέσει, και για τις τρεις το Υπουργείο έκρινε σκόπιμο να μας ενημερώσει την προηγούμενη ημέρα της συνάντησης. Με αυτό τον τρόπο το Υπουργείο υποτιμά τους εκδότες. Οι συζητήσεις επικεντρώνονται σε ήσσονος σημασίας θέματα ενώ εμείς έχουμε ζητήσει τον προϋπολογισμό, ποια θα είναι η στρατηγική, τι θέλουμε να προβληθεί, ποιοι θα είναι οι προσκεκλημένοι στην Έκθεση, εάν θα υπάρχει αρχιτεκτονικός διαγωνισμός για να αναδειχθεί όποιος θα σχεδιάσει το περίπτερο. Τίποτα από αυτά δεν έχει συζητηθεί. Εμείς ως Ένωση Ελληνικού Βιβλίου δεν πήγαμε στις δύο τελευταίες συναντήσεις γιατί πιστεύουμε ότι με τη συμμετοχή μας απλώς θα θεωρηθούμε συνένοχοι από το Υπουργείο.
– Λόγω της απουσίας της Πολιτείας πέφτει το βάρος πάνω στους εκδότες;
Ναι, αλλά δεν μπορούμε να αναπληρώσουμε το κενό της. Από την πλευρά της η Πολιτεία δηλώνει ότι δεν υπάρχει μια ομοσπονδία εκδοτών για να συζητήσει μαζί της. Αυτό είναι δικαιολογία. Δεν είναι λάθος να συσταθεί ομοσπονδία αλλά από την πλευρά της η Πολιτεία θα πρέπει να κάνει όσα οφείλει ανεξάρτητα από αυτό. Άλλωστε υπάρχουν 5-6 πολύ σοβαρά σωματεία βιβλίου που πάντα είναι ενεργά και ανταποκρίνονται όταν μας καλεί το Υπουργείο για βοήθεια. Από την πλευρά όμως του Υπουργείου δεν βρίσκουμε ουσιαστική ανταπόκριση. Υπόσχονται διάφορα πράγματα που ποτέ δεν εκπληρώνονται. Πάει σχεδόν ένας χρόνος που είχαν εξαγγείλει από το Υπουργείο ένα πρόγραμμα ψηφιακού ανασχηματισμού για τους εκδότες, ένα κονδύλι από το Ταμείο Ανάκαμψης που θα δινόταν στις εκδοτικές επιχειρήσεις για να εκπονήσουν επένδυση ψηφιακού ανασχηματισμού (software, νέες ιστοσελίδες). Ένα χρόνο μετά δεν έχουμε καμία ενημέρωση. Είχαν δοθεί voucher σε ανέργους για δωρεάν βιβλία και υπήρξε ελάχιστη απορρόφηση γιατί δεν διαφημίστηκε καθόλου. Ζητήσαμε να ανοίξει εκ νέου η πλατφόρμα, να αναλάβουμε εμείς οι εκδότες τη διαφήμιση και να δοθούν τα voucher και σε άλλες κατηγορίες πληθυσμού, πχ σε νέους κάτω των 25. Δεν υπήρξε καμία ανταπόκριση.
– Όσον αφορά τα οικονομικά στον χώρο του βιβλίου πού βρισκόμαστε;
Έχουμε ζητήσει επανειλημμένα να εξισωθεί ο ΦΠΑ της παραγωγής με τον ΦΠΑ της πώλησης. Εμείς παράγουμε με ΦΠΑ 24% και πουλάμε με ΦΠΑ 6%. Υπάρχει η δυνατότητα σε μεγάλες μονάδες που κάνουν όλη την παραγωγή εσωτερικά, δηλαδή από την αγορά χαρτιού μέχρι την παράδοση του έτοιμου προϊόντος, να τιμολογήσουν με 6% ΦΠΑ στην παραγωγή. Αυτές οι μονάδες όμως είναι πολύ λίγες. Αυτό σημαίνει ότι δημιουργείται μια στρέβλωση στην αγορά γιατί υπάρχουν μικρότεροι τυπογράφοι και βιβλιοδέτες που δεν μπορούν να επιβιώσουν και εξαρτώνται από τις μεγάλες μονάδες. Επιπλέον, όλο αυτό δημιουργεί τεράστιο πρόβλημα στα ταμειακά αποθέματα των εκδοτών. Τέλος, μεγάλο μέρος της παραγωγής έχει μεταφερθεί στο εξωτερικό (Τουρκία, Ιταλία, Ισπανία) από όπου μπορείς να παραλάβεις με μηδενικό ΦΠΑ. Το κάνουν πια πολλοί εκδότες.
– Η ακρίβεια πόσο έχει επηρεάσει τον χώρο του βιβλίου;
Από τότε που ξεκίνησε ο πόλεμος στην Ουκρανία το χαρτί έχει ακριβύνει πάρα πολύ, δηλαδή από 80% έως 130% πάνω αναλόγως με το είδος του χαρτιού. Επίσης έχει ακριβύνει πάρα πολύ η παραγωγή λόγω της αύξησης της ενεργειακής τιμής που επηρεάζει τα τυπογραφεία και τις μονάδες.
– Έχει ήδη επιπτώσεις όλο αυτό;
Ναι, τα βιβλία έχουν ήδη ακριβύνει. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος να αντιμετωπιστεί το αυξημένο κόστος παραγωγής. Θα υπάρξει περιορισμός των τίτλων που θα επιλεχθούν για έκδοση, θα υπάρξει ενδεχομένως μείωση της παραγωγής.
– Ποιο είναι το καθεστώς στις δημόσιες βιβλιοθήκες;
Οι σχολικές βιβλιοθήκες, που είναι το κυρίως ζητούμενο αφού είναι η πρώτη επαφή του παιδιού με το εξωσχολικό βιβλίο, έχουν αφεθεί τελείως στην τύχη τους. Οι φορείς (σχολεία, γηροκομεία, φυλακές κοκ) ζητούν δωρεές όμως κι αυτό είναι ένα ζήτημα. Δεν υπάρχει η κουλτούρα στην Ελλάδα ότι το βιβλίο έχει ένα κόστος, ότι υπάρχει ένας πνευματικός δημιουργός που πρέπει να αμειφθεί, ο εκδότης, ο τυπογράφος μια ολόκληρη αλυσίδα ανθρώπων που ζει από αυτό. Στις σκανδιναβικές χώρες και στη Βρετανία το κράτος αγοράζει ολόκληρες εκδόσεις και τις παραχωρεί στις δημόσιες βιβλιοθήκες. Εδώ η Πολιτεία δεν υπάρχει πουθενά. Στις σχολικές βιβλιοθήκες δεν υπάρχει προσωπικό γιατί δεν προσλαμβάνουν πια βιβλιοθηκονόμους και εξαρτάται η ύπαρξη της από το φιλότιμο κάποιου δασκάλου. Δεν υπάρχει καμία κρατική μέριμνα για τις σχολικές βιβλιοθήκες, ούτε για τα προγράμματα φιλαγνωσίας, που υπήρχαν έστω και με προβλήματα. Στα ιδιωτικά που πηγαίνουν οι συγγραφείς στα παιδιά βλέπουμε την ενθουσιώδη ανταπόκριση των μαθητών, πώς ανοίγεται γι’αυτούς ο κόσμος του βιβλίου. Μόνο καλό μπορεί να κάνει κάτι τέτοιο. Αλλά και οι δημόσιες βιβλιοθήκες για ενήλικες δεν ενημερώνονται πια, έχουν αφεθεί επίσης στην τύχη τους. Θα μπορούσαν να λειτουργήσουν πέρα από βιβλιοθήκες για το κοινό που πλέον δυσκολεύεται να αγοράσει ένα βιβλίο ως χώρος δραστηριοτήτων και κοινωνικοποίησης διαφόρων κοινωνικών ομάδων, όπως των ηλικιωμένων.