Ο Μπλεκ είναι ένας ήρωας που ενσαρκώνει την αντίσταση και την αποφασιστικότητα. Με τη σωματική του δύναμη και την ακλόνητη θέλησή του, αψηφά τους κινδύνους και παλεύει για την ανεξαρτησία, και γίνεται σύμβολο της επαναστατικής πάλης ενάντια στην καταπίεση. Ένας μυώδης άνδρας περίπου 25 ετών, αφοσιωμένος στον αγώνα για την ανεξαρτησία της πατρίδας του από τους Άγγλους αποικιοκράτες, την εποχή του Πολέμου της Ανεξαρτησίας της Αμερικής (1775-1783). Με ύψος κοντά στο 1,88 μέτρα, ξανθά μαλλιά και ένα χαρακτηριστικό γούνινο καπέλο, γούνινη ζακέτα και παντελόνι με καστόρινες μπότες, ο Μπλεκ εκτός από ένα ήρωας των κόμικς ήταν (και παραμένει) ένα εμβληματικός ήρωας της επανάστασης.
Στις περιπέτειές του, ο Μπλεκ βασίζεται κυρίως στη σωματική του δύναμη, χρησιμοποιώντας τις γροθιές του ως κύριο όπλο εναντίον των “Red Coats”, όπως αποκαλούνται οι Βρετανοί αποικιοκράτες στις ιστορίες του. Μόνο σπάνια καταφεύγει στο πιστόλι, το μαχαίρι ή την καραμπίνα του, καθώς προτιμά να αντιμετωπίζει τους εχθρούς του από κοντά, με γυμνές γροθιές. Ο Μπλεκ ήταν αρχηγός μιας ομάδας κυνηγών που πολεμούσαν με θάρρος εναντίον των Βρετανών κατακτητών κατά τη διάρκεια του Αμερικανικού Επαναστατικού Πολέμου. Τα “Κόκκινα Σακκάκια”, όπως αποκαλούνταν οι Βρετανοί στρατιώτες, ήταν το σύμβολο της αποικιοκρατικής καταπίεσης που ο Μπλεκ και οι σύντροφοί του ήταν αποφασισμένοι να ανατρέψουν. Παρόλο που ο Μπλεκ ήταν ο αρχηγός, είχε δύο πολύτιμους συμμάχους που τον στήριζαν σε κάθε του περιπέτεια. Ο Ρόντι είναι ο γιος του κυνηγού Λάσιτερ, φίλου του Μπλεκ, τον οποίο οι Άγγλοι δολοφονούν, με αποτέλεσμα ο Μπλεκ να υιοθετήσει τον ορφανό Ρόντι (στο πρώτο επεισόδιο της Ελληνικής σειράς που έχει τίτλο «Ο Ξανθός Γίγας»). Ο Καθηγητής Μυστήριος είναι ένας πολύ μορφωμένος άνθρωπος, γνώστης πολλών επιστημών, συμπεριλαμβανομένης της Ιατρικής, και η ζωή του πριν γνωρίσει τον Μπλεκ παραμένει μυστήριο. Υπάρχει υπόνοια ότι ήρθε στην Αμερική μαζί με τους γονείς του Μπλεκ όταν αυτός ήταν μικρός, αλλά αυτό δεν επιβεβαιώνεται ποτέ στα σενάρια των ιστοριών. Ένας ακόμα σημαντικός χαρακτήρας στις περιπέτειες είναι ο δικηγόρος Κόνολι, ο ηγέτης των Αμερικανών επαναστατών στη Βοστώνη. Αν και δεν ήταν πάντα παρών στις περιπέτειες του Μπλεκ, ο Κόνολι έπαιζε καθοριστικό ρόλο στον συντονισμό της επαναστατικής προσπάθειας. Ακόμα και ο ίδιος ο Βενιαμίν Φραγκλίνος, ένας από τους πατέρες της αμερικανικής ανεξαρτησίας, έκανε περιστασιακές εμφανίσεις, προσφέροντας τη σοφία και την εμπειρία του στην υπόθεση της ελευθερίας.
Μέσα από τις περιπέτειές του, ο Μπλεκ και οι σύντροφοί του αντιμετώπιζαν τους Βρετανούς κατακτητές με γενναιότητα και ευφυΐα. Χρησιμοποιώντας τις γροθιές τους ως κύριο όπλο, έστηναν παγίδες και επιτίθονταν στα στρατεύματα των Red Coats, προκαλώντας σύγχυση και πανικό στις τάξεις τους. Παρόλο που ο Μπλεκ δεν ήταν παρών σε κάθε μάχη, η παρουσία του ήταν πάντα αισθητή. Ο θρύλος του ως ανίκητου πολεμιστή και αγωνιστή της ελευθερίας διαδιδόταν γρήγορα, εμπνέοντας τους συμπατριώτες του να συνεχίσουν τον αγώνα. Μαζί, ο Μπλεκ και οι σύντροφοί του έγραψαν μια από τις πιο ένδοξες σελίδες της αμερικανικής επανάστασης, αφήνοντας ένα παράδειγμα θάρρους και αυταπάρνησης για τις επόμενες γενιές.
Ο Μπλεκ, ο Ξανθός Γίγας των κόμικς, έκανε την πρώτη του εμφάνιση το 1954, δημιουργημένος από την ομάδα EsseGesse για λογαριασμό των εκδόσεων Dardo. Η EsseGesse είναι η συλλογική υπογραφή τριών Ιταλών καλλιτεχνών, του Τζιοβάνι Σινκέτο (Esse), του Ντάριο Γουτσόν (G.) και του Πιέτρο Σαρτόρις (Esse), οι οποίοι έχουν δημιούργησαν ένα τεράστιο συλλογικό έργο κατά τη διάρκεια πολλών δεκαετιών. Η πρώτη τους μεγάλη επιτυχία ήρθε με τον Κάπτεν Μίκι (και τους δύο τους μεθύστακες αλλά πολύ ικανούς φίλους του, τον Δρ. Αφαίμαξη και τον Τσικουδιά), έναν ήρωα του Φαρ Γουέστ. Ωστόσο, η επιτυχία έφερε μαζί της και προκλήσεις για το δημιουργικό τρίο, καθώς τα έργα τους βρέθηκαν στο επίκεντρο κριτικής από τη συντηρητική Καθολική Εκκλησία και τον υποστηρικτικό προς αυτήν Τύπο, οι οποίοι θεωρούσαν ότι οι ιστορίες τους δεν συμβάδιζαν με τα αποδεκτά ηθικά πρότυπα… Μέχρι, που η μεγάλη επιτυχία χτύπησε την πόρτα τους στις 3 Οκτωβρίου του 1954. Την ημέρα εκείνη τα περίπτερα ήταν γεμάτα από αντίτυπα του “Il Grande Blek” (“Μεγάλος Μπλεκ ή για μας απλώς Μπλεκ). Μια τεράστια επιτυχία που θα κρατήσει 12 ολόκληρα χρόνια μέχρι και το 1965.
Η επιλογή των EsseGesse δεν ήταν προφανώς τυχαία. Ο πόλεμος στην Ευρώπη είχε μόλις τελειώσει 9 χρόνια πριν, και οι μνήμες είναι ακόμα ζωντανές. Ο παραλληλισμός μεταξύ των Αγγλικών στρατευμάτων κατοχής και των Ναζί ανασύρει συναισθηματικές αναφορές στους αναγνώστες. Η διαχρονική σύγκρουση ανάμεσα στον δυνάστη και τον καταπιεσμένο λειτουργεί και αυτή τη φορά υπέρ των δημιουργών, οδηγώντας τους προς την επιτυχία. Στις ιστορίες του Μπλεκ, η ευθύνη για τη σχεδίαση βάρυνε κυρίως στους Γκουτσόν και Σινκέτο. Χρειαζόταν να δημιουργούν κατά μέσο όρο 120 στριπ την εβδομάδα, καλύπτοντας έτσι τις ανάγκες των ιστοριών, που ισοδυναμούσαν με περισσότερες από 40 σελίδες. Ο Σαρτόρις ήταν υπεύθυνος για το σενάριο και σχεδίαζε επίσης μερικές σελίδες κάθε μήνα. Από τον Οκτώβριο του 1954 έως τον Ιανουάριο του 1965, οι Σινκέτο, Γκουτσόν και Σαρτόρις δημιούργησαν πεντακόσια σαράντα τεύχη του Μπλεκ σε μορφή κόμικ στριπ, χωρισμένα σε είκοσι επτά ιστορίες ή, αν προτιμάτε, σε είκοσι επτά μεγάλα επεισόδια. Αυτά, αναδιαμορφωμένα με τρία στριπ ανά σελίδα, φτάνουν σε έκταση 224 σελίδων το καθένα —με εξαίρεση το τελευταίο που ήταν 159 σελίδες. Σε αυτές τις ιστορίες, ο Μπλεκ, ο Ρόντι και ο Καθηγητής Μυστήριος αντιμετωπίζουν όλα τα κλασικά στερεότυπα των γουέστερν και συναντούν αξέχαστους κακούς, όπως η μυστηριώδης Νυχτερίδα, ο σουρεαλιστικός πυγμαίος Μπαμπίνγκα, ο τρομερός μάγος Μπάρκερ, η σκοτεινή μάγισσα Νεκμέκ, ο «Καταραμένος Καμπούρης» και πολλούς άλλους.
Το 1965, η συνεργασία των τριών δημιουργών με την εκδοτική Dardo έφτασε στη 15η της χρονιά. Ωστόσο, η συνεισφορά τους στην εταιρεία δεν αντανακλούσε τις αμοιβές που λάμβαναν. Η σύγκρουση με τον διευθυντή της εκδοτικής, Μπαλιόνι Φράνκο, και η τελική ρήξη, ήταν σχεδόν αναπόφευκτες. Οι επανειλημμένες προσπάθειες της ομάδας να εξασφαλίσουν καλύτερες απολαβές απέτυχαν. Απογοητευμένοι από τη στάση της εταιρείας και την αχαριστία, διακόπτουν τις ιστορίες των ηρώων τους και αποχωρούν από την εκδοτική, η οποία, όμως, διατήρησε τα δικαιώματα των σειρών. Άνεργοι μετά από μια τόσο επιτυχημένη πορεία, προσπαθούν να προσεγγίσουν άλλες εκδοτικές για να προωθήσουν τη δουλειά τους. Σε αυτό το πλαίσιο, δημιουργούν έναν νέο ήρωα με το όνομα Alan Mistero (γνωστός στο ελληνικό κοινό ως Όμπραξ).
Στη Γαλλία, το 1968, ξεκινά η δεύτερη ζωή του Μπλεκ, χάρη σε μια ομάδα ταλαντούχων δημιουργών από διάφορες χώρες. Αυτή περιλαμβάνει, εκτός από τους σχεδιαστές που είχαν ήδη συνεργαστεί με την Dardo, τους Γάλλους Ζαν Ιβ Μιτόν, Αντρέ Αμουρίκ, Αλφιό Τιτσί, Λουτσιάνο Μπερνασκόνι, και τον Ιταλό Τσίρο Τότα, που πολιτογραφήθηκε Γάλλος. Στο πλευρό του Ναβάρο συνεργάζονται διάφοροι σεναριογράφοι, όπως οι Μαουρίτσιο Τορέλι, Ιβ Σαντερώ, Ζακ Λενό και Αλφιό Κονσολί.
Ο Κάρλο Τσεντρόνι, ωστόσο, ήταν αυτός που κατάφερε καλύτερα να συνεχίσει την κληρονομιά των EsseGesse, δημιουργώντας πολυάριθμες ιστορίες με ένα κλασικό στιλ, παρόμοιο με αυτό των Σινκέτο, Γκουτσόν και Σαρτόρις. Αυτό συνέβαλε στο να μετριαστεί η αίσθηση απουσίας των αρχικών δημιουργών. Ένα σημαντικό σημείο που αξίζει να σημειωθεί είναι η αλλαγή της δομής των ιστοριών του Μπλεκ με την είσοδό του στην εκδοτική Lug. Οι ατελείωτες περιπέτειες σε μορφή στριπ δίνουν τη θέση τους σε δυναμικές, ολοκληρωμένες ιστορίες εβδομήντα πέντε σελίδων, σε μικρότερο φορμάτ. Αρχικά, η διάταξη περιλάμβανε τρεις σειρές σχεδίων ανά σελίδα, ενώ αργότερα μειώθηκε σε δύο μεγάλα καρέ. Η γαλλική παραγωγή του Μπλεκ συνεχίστηκε έως το 1988, ενώ το 1989 η Lug διακόπτει τη λειτουργία της, παραχωρώντας τους τίτλους της, όπως το Kiwi, στη Semic, η οποία περιορίστηκε σε ανατυπώσεις ή δημοσιεύσεις ιστοριών από τη Γιουγκοσλαβία.
Από τα μέσα της δεκαετίας του ’70, ο ξανθός κυνηγός των EsseGesse ξεκινά να ζει δύο παράλληλες ζωές. Η πρώτη ξεκινά τον Οκτώβριο του 1974 στην Αθήνα, όπου ο εκδότης, δημοσιογράφος και συγγραφέας Στέλιος Ανεμοδουράς δημοσιεύει το πρώτο από τα οκτώ επεισόδια του Μπλεκ, με σενάριο δικής του συγγραφής και σχέδια του Βύρωνα Απτόσογλου. Αυτή η παραγωγή ιστοριών διήρκεσε συνολικά τρία χρόνια, ολοκληρώνοντας τον κύκλο της τον Απρίλιο του 1977.
Προς το τέλος της δεκαετίας, στη Γιουγκοσλαβία, οι εκδόσεις Dnevnik στο Νόβι Σαντ, που είχαν αποκτήσει τα δικαιώματα για να εκδίδουν τον χαρακτήρα από το 1975, αποφασίζουν να δημιουργήσουν νέες ιστορίες για τα περιοδικά τους, όπως το Lunov Magnus Strip, Almahan και Lms Specijal. Σε αυτή την περίπτωση, ο εκδότης ακολουθεί τη λογική μικρών ιστοριών των εξήντα σελίδων, πολύ πιο κατάλληλων για περιοδικές εκδόσεις όπως το Lunov Magnus Strip, το οποίο δημοσίευε κόμικς περιπέτειας τόσο εγχώριας όσο και διεθνούς παραγωγής.
☞︎ ΙΝΦΟ: Ο επετειακός τόμος του Μπλεκ για τα 70 χρόνια του ήρωα κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Μικρός Ήρως.
Ο Μπλεκ είναι ένας ήρωας που ενσαρκώνει την αντίσταση και την αποφασιστικότητα. Με τη σωματική του δύναμη και την ακλόνητη θέλησή του, αψηφά τους κινδύνους και παλεύει για την ανεξαρτησία, και γίνεται σύμβολο της επαναστατικής πάλης ενάντια στην καταπίεση. Ένας μυώδης άνδρας περίπου 25 ετών, αφοσιωμένος στον αγώνα για την ανεξαρτησία της πατρίδας του από τους Άγγλους αποικιοκράτες, την εποχή του Πολέμου της Ανεξαρτησίας της Αμερικής (1775-1783). Με ύψος κοντά στο 1,88 μέτρα, ξανθά μαλλιά και ένα χαρακτηριστικό γούνινο καπέλο, γούνινη ζακέτα και παντελόνι με καστόρινες μπότες, ο Μπλεκ εκτός από ένα ήρωας των κόμικς ήταν (και παραμένει) ένα εμβληματικός ήρωας της επανάστασης.
Στις περιπέτειές του, ο Μπλεκ βασίζεται κυρίως στη σωματική του δύναμη, χρησιμοποιώντας τις γροθιές του ως κύριο όπλο εναντίον των “Red Coats”, όπως αποκαλούνται οι Βρετανοί αποικιοκράτες στις ιστορίες του. Μόνο σπάνια καταφεύγει στο πιστόλι, το μαχαίρι ή την καραμπίνα του, καθώς προτιμά να αντιμετωπίζει τους εχθρούς του από κοντά, με γυμνές γροθιές. Ο Μπλεκ ήταν αρχηγός μιας ομάδας κυνηγών που πολεμούσαν με θάρρος εναντίον των Βρετανών κατακτητών κατά τη διάρκεια του Αμερικανικού Επαναστατικού Πολέμου. Τα “Κόκκινα Σακκάκια”, όπως αποκαλούνταν οι Βρετανοί στρατιώτες, ήταν το σύμβολο της αποικιοκρατικής καταπίεσης που ο Μπλεκ και οι σύντροφοί του ήταν αποφασισμένοι να ανατρέψουν. Παρόλο που ο Μπλεκ ήταν ο αρχηγός, είχε δύο πολύτιμους συμμάχους που τον στήριζαν σε κάθε του περιπέτεια. Ο Ρόντι είναι ο γιος του κυνηγού Λάσιτερ, φίλου του Μπλεκ, τον οποίο οι Άγγλοι δολοφονούν, με αποτέλεσμα ο Μπλεκ να υιοθετήσει τον ορφανό Ρόντι (στο πρώτο επεισόδιο της Ελληνικής σειράς που έχει τίτλο «Ο Ξανθός Γίγας»). Ο Καθηγητής Μυστήριος είναι ένας πολύ μορφωμένος άνθρωπος, γνώστης πολλών επιστημών, συμπεριλαμβανομένης της Ιατρικής, και η ζωή του πριν γνωρίσει τον Μπλεκ παραμένει μυστήριο. Υπάρχει υπόνοια ότι ήρθε στην Αμερική μαζί με τους γονείς του Μπλεκ όταν αυτός ήταν μικρός, αλλά αυτό δεν επιβεβαιώνεται ποτέ στα σενάρια των ιστοριών. Ένας ακόμα σημαντικός χαρακτήρας στις περιπέτειες είναι ο δικηγόρος Κόνολι, ο ηγέτης των Αμερικανών επαναστατών στη Βοστώνη. Αν και δεν ήταν πάντα παρών στις περιπέτειες του Μπλεκ, ο Κόνολι έπαιζε καθοριστικό ρόλο στον συντονισμό της επαναστατικής προσπάθειας. Ακόμα και ο ίδιος ο Βενιαμίν Φραγκλίνος, ένας από τους πατέρες της αμερικανικής ανεξαρτησίας, έκανε περιστασιακές εμφανίσεις, προσφέροντας τη σοφία και την εμπειρία του στην υπόθεση της ελευθερίας.
Μέσα από τις περιπέτειές του, ο Μπλεκ και οι σύντροφοί του αντιμετώπιζαν τους Βρετανούς κατακτητές με γενναιότητα και ευφυΐα. Χρησιμοποιώντας τις γροθιές τους ως κύριο όπλο, έστηναν παγίδες και επιτίθονταν στα στρατεύματα των Red Coats, προκαλώντας σύγχυση και πανικό στις τάξεις τους. Παρόλο που ο Μπλεκ δεν ήταν παρών σε κάθε μάχη, η παρουσία του ήταν πάντα αισθητή. Ο θρύλος του ως ανίκητου πολεμιστή και αγωνιστή της ελευθερίας διαδιδόταν γρήγορα, εμπνέοντας τους συμπατριώτες του να συνεχίσουν τον αγώνα. Μαζί, ο Μπλεκ και οι σύντροφοί του έγραψαν μια από τις πιο ένδοξες σελίδες της αμερικανικής επανάστασης, αφήνοντας ένα παράδειγμα θάρρους και αυταπάρνησης για τις επόμενες γενιές.
Ο Μπλεκ, ο Ξανθός Γίγας των κόμικς, έκανε την πρώτη του εμφάνιση το 1954, δημιουργημένος από την ομάδα EsseGesse για λογαριασμό των εκδόσεων Dardo. Η EsseGesse είναι η συλλογική υπογραφή τριών Ιταλών καλλιτεχνών, του Τζιοβάνι Σινκέτο (Esse), του Ντάριο Γουτσόν (G.) και του Πιέτρο Σαρτόρις (Esse), οι οποίοι έχουν δημιούργησαν ένα τεράστιο συλλογικό έργο κατά τη διάρκεια πολλών δεκαετιών. Η πρώτη τους μεγάλη επιτυχία ήρθε με τον Κάπτεν Μίκι (και τους δύο τους μεθύστακες αλλά πολύ ικανούς φίλους του, τον Δρ. Αφαίμαξη και τον Τσικουδιά), έναν ήρωα του Φαρ Γουέστ. Ωστόσο, η επιτυχία έφερε μαζί της και προκλήσεις για το δημιουργικό τρίο, καθώς τα έργα τους βρέθηκαν στο επίκεντρο κριτικής από τη συντηρητική Καθολική Εκκλησία και τον υποστηρικτικό προς αυτήν Τύπο, οι οποίοι θεωρούσαν ότι οι ιστορίες τους δεν συμβάδιζαν με τα αποδεκτά ηθικά πρότυπα… Μέχρι, που η μεγάλη επιτυχία χτύπησε την πόρτα τους στις 3 Οκτωβρίου του 1954. Την ημέρα εκείνη τα περίπτερα ήταν γεμάτα από αντίτυπα του “Il Grande Blek” (“Μεγάλος Μπλεκ ή για μας απλώς Μπλεκ). Μια τεράστια επιτυχία που θα κρατήσει 12 ολόκληρα χρόνια μέχρι και το 1965.
Η επιλογή των EsseGesse δεν ήταν προφανώς τυχαία. Ο πόλεμος στην Ευρώπη είχε μόλις τελειώσει 9 χρόνια πριν, και οι μνήμες είναι ακόμα ζωντανές. Ο παραλληλισμός μεταξύ των Αγγλικών στρατευμάτων κατοχής και των Ναζί ανασύρει συναισθηματικές αναφορές στους αναγνώστες. Η διαχρονική σύγκρουση ανάμεσα στον δυνάστη και τον καταπιεσμένο λειτουργεί και αυτή τη φορά υπέρ των δημιουργών, οδηγώντας τους προς την επιτυχία. Στις ιστορίες του Μπλεκ, η ευθύνη για τη σχεδίαση βάρυνε κυρίως στους Γκουτσόν και Σινκέτο. Χρειαζόταν να δημιουργούν κατά μέσο όρο 120 στριπ την εβδομάδα, καλύπτοντας έτσι τις ανάγκες των ιστοριών, που ισοδυναμούσαν με περισσότερες από 40 σελίδες. Ο Σαρτόρις ήταν υπεύθυνος για το σενάριο και σχεδίαζε επίσης μερικές σελίδες κάθε μήνα. Από τον Οκτώβριο του 1954 έως τον Ιανουάριο του 1965, οι Σινκέτο, Γκουτσόν και Σαρτόρις δημιούργησαν πεντακόσια σαράντα τεύχη του Μπλεκ σε μορφή κόμικ στριπ, χωρισμένα σε είκοσι επτά ιστορίες ή, αν προτιμάτε, σε είκοσι επτά μεγάλα επεισόδια. Αυτά, αναδιαμορφωμένα με τρία στριπ ανά σελίδα, φτάνουν σε έκταση 224 σελίδων το καθένα —με εξαίρεση το τελευταίο που ήταν 159 σελίδες. Σε αυτές τις ιστορίες, ο Μπλεκ, ο Ρόντι και ο Καθηγητής Μυστήριος αντιμετωπίζουν όλα τα κλασικά στερεότυπα των γουέστερν και συναντούν αξέχαστους κακούς, όπως η μυστηριώδης Νυχτερίδα, ο σουρεαλιστικός πυγμαίος Μπαμπίνγκα, ο τρομερός μάγος Μπάρκερ, η σκοτεινή μάγισσα Νεκμέκ, ο «Καταραμένος Καμπούρης» και πολλούς άλλους.
Το 1965, η συνεργασία των τριών δημιουργών με την εκδοτική Dardo έφτασε στη 15η της χρονιά. Ωστόσο, η συνεισφορά τους στην εταιρεία δεν αντανακλούσε τις αμοιβές που λάμβαναν. Η σύγκρουση με τον διευθυντή της εκδοτικής, Μπαλιόνι Φράνκο, και η τελική ρήξη, ήταν σχεδόν αναπόφευκτες. Οι επανειλημμένες προσπάθειες της ομάδας να εξασφαλίσουν καλύτερες απολαβές απέτυχαν. Απογοητευμένοι από τη στάση της εταιρείας και την αχαριστία, διακόπτουν τις ιστορίες των ηρώων τους και αποχωρούν από την εκδοτική, η οποία, όμως, διατήρησε τα δικαιώματα των σειρών. Άνεργοι μετά από μια τόσο επιτυχημένη πορεία, προσπαθούν να προσεγγίσουν άλλες εκδοτικές για να προωθήσουν τη δουλειά τους. Σε αυτό το πλαίσιο, δημιουργούν έναν νέο ήρωα με το όνομα Alan Mistero (γνωστός στο ελληνικό κοινό ως Όμπραξ).
Στη Γαλλία, το 1968, ξεκινά η δεύτερη ζωή του Μπλεκ, χάρη σε μια ομάδα ταλαντούχων δημιουργών από διάφορες χώρες. Αυτή περιλαμβάνει, εκτός από τους σχεδιαστές που είχαν ήδη συνεργαστεί με την Dardo, τους Γάλλους Ζαν Ιβ Μιτόν, Αντρέ Αμουρίκ, Αλφιό Τιτσί, Λουτσιάνο Μπερνασκόνι, και τον Ιταλό Τσίρο Τότα, που πολιτογραφήθηκε Γάλλος. Στο πλευρό του Ναβάρο συνεργάζονται διάφοροι σεναριογράφοι, όπως οι Μαουρίτσιο Τορέλι, Ιβ Σαντερώ, Ζακ Λενό και Αλφιό Κονσολί.
Ο Κάρλο Τσεντρόνι, ωστόσο, ήταν αυτός που κατάφερε καλύτερα να συνεχίσει την κληρονομιά των EsseGesse, δημιουργώντας πολυάριθμες ιστορίες με ένα κλασικό στιλ, παρόμοιο με αυτό των Σινκέτο, Γκουτσόν και Σαρτόρις. Αυτό συνέβαλε στο να μετριαστεί η αίσθηση απουσίας των αρχικών δημιουργών. Ένα σημαντικό σημείο που αξίζει να σημειωθεί είναι η αλλαγή της δομής των ιστοριών του Μπλεκ με την είσοδό του στην εκδοτική Lug. Οι ατελείωτες περιπέτειες σε μορφή στριπ δίνουν τη θέση τους σε δυναμικές, ολοκληρωμένες ιστορίες εβδομήντα πέντε σελίδων, σε μικρότερο φορμάτ. Αρχικά, η διάταξη περιλάμβανε τρεις σειρές σχεδίων ανά σελίδα, ενώ αργότερα μειώθηκε σε δύο μεγάλα καρέ. Η γαλλική παραγωγή του Μπλεκ συνεχίστηκε έως το 1988, ενώ το 1989 η Lug διακόπτει τη λειτουργία της, παραχωρώντας τους τίτλους της, όπως το Kiwi, στη Semic, η οποία περιορίστηκε σε ανατυπώσεις ή δημοσιεύσεις ιστοριών από τη Γιουγκοσλαβία.
Από τα μέσα της δεκαετίας του ’70, ο ξανθός κυνηγός των EsseGesse ξεκινά να ζει δύο παράλληλες ζωές. Η πρώτη ξεκινά τον Οκτώβριο του 1974 στην Αθήνα, όπου ο εκδότης, δημοσιογράφος και συγγραφέας Στέλιος Ανεμοδουράς δημοσιεύει το πρώτο από τα οκτώ επεισόδια του Μπλεκ, με σενάριο δικής του συγγραφής και σχέδια του Βύρωνα Απτόσογλου. Αυτή η παραγωγή ιστοριών διήρκεσε συνολικά τρία χρόνια, ολοκληρώνοντας τον κύκλο της τον Απρίλιο του 1977.
Προς το τέλος της δεκαετίας, στη Γιουγκοσλαβία, οι εκδόσεις Dnevnik στο Νόβι Σαντ, που είχαν αποκτήσει τα δικαιώματα για να εκδίδουν τον χαρακτήρα από το 1975, αποφασίζουν να δημιουργήσουν νέες ιστορίες για τα περιοδικά τους, όπως το Lunov Magnus Strip, Almahan και Lms Specijal. Σε αυτή την περίπτωση, ο εκδότης ακολουθεί τη λογική μικρών ιστοριών των εξήντα σελίδων, πολύ πιο κατάλληλων για περιοδικές εκδόσεις όπως το Lunov Magnus Strip, το οποίο δημοσίευε κόμικς περιπέτειας τόσο εγχώριας όσο και διεθνούς παραγωγής.
☞︎ ΙΝΦΟ: Ο επετειακός τόμος του Μπλεκ για τα 70 χρόνια του ήρωα κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Μικρός Ήρως.