“Η Μεγάλη Απορρύθμιση” δεν είναι ένα ακόμα βιβλίο για την κλιματική κρίση. Είναι ένα δριμύ κατηγορώ απέναντι στον σύγχρονο πολιτισμό και κυρίως απέναντι στη λογοτεχνία, την τέχνη και τον τρόπο με τον οποίο μάθαμε να αφηγούμαστε την πραγματικότητα. Ο Γκος δε ξεκινά από τα δεδομένα, τα γραφήματα ή τις προβλέψεις, αλλά από μια αμηχανία. Γιατί ενώ ζούμε μέσα στην πιο δραστική οικολογική μεταβολή στην ιστορία του ανθρώπου, η λογοτεχνία σιωπά; Γιατί η κλιματική κατάρρευση μοιάζει να συμβαίνει εκτός της “σοβαρής” αφήγησης; Ο σύγχρονος πολιτισμός μας δεν αντέχει να κοιτάξει κατάματα το απρόβλεπτο, το χαοτικό, το μη ανθρώπινο. 

Η “Μεγάλη Απορρύθμιση” δεν αφορά μόνο την πολιτική αδράνεια ή την οικονομική απληστία, αλλά και τη φαντασία μας. Τον τρόπο που μάθαμε να θεωρούμε “ρεαλιστικό” μόνο ό,τι χωρά σε μια κανονικότητα ελέγχου. Η μοντέρνα λογοτεχνία, λέει ο Γκος εκπαιδεύτηκε να απορρίπτει τα ακραία και τα ασυνήθιστα ως “απίθανα” κι όμως η κλιματική κρίση είναι ακριβώς αυτό: το απίθανο που γίνεται καθημερινότητα. Πλημμύρες, φωτιές, τυφώνες, μετακινήσεις πληθυσμών που παραμένουν σχεδόν αόρατα στη μυθοπλασία που θεωρείται “σοβαρή”. 

Ο Γκος δεν κατηγορεί απλώς τους συγγραφείς, αλλά το ίδιο το αισθητικό καθεστώς του σύγχρονου κόσμου. Τον ρεαλισμό που εξορίζει τη φύση στο φόντο, τον ανθρωποκεντρισμό που θεωρεί τη Γη σκηνικό και όχι πρωταγωνιστή. Τη νεωτερικότητα που πίστεψε ότι μπορεί να τιθασεύσει τον πλανήτη χωρίς συνέπειες. Το αποτέλεσμα είναι μια τέχνη που μιλά για τις μικρές αγωνίες της μεσαίας τάξης, ενώ ο κόσμος καίγεται κυριολεκτικά. 

Το πιο κομβικό στοιχείο του βιβλίου δεν είναι η περιγραφή της οικολογικής κρίσης, αλλά η περιγραφή της άρνησης. Ο συγγραφέας δείχνει πως η κλιματική αλλαγή δεν αντιμετωπίζεται ως υπαρξιακή απειλή, αλλά ως “θέμα”. Ένα ακόμα ζήτημα πολιτικής, ένα ακόμα πεδίο συζήτησης, κάτι που μπορεί να αναβληθεί. Σε αυτό το σημείο γίνεται σχεδόν ψυχαναλυτικό: δεν αρνούμαστε επειδή δεν ξέρουμε, αλλά επειδή ξέρουμε και δεν αντέχουμε να αλλάξουμε. 

Ιδιαίτερα αιχμηρό είναι το κομμάτι όπου συνδέει την κλιματική κρίση με την αποικιοκρατία. Ο Γκος δείχνει ότι οι κοινωνίες που επωφελήθηκαν περισσότερο από τη βιομηχανική ανάπτυξη είναι αυτές που σήμερα έχουν και τη μεγαλύτερη ευθύνη, αλλά και τη μεγαλύτερη άνεση να αγνοούν τις συνέπειες. Η κλιματική κρίση δεν είναι “παγκόσμια” με ουδέτερους όρους. Είναι άνιση, ταξική, γεωπολιτική και το γεγονός ότι παρουσιάζεται συχνά ως συλλογικό πρόβλημα χωρίς ιστορία είναι μέρος της ίδιας της παρέκκλισης. 

Το βιβλίο δεν προσφέρει εύκολες λύσεις, δεν είναι εγχειρίδιο δράσης. Είναι περισσότερο ένα κάλεσμα σε ρήξη. Ο δημιουργός ζητά κάτι πιο δύσκολο από την οικολογική ευαισθητοποίηση: ζητά να ξαναμάθουμε να αφηγούμαστε έναν κόσμο όπου ο άνθρωπος δεν είναι το κέντρο, όπου η φύση δεν είναι διακοσμητικό στοιχείο, όπου το απρόβλεπτο δε θεωρείται λογοτεχνική αποτυχία, αλλά πραγματικότητα. 

Αυτό που κάνει τη “Μεγάλη Απορρύθμιση” τόσο ισχυρό είναι ότι δεν σου επιτρέπει την άνεση της απόστασης. Δεν μπορείς να το διαβάσεις ως “ενδιαφέρον δοκίμιο”. Σε εμπλέκει, σε καθιστά συνένοχο. Αν ανήκεις στον κόσμο της γραφής, της τέχνης, της σκέψης, σε αναγκάζει να αναρωτηθείς: τι αποσιωπώ; Τι θεωρώ υπερβολικό; Τι αποφεύγω να δω για να συνεχίσω να γράφω όπως πριν; 

Είναι ένα αναγκαίο βιβλίο, καθώς το 2025 δίνει τη θέση του στο 2026. Προκύπτει ως αποτέλεσμα του λογικού συλλογισμού ότι πριν από κάθε πολιτική ή τεχνολογική λύση, χρειάζεται να αναγνωρίσουμε το μέγεθος της άρνησης στην οποία ζούμε και αυτό ακριβώς κάνει εμφατικά ο Αμιτάβ Γκος: ονομάζει την άρνηση, της δίνει μορφή, της δίνει ιστορία και μόνο αυτό σε έναν κόσμο που συνεχίζει να συμπεριφέρεται σαν να μη συμβαίνει τίποτα, είναι μια πράξη βαθιάς διανοητικής ανυπακοής κι αξίζει να αναδειχθεί. 

“Η Μεγάλη Απορρύθμιση”, του Αμιτάβ Γκος • Εκδόσεις San Casciano

 

 

 Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.