Το “Gender Queer: Μια Αυτοβιογραφία” του Maia Kobabe συνιστά ένα τολμηρό και συγκινητικά ειλικρινές παράδειγμα της δυναμικής του αυτοβιογραφικού κόμικ ως μορφής queer αφήγησης, που υπερβαίνει την προσωπική εξομολόγηση και μετατρέπεται σε πολιτική πράξη επιτελεστικής ορατότητας.
Αρχικά δημιουργημένο ως μέσο εξήγησης προς την οικογένεια του/της Kobabe για το τι σημαίνει να είναι κανείς nonbinary και asexual, το Gender Queer επεκτείνεται σε έναν ευρύτερο ορίζοντα αυτογνωσιακής αφήγησης, καταγράφοντας με λεπτομέρεια και συγκίνηση τις εφηβικές ταραχές, τις κοινωνικές διαπραγματεύσεις ταυτότητας και τις μικρές, πλην καθοριστικές, στιγμές αντίστασης στην κανονιστική γλώσσα του φύλου.
Η χρήση των Spivak αντωνυμιών (e/em/eir) δεν είναι απλώς μια μορφολογική διαφοροποίηση αλλά μια συνειδητή πολιτική τοποθέτηση: το κείμενο δεν περιγράφει απλώς το πώς είναι να ζεις ως nonbinary άτομο, αναπαριστά αυτή την ταυτότητα μέσα από τη γλωσσική του μορφή. Όπως επισημαίνουν θεωρητικοί όπως η Judith Butler ή η Jack Halberstam, η ταυτότητα δεν προϋπάρχει της γλώσσας αλλά επιτελείται μέσα από αυτήν. Η Kobabe, μέσα από την υφολογική συνέπεια και την αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο, ενσαρκώνει αυτή τη θεωρητική αρχή.
Η γραφική μορφή του έργου καθιστά το σώμα κυριολεκτικά ορατό, ένα σώμα σε σύγχυση, σε μετάβαση, σε αντίσταση. Από το άγχος των ιατρικών εξετάσεων μέχρι τη χαρά των fanfiction κοινοτήτων, η Kobabe εικονογραφεί πώς η σεξουαλικότητα, το φύλο και η προσωπική ιστορία διασταυρώνονται σε επίπεδο καθημερινής εμπειρίας.
Παράλληλα, το Gender Queer λειτουργεί και ως εκπαιδευτικό εργαλείο. Δεν επιδιώκει να πείσει, αλλά επιδιώκει να δείξει, τη δυσκολία της γλωσσικής κατανόησης, την επίπονη διαδικασία του να έρθεις σε συμφωνία με το σώμα σου, ακόμα και τη σημασία των μικρών συμμαχιών που απαιτούνται σε εχθρικά περιβάλλοντα.
Δεν είναι τυχαίο ότι το βιβλίο αποτέλεσε τον πιο λογοκριμένο τίτλο στις ΗΠΑ για τρία συνεχή έτη. Το γεγονός αυτό υπογραμμίζει την ακριβή του αξία: η αφήγηση της queer εμπειρίας, όταν ειπωθεί με ειλικρίνεια, απειλεί τις δομές εξουσίας όχι επειδή είναι προκλητική, αλλά επειδή είναι ανθρώπινη. Η περίπτωση του Gender Queer της Maia Kobabe προσφέρει ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του πώς η queer αυτοβιογραφική αφήγηση μπορεί να λειτουργήσει όχι μόνο ως εργαλείο αυτοκατανόησης, αλλά και ως σημείο τριβής με τις κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις που ορίζουν τι μπορεί και τι δεν μπορεί να ειπωθεί δημόσια. Αν και η αρχική δήλωση bisexual ταυτότητας κατά τη διάρκεια της εφηβείας της Kobabe έγινε σε ένα σχετικά ασφαλές και υποστηρικτικό περιβάλλον (αυτό της προοδευτικής κοινότητας στο Bay Area) η μετέπειτα αυτοπροσδιοριστική κίνηση ως nonbinary, χρόνια αργότερα, συνάντησε ένα διαφορετικό είδος δυσκολίας: την απουσία γλώσσας.
Το γεγονός ότι, όπως δήλωσε η ίδια η δημιουργός στους ΝΥΤ, «δεν υπήρχε λέξη για αυτό» (“There wasn’t this language for it”), φωτίζει ένα κρίσιμο πρόβλημα: η γλώσσα του φύλου παραμένει ατελής όταν καλείται να περιγράψει εμπειρίες πέρα από το δίπολο. Σύμφωνα με τη Sara Ahmed (“Living a Feminist Life”, 2017, Duke University Press) η δυνατότητα να «ονομάσεις» το βίωμά σου δεν είναι απλώς συμβολική, αλλά θεμελιώδης για την ίδια την υποκειμενικότητα. Η Kobabe, ανήμπορη να βρει «λέξεις που να χωράνε το σώμα της», κατέφυγε έτσι στη γραφή και το σχέδιο ως εναλλακτικές μορφές γλωσσικότητας.
Από τα ασπρόμαυρα κόμικ που αρχικά δημοσίευε στο Instagram μέχρι τη μορφοποίηση τους σε πλήρες αυτοβιογραφικό graphic novel το 2019, το Gender Queer ξεκινά ως μια προσωπική εξομολόγηση και καταλήγει να λειτουργεί ως συλλογικό εργαλείο αναγνώρισης. Τα σχόλια των αναγνωστών «δεν ήξερα καν ότι υπάρχουν λέξεις για αυτό» ενισχύει τη θέση της Judith Butler ότι η ορατότητα της ταυτότητας δεν προϋπάρχει, παράγεται μέσα από το λόγο, το σώμα και την αποδοχή του άλλου.
Παρότι κυκλοφόρησε από μικρό εκδοτικό οίκο, με αρχικό τιράζ μόλις 5.000 αντίτυπα, το Gender Queer όχι μόνο βρήκε αναγνωστικό κοινό αλλά και έγινε αντικείμενο εντονότατης αντίδρασης: ήταν, όπως προαναφέρθηκε, το πιο απαγορευμένο βιβλίο στις Ηνωμένες Πολιτείες για τρία συναπτά έτη (2021–2023), σύμφωνα με την American Library Association. Η λογοκρισία δεν στοχεύει εδώ απλώς ένα κείμενο, στοχεύει το ίδιο το ενδεχόμενο ύπαρξης μιας μη-κανονιστικής ταυτότητας μέσα στην αφήγηση.
Σε αυτό το πλαίσιο, το Gender Queer δεν αποτελεί απλώς ένα παράδειγμα queer ορατότητας· μετατρέπεται σε πεδίο διαμάχης όπου συγκρούονται η ανάγκη για έκφραση και η επιθυμία για κανονικοποίηση. Η ιστορία του, από τη φαινομενικά οικεία Bay Area μέχρι τη δημόσια δαιμονοποίηση του περιεχομένου του, αναδεικνύει με τον πιο έντονο τρόπο το πολιτικό φορτίο της προσωπικής μαρτυρίας όταν αυτή αφορά σώματα και γλώσσες που δεν έχουν ακόμη πλήρως αναγνωριστεί.
Ο δρόμος προς την αυτογνωσία μπορεί να είναι πραγματικά μπερδεμένος, και αυτό φαίνεται καθαρά στην αφήγηση της Kobabe, καθώς περιγράφει πώς πάλεψε με διάφορες πιθανές ταυτότητες, νιώθοντας ότι το να είναι ασεξουαλικό ή τρανς άτομο ήταν κοντά, αλλά όχι ακριβώς σωστό. Για την Kobabe, το ζήτημα δεν ήταν τόσο η «ερμηνεία» του φύλου, όσο η επιθυμία να το μειώσει («δεν ήθελα περισσότερα έμφυλα χαρακτηριστικά, ήμουν λιγότερο»). Το ταξίδι της έχει πραγματική αξία· είναι μια ιστορία που μπορεί να λειτουργήσει σαν φάρος για όποιον παλεύει να κατανοήσει τη δική του ταυτότητα φύλου.
Βιβλία σαν κι αυτό είναι απαραίτητα, ειδικά επειδή μπορούν να διαβαστούν και να γίνουν κατανοητά σε μικρότερες ηλικίες, όταν το να βλέπεις τον εαυτό σου μέσα σε μια αφήγηση είναι κάτι βαθιά υποστηρικτικό. Συνεπώς συμπερασματικά, θα πρέπει να παραδεχτούμε ότι το Gender Queer δεν είναι μια απλή αυτοβιογραφία. Είναι μια προσεκτική χαρτογράφηση της γλώσσας της ταυτότητας, μια πρόταση περί σύνθετης ενσυναίσθησης, και ένα βιβλίο που προσφέρει, όπως γράφει και το ίδιο, όχι απαντήσεις, αλλά εργαλεία σκέψης και στοχασμού.
*Το βιβλίο “Gender Queer: Mια Αυτοβιογραφία” του Maia Kobabe κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Οξύ.
➪ Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.