Ο Άλντους Χάξλεϋ και Τζωρτζ Όργουελ φιλοδοξούσαν να αποτυπώσουν τη μελλούμενη κατάσταση των πραγμάτων που θεωρούσαν πως θα λάβει ο κόσμος με βάση τα πολιτικά και τεχνολογικά δεδομένα της εποχής τους. Με διαφορετικό τρόπο σκιαγράφησαν μια μελαγχολική, ενδεχόμενη, πραγματικότητα που συνέτεινε στο χαρακτηρισμό της δυστοπίας.
Ο Άλντους Χάξλεϋ στο βιβλίο του με τον σαιξπηρικό τίτλο “Ο Θαυμαστός Καινούργιος Κόσμος” προσπαθούσε να γίνει ο σκαπανέας για την ανάδυση της επερχόμενης πραγματικότητας που θεωρούσε ως πιθανή για να λάβει σάρκα και οστά τα επόμενα χρόνια. Το “1984” του Όργουελ από την άλλη, βασιζόταν εν πολλοίς στις εμπειρίες του συγγραφέα του από το Ισπανικό εμφύλιο και την αμφιλεγόμενη στάση του κομμουνιστικού κόμματος να μηχανορραφεί και να προσπαθεί να επιβληθεί έναντι των έτερων προοδευτικών δυνάμεων. Το βλέμμα του Όργουελ κοιτούσε πρωτίστως προς την ανάδυση του σταλινισμού και την τρομαχτική εποβολή του η οποία θεμελίωνε την αδιαμφισβήτητη εξουσία της πάνω σε μια ολοκληρωτική αντίληψη του κράτους.
Ο Όργουελ μιλούσε στο “1984” για ένα φανταστικό ολοκληρωτικό κράτος το οποίο στηρίζε την δεσποτική του δύναμη στην ικανότητα του να διεισδύει στην ιδιωτική ζωή των πολιτών του απογυμνώνοντας τους από μυστικά και ιδέες διαβρωτικές προς τη καθεστηκυία τάξη. Μια κοινωνία που όφειλε να πειθαρχεί αδιαμαρτύρητα στα κελεύσματα της εξουσίας που σαν πανοπτικο-όπως το περιέγραψε ο Τζέρεμι Μπένθαμ -επέβλεπε κάθε απόκλιση από τις βουλές της προκειμένου να τη στείλει στο πυρ το εξώτερο.
Πίσω από τα λεγόμενα του Όργουελ νιώθουμε το φόβο που προκαλούσε η απονομή αυθαίρετης δικαιοσύνης του σοβιετικού καθεστώτος, τα Γκουλάγκ που έπνιγαν το κράτος δικαίου σε μια αχανή επικράτεια πόνου και εκμετάλλευσης, την απόρριψη του δημοκρατικού διαλόγου και της διαφωνίας μπροστά στα θέσφατα του Κόμματος. Νιώθουμε πρωτίστως τις αγωνίες του Ψυχρού πολέμου και του υπαρξιακού ανταγωνισμού ανάμεσα στο δίπολο υπεδυνάμεων του.
Το όραμα του Όργουελ και τα επίθετα που γέννησε το βιβλίο,όπως οργουελικος που προσιδιάζουν στην περιγραφή μιας αποπνικτικής κατάστασης ελέγχου και πειθαρχίας , ανταποκρίνονται στο μέλλον που πίστευε πως ήταν πιθανό; Ο Χάξλεϋ διαφωνούσε και μάλιστα εξέφρασε τη αμφιβολία του σε γράμμα που έστειλε στον ίδιο τον Όργουελ: το μέλλον της κυριαρχίας μιας ολιγάριθμης άρχουσας τάξης δεν μπορεί να εκφράζεται από όσα φαντάστηκε το “1984”.
Ο Χάξλεϋ κατάφερε -ενδεχομένως με μεγαλύτερη εμβρίθεια- να σκιαγραφήσει ένα κόσμο του οποίου η τυραννία δεν πηγάζει από τα δεσμά που του επιβάλλονται αλλά από τη δική του επιθυμία. Σε μια αυστηρά οριοθετημένη ταξικά κοινωνία η κατανάλωση έχει προαχθεί ως ο κινητήριος μοχλός της ύπαρξης η οποία αναγνωρίζει ως θεό της τον Φορντ. Ο άνθρωπος που φαντάζεται ο συγγραφέας μπορεί να μοιάζει με αυτόν που μίλησε ο Νίτσε χαρακτηρίζοντας τον ως τον τελευταίο. Σύμφωνα με τον Γερμανό φιλόσοφο, ο δυτικός άνθρωπος εντασσόταν σε μια κατάσταση που δεν είχε χώρο για μεγάλα οράματα και πάθη αλλαγής. Μια ατέρμονη κατάσταση ασφαλείας που οι μικρές δόσεις δηλητηρίου του χάριζαν ευχάριστα όνειρα. Ο “Θαυμαστός Καινούργιος Κόσμος” είναι μια επικράτεια χωρίς πραγματική ζωη, μια συνθηκολόγηση στη τεχνολογία πάνω από το ανθρώπινο πνεύμα.
Στην εποχή του διαδικτύου και της παγκοσμιοποίησης, στα χρόνια της νεοφιλελεύθερου ρεαλισμού το βιβλίο του Χάξλεϋ τείνει περισσότερο από εκείνο του Όργουελ να περιγράψει τη πραγματικότητα που ζούμε. Σίγουρα σε χώρες, όπου παράδοξα για τον υπόλοιπο κόσμο καθεστώτα όπως εκείνου της Βορείου Κορέας, το οργουελικό στίγμα φαίνεται ταιριαστό δεν προβάλλεται όμως ως καθολική αλήθεια.
Είναι δεδομένο πως δεν ζούμε στη κοινωνίας της πειθαρχίας που ανέλυσε ο Μισέλ Φουκώ ,ούτε σίγουρα στο περιβάλλον του “1984” το οποίο κατέλυε τη διάθεση για επιθυμία, μεταμόρφωνε την ελευθερία σε φενάκη από το τεράστιο κέντρο ελέγχου του Big Brother. Σήμερα μπορείς να κυνηγάς κάθε επιθυμία σου, να συμμετέχεις στους ρυθμούς της ελεύθερης αγοράς χωρίς προσκόμματα ανέλιξης, να βιώνεις ένα ωκεανό επιλογων που μπορούν να ικανοποιήσουν το είναι σου. Όπως όμως υπογράμμισε ο Χέμπερτ Μαρκούζε στον “Μονοδιάστατο Άνθρωπο” η απελευθερωση της σεξουαλικής επιθυμίας και του καταναλωτισμού ήταν τα στοιχεία που εν τέλει εγκλώβισαν το σύγχρονο άτομο στην επιθυμία να προσδοκά την εκμετάλλευση του.
Το 1984 (η χρονολογία που επέπτρεπε τον παραλληλισμό με το ομώνυμο βιβλίο του Όργουελ) η εταιρία Apple, σε ένα θρυλικό διαφημιστικό ,προωθούσε την ιδέα πως το νεοσύστατο Macintosh προϊόν της θα έθετε τέρμα στους φόβους επιτήρησης υποσχόμενο μια ελευθερία χωρίς προηγούμενο. Μια ελευθερία απατηλή καθώς πλέον, στην εποχή της οικειοθελούς αποκάλυψης των χρηστών του διαδικτύου, της εθελοντικής πρόσδεσης στη κοινωνία του θεάματος, ο καθένας μας γίνεται πανοπτικο του εαυτού του. Μια πραγματικότητα που εν τέλει ίσως δικαιώνει τον “Θαυμαστό Καινούργιο Κόσμο”…