Η Μπέθαν Ρόμπερτς βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη και τη 19η Διεθνή Έκθεση Βιβλίου, παρουσιάζοντας τον δικό της «Αστυνομικό» που κυκλοφόρησε στα ελληνικά από τις εκδόσεις Έναστρον.

– Επιθυμίες από την μία, κοινωνικές επιταγές από την άλλη, θέλω και πρέπει αντίστοιχα. Τι έχει αλλάξει από το 1960 μέχρι το 2023;
Φυσικά, μπορώ μόνο να μιλήσω για τη μικρή μου γωνιά στην Αγγλία, αλλά μου φαίνεται πως έχουν αλλάξει πολλά και προς το καλύτερο. Ωστόσο, οι αλλαγές δεν είναι γρήγορες. “Ο Αστυνομικός μου” είναι, εν μέρει, μια ιστορία για το πώς έχουν διαφοροποιηθεί οι κοινωνικές επιταγές κατά το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα και για το πόσο αργές ήταν οι αλλαγές για τα άτομα της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας. Ο νόμος στην Αγγλία άλλαξε μεν το 1967, ωστόσο οι ερωτικές πράξεις μεταξύ δύο ανδρών ήταν νόμιμες μόνο εάν κάποιος είχε κλείσει τα 21 του χρόνια, ενώ στη Σκωτία και την Βόρειο Ιρλανδία ο νόμος άλλαξε μόλις το 1981. Καθώς ενηλικιωνόμουν, η ενότητα 28, ένας νόμος ο οποίος απαγόρευε στις τοπικές αρχές να «προωθούν» ζητήματα της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας, στην πράξη σήμαινε μια φριχτή σιωπή για το ζήτημα στα σχολεία – και δεν αποσύρθηκε μέχρι το 2003. Είναι μόλις τα τελευταία περίπου δέκα χρόνια που μια αλλαγή έχει πράγματι λάβει χώρα. Στο σχολείο του γιού μου για παράδειγμα, τα παιδιά ενθαρρύνονται να γιορτάζουν και να σέβονται τα πολλά χρώματα της ερωτικής επιθυμίας, κάτι που είναι υπέροχο.

– Πώς αντιλαμβάνεστε την αποδοχή του «διαφορετικού» σε μία εποχή έντονης συντηρητικοποίησης της Ευρώπης;
Κατά τη γνώμη μου η συντηρητικοποίηση που παρατηρούμε σε ορισμένες περιοχές της Ευρώπης (συμπεριλαμβανομένων κάποιων της Αγγλίας) είναι ένα σύμπτωμα του τρόπου με τον οποίο τα κοινωνικά δίκτυα μας ωθούν να μένουμε εντός της «φούσκας» μας, αλληλεπιδρώντας αέναα με ανθρώπους που ήδη συμφωνούν μαζί μας και δαιμονοποιώντας όσους διαφωνούν. Υπάρχουν πολλές περισσότερες φούσκες πλέον, και αυτό είναι πολύ καλό, ίσως όμως να είμαστε λιγότερο διατεθειμένοι να τις σκάσουμε.

– Ακόμα και στις πιο δύσκολες συνθήκες βλέπω πως η ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ με κάθε τρόπο είναι θεμελιώδης στο έργο σας. Τι θα λέγατε;
Ναι, νομίζω ότι η παρατήρησή σας είναι σωστή. Στον Αστυνομικό μου σχεδόν όλη η δραματική ένταση προέρχεται από μυστικά και ψέματα – εκείνων που δεν έχουν φωνή, των καταπιεσμένων. Μου φαίνεται ότι αυτό το δράμα είναι που με ελκύει περισσότερο. Με συναρπάζει το χάσμα μεταξύ αυτού που οι άνθρωποι πραγματικά θέλουν και όσων αισθάνονται ότι μπορούν να διεκδικήσουν.

– Ο Αστυνομικός διαχρονικά αποτελεί σύμβολο εξουσίας. Πόσο ραγίζει την εικόνα του η σεξουαλικότητά του;
Για τον Τομ, τον ήρωα του μυθιστορήματος, το να είναι αστυνομικός είναι όπως λέτε ένα σύμβολο εξουσίας – αλλά κουβαλάει μαζί του ένα μεγάλο βάρος. Είναι ένα αγόρι της εργατικής τάξης που κατάφερε να αποκτήσει μια δουλειά με κοινωνικό στάτους και είναι περήφανος γι’ αυτό. Ασφαλώς, ωστόσο, η επιθυμία του για άλλους άνδρες τον τοποθετεί κυριολεκτικά απέναντι στον νόμο. Η σεξουαλικότητά του είναι παράνομη. Αυτό καθιστά κάθε στιγμή της εργασιακής του ζωής περίπλοκη και γεμάτη εντάσεις.

– Είναι τελικά η αγάπη το αντίδοτο στην εποχή μας και θα λέγαμε μία κοινή «θρησκεία» για όλους τους ανθρώπους;
Θεέ μου, δεν έχω ιδέα! Αλλά, ξέρετε, αγαπώ τους Beatles… Έτσι θα πρέπει να συνταχθώ με τον στίχο τους: «Στο τέλος, η αγάπη που παίρνεις είναι ίση με την αγάπη που δίνεις» (‘In the end, the love you take is equal to the love you make’).

– Με ποιον τρόπο επιδρά η κοινωνική αποδοχή στη ψυχική υγεία;
Νομίζω ότι όλοι έχουμε ανάγκη την επιβεβαίωση, τουλάχιστον από κάποιους ανθρώπους που βρίσκονται γύρω μας. Εάν η κοινωνία διαρκώς σου τονίζει ότι είσαι λάθος και δεν έχεις κανέναν να της αντιπαρατεθεί, θα πρέπει να είσαι ένα εντελώς ξεχωριστό άτομο για να μην αμφιβάλλεις για την επάρκειά σου ως κοινωνικό μέλος.

– Πείτε μας δύο λόγια για το τελευταίο σας βιβλίο, «Graceland» για τη ζωή του Έλβις Πρίσλεϊ.
To Graceland είναι ένα μυθιστόρημα για τη νεαρή ηλικία του Έλβις Πρίσλεϊ το οποίο εστιάζει στη σχέση του με τη μητέρα του, τη Γκλάντις. Αφηγείται την ιστορία για το πώς ένα φτωχό αγόρι από τον Μισισιπή έγινε ο παγκόσμιος βασιλιάς του Ροκ εν Ρολ, και πραγματεύεται το τι μπορεί να σήμαινε αυτό για τον ίδιο και τη μητέρα του.

– H τόσο παραστατική αφήγησή σας μεταφέρθηκε στην πλατφόρμα Amazon Prime. Παρακολουθήσατε την ταινία; Πώς σας φάνηκε;
Είμαι πολύ χαρούμενη και ευγνώμων για την πραγματοποίηση αυτής της ταινίας. Η όλη διαδικασία ήταν συναρπαστική. Ο παραγωγός, ο Ρόμπι Ρότζερς, αγόρασε τα δικαιώματα για ταινία περίπου πριν από δέκα χρόνια και η αγάπη του για το βιβλίο ήταν ολοφάνερη. Σήμαινε πολλά για εκείνον προσωπικά καθώς το διάβασε την εποχή που έκανε το δικό του «coming out». Είμαι ιδιαίτερα χαρούμενη που πολλοί από το καστ και τους εργαζόμενους στην παραγωγή δηλώνουν μέλη της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας – θεωρώ ότι αυτό ενισχύει την αυθεντικότητα του τελικού αποτελέσματος. Η ταινία είναι υπέροχη, γυρισμένη με εκπληκτικά χρώματα. Το Μπράιτον φαίνεται πιο όμορφο από ποτέ. Ο Χάρι Στάιλς και η Έμμα Κόριν είναι αυτοί των οποίων η συμμετοχή διαρκώς υπογραμμίζεται, κάτι απολύτως εύλογο, αλλά προσωπικά θα ήθελα επίσης να σταθώ στον Ντέιβιντ Ντόσον, που είναι εκπληκτικός στον ρόλο του Πάτρικ. Κάνει πραγματικά δικό του τον ρόλο, όντας τέλειος. Το ίδιο και η Τζίνα Μακί, υποδυόμενη την ηλικιωμένη Μάριον, είναι τόσο διακριτική και ευφυής ηθοποιός. Η ταινία είναι ανεπιτήδευτη με έναν τρόπο που μοιάζει πιστή στο βιβλίο…

– Πώς είναι η ζωή μετά το Brexit; Επιδείνωσε αυτό την κατάσταση στον Πολιτισμό;
Δεν νιώθω ότι είμαι η πιο κατάλληλη να απαντήσει σε αυτή την ερώτηση. Είμαι συγγραφέας και όχι σχολιάστρια πολιτιστικών θεμάτων! Δεν είμαι βέβαιη ότι παρατηρείται κάποια τάση εσωστρέφειας στον πολιτισμό. Υποψιάζομαι ότι η πολιτιστική μας παραγωγή αλληλεπιδρούσε πάντοτε περισσότερο με τις ΗΠΑ παρά με την υπόλοιπη Ευρώπη, διότι μοιραζόμαστε την ίδια γλώσσα με τους Αμερικανούς. Νομίζω ότι αξίζει να θυμόμαστε ότι περίπου το μισό των ψήφων στο Ηνωμένο Βασίλειο (συμπεριλαμβανομένης της δικής μου) ήταν ενάντια στο Brexit, συνεπώς πιστεύω ότι όλοι αυτοί οι άνθρωποι παραμένουν εξωστρεφείς. Τουλάχιστον αυτό ελπίζω.