Ο Αντώνης Χαριστός είναι φιλόλογος, συγγραφέας, κριτικός λογοτεχνίας & θεάματος, δημοσιογράφος. Ο ίδιος, όμως, αποφεύγει να χρησιμοποιεί όλους αυτούς τους τίτλους, τουλάχιστον δημοσίως. Xαρακτηρίζεται από μία σπάνια σεμνότητα, η ύπαρξη της οποίας σε καμία περίπτωση δε μου πέρασε απαρατήρητη, από την πρώτη στιγμή που τον γνώρισα, τότε, το 2020, όταν μου έστειλε πρόσκληση συμμετοχής στην έκδοση ενός φιλολογικού περιοδικού, τον γνωστό Κλίβανο. Τελικά, αυτό το κείμενο δε γράφτηκε ποτέ, καθώς το εν λόγω περιοδικό σταμάτησε έπειτα να κυκλοφορεί. Αμφότερων, όμως, το βιογραφικό κέρδισε πολλά περισσότερα από ένα ακόμη δοκίμιο και μια επιστημονική επιμέλεια, αντιστοίχως. Απόσταγμα αυτής της πρώτης επικοινωνίας μας: η αρχή μιας περαιτέρω επαγγελματικής συνεργασίας, η αρχή μιας φιλίας. Εξού, σήμερα, στη σχεδόν αυθόρμητη συζήτησή μας, σε ένα από τα λιγοστά εναπομείναντα Art Café της Θεσσαλονίκης, σε πρώτο πλάνο βρίσκονται η επικράτηση του ενικού, η απουσία στερεοτύπων ευγενείας, κι η επί τον τύπον των ήλων ψηλάφηση μιας σειράς καταστάσεων με βαθύ κοινωνικο-πολιτισμικό ενδιαφέρον· η οικογένεια ως κοινωνικό μόρφωμα, η αέναη πάλη των τάξεων, το μοτίβο «μια μαστίγιο μια καρότο», η συνειδητή(;) απομάκρυνσή μας από τον πολιτισμό σερβίρονται χωρίς γαρνιτούρα.

– Το τελευταίο σου μυθιστόρημα με τίτλο Αγία Οικογένεια (Εκδόσεις Γράφημα) αποκαλύπτει το νοσηρό περιεχόμενο που ενυπάρχει σε κάθε συμπεριφορά -πάσης φύσεως- κακοποίησης ανηλίκων. Την πλοκή της εξελισσόμενης ιστορίας μπορούμε να τη διαβάσουμε εύκολα στο οπισθόφυλλο του βιβλίου. Μίλησέ μας, λοιπόν, για κάτι άλλο σήμερα, για κάτι βαθύτερο. Γιατί έγραψες ένα βιβλίο «γροθιά στο στομάχι της κοινωνίας», τώρα που όποτε και να ανοίξουμε την τηλεόρασή μας αυτή η Ελλάδα μας πληγώνει: τόσες υποθέσεις παιδικής κακοποίησης, ένα «Χαμόγελο του Παιδιού» έτοιμο να σβήσει για πάντα…

Το εν λόγω έργο αποτελεί την κορύφωση της προσωπικής μου έρευνας και μελέτης γύρω από το ζήτημα της ατομικής και συλλογικής ηθικής, καθώς και των δομών που την συγκροτούν και ορίζουν το περιεχόμενό της. Δεν είναι το αποτέλεσμα που προέκυψε από το ενδιαφέρον αποκλειστικά και μόνο της κακοποίησης ανηλίκων, αλλά εντάσσεται ευρύτερα σε ένα πλέγμα σχέσεων εξουσίας που διαπερνά κάθε πτυχή, δημόσια ή/και ιδιωτική, της καθημερινότητας στο σώμα τής κοινωνίας.

Έχω υποστηρίξει, και θα συνεχίσω να υπογραμμίζω μέσα από την επιστημονική έρευνα, πως η πορεία τού ανθρώπου από την φυσική αυτοτέλεια στην πολιτισμική αυτονομία υπήρξε τραυματική εμπειρία και ασυνείδητα υποσκελίζονταν κάθε φορά από τον παράγοντα «φύση». Ο άνθρωπος εκλάμβανε την ατομικότητά του στο πλαίσιο της φυσικής επιβίωσης και των προσπαθειών επιβολής τής παρουσίας του επί των αιτιών που η ίδια πρόβαλε στο προσκήνιο. Ακριβώς επειδή αγωνιούσε για την αδυναμία επεξήγησης των φυσικών φαινομένων οδηγήθηκε στη μορφοποίηση της φύσης, σε ένα κεκαλυμμένο προσωπείο αντιπαραβολής με στόχο να εξηγήσει, αλλά στο τέλος αυτής της πορείας κατέληξε να μετασχηματίσει την οπτική του δεσμευμένος τόσο από τη φύση, όσο και από την τεχνητή επεξεργασία αυτής, για την οποία υπεύθυνος είναι ο ίδιος. Διαμόρφωνε σειρά δομών ετεροπροσδιορισμού και μέσα σε αυτές αναζητούσε όχι ταυτότητα, αλλά επιβίωση. Η τελευταία απέκτησε χαρακτήρα ποιοτικής διαφοροποίησης, όχι σε σχέση με τη φύση, αλλά σε άμεση σύνδεση με τα υπόλοιπα μέλη της συλλογικής ζωής, ώστε οι μικροδομές εξουσίας να αναπτυχθούν προτού φτάσει η ανθρωπότητα να ορίσει τη γη ως πεδίο επικυριαρχίας και κοινωνικής διαφοροποίησης. Επομένως, το επίπεδο ανάγνωσης της ιστορίας στο σήμερα οδηγεί τις απαντήσεις στο παρελθόν των πρωτόγονων κοινωνιών, στο μεταίχμιο της μετάβασης από την αδυναμία κατανόησης της φύσης στην μορφοποίηση της εξουσίας ως φυσική προέκταση επί της γης και κατ’ επέκταση επί των ανθρώπων γύρω από αυτήν.

Η Αγία Οικογένεια έρχεται να περιγράψει όχι την ιστορική πορεία εξέλιξης των πραγμάτων, αλλά το αδιέξοδο της σημερινής βαθμίδας αυτής. Στο συγκεκριμένο σημείο, ο ανθρώπινος παράγοντας έχει οδηγηθεί στην ολοκληρωτική θετικοποίηση των όρων ζωής εντός τού κοινωνικού σώματος, δηλαδή έχει μετατρέψει τον γνώμονα «φύση» σε τεχνικό εργαλείο αναπαραγωγής τής κοινωνικής ενσωμάτωσης, ως μόνιμη αλήθεια. Δεν γνωρίζει εναλλακτικές, διότι δεν υπάρχουν. Η ταφόπλακα στην κοινωνική εξέλιξη τέθηκε όταν βρέθηκε ο πρώτος άνθρωπος που είπε ότι αυτό το κομμάτι γης μού ανήκει, και κανείς δεν τον αντέκρουσε, γιατί είχε προηγηθεί, επί μακρόν, η επεξεργασία τής εικόνας τού ατόμου ως εργαλείο τής φυσικής δόμησης της ζωής, πάνω στην οποία κατασκεύασε το κτίσμα τού σύγχρονου πολιτισμού. Ο ίδιος ήταν και παραμένει απών από το κυρίαρχο αφήγημα. Παντού γύρω του αναγνωρίζουμε δομές εξουσίας, αλλά ουδεμία ταυτότητα ελευθερίας.

– Μεταξύ άλλων επαγγελματικών ιδιοτήτων σου φέρεις και εκείνη του εκπαιδευτικού. Μάλιστα, είχες την ευκαιρία να εργαστείς και σε δομές του δημοσίου, το κοινωνικό έργο των οποίων είναι αφενός αξιοσημείωτο, αφετέρου δυσαναπλήρωτο σε περίπτωση καταστολής λειτουργίας των. Και κάπου εδώ, τολμώ να σε ρωτήσω: Τι στο καλό συμβαίνει πίσω από πολλές κλειστές πόρτες «ήσυχων» οικογενειών; Μικρά «εγκλήματα» που κάποτε θεριεύουν και δείχνουν ως μόνη (ψευδο)έξοδο έναν Καιάδα;

Ο θεσμός τής οικογένειας αποτέλεσε τον πρώτο πυρήνα τής κοινωνικής αναπαραγωγής, στη βάση τής ποσοτικής προσθήκης εργατικών χεριών στο σύνολο της παραγωγής. Η εξέλιξή της στο διάβα τού χρόνου δεν άλλαξε περιεχόμενο, παρά μόνο μορφή και στόχευση. Η ίδια η οικογένεια μεγέθυνε τον ρόλο εξουσιαστικής δέσμης επί των μελών της, ούσα η μοναδική δυνατότητα εσωτερίκευσης του δημόσιου ιδεολογικού αφηγήματος. Δεν είναι ούτε το σχολείο, ούτε τα πανεπιστήμια, ούτε ο στρατός, μεταξύ άλλων πυλώνων, που εμβολίζει με τέτοιο τρόπο την υπό διαμόρφωση συνείδηση του ατόμου. Είναι η οικογένεια· η ιεράρχηση των προσώπων και η δύναμη επιβολής προτύπων συμπεριφοράς τής οποίας (όπως αρμόζει στο ηθικό σύστημα αξιών τής συλλογικής συνείδησης) διαμορφώνει τη στάση και τη θέση του υποψήφιου πολίτη εντός του πλέγματος αντινομιών της κοινωνικής συνοχής. Το άτομο καλείται να εκπαιδευτεί στην εσωστρέφεια των εικόνων και των παραδειγμάτων, εντός του οικογενειακού πλαισίου, προκειμένου να διασφαλιστεί η μετάβασή του στο εξωτερικό θεσμικό πεδίο αναφοράς μέσα από το οποίο θα αποκτήσει τα εχέγγυα νομιμοποίησης της παρουσίας του στη συλλογική ζωή τής κοινότητας. Ο ρόλος τής οικογένειας δημιουργεί το προϊόν της κοινωνίας στον καθρέφτη τής οποίας το νέο άτομο οφείλει να υποβληθεί σε σειρά υπονομευτικών σταδίων, έως ότου συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις και τις ανάγκες πού ο κυρίαρχος λόγος ορίζει, στο συγκεκριμένο στάδιο εξέλιξης της κοινωνίας, ως αποδεκτές.

Η οικογένεια, και δη στην Ελλάδα η ιστορία τού θεσμού βρίσκεται στις απαρχές τού αρχαίου παρελθόντος, ήταν και παραμένει ένας συνεκτικός, συγκεντρωποιημένος και δομικά καταναγκαστικός δεσμός των μελών, με καθετοποιημένες μεταφορές του εκάστοτε κυρίαρχου λόγου στο εσωτερικό της ιδιωτικότητας. Κι εδώ, εισερχόμαστε στη ζώνη κατά την οποία ο δημόσιος χώρος/λόγος μετασχηματίζεται σε κατατεμαχισμένη τροφή προς μαζική και εξατομικευμένη κατανάλωση, αλλά και αναπαραγωγή.

Ο δημόσιος χώρος/λόγος προσθέτει διαρκώς νέα πεδία ελέγχου στα οποία τα άτομα εισέρχονται πιστεύοντας πως λειτουργούν ανεξάρτητα κι ελεύθερα, στην ουσία, ωστόσο, εντάσσονται ανεμπόδιστα σε ένα δομημένο σχηματισμό, ο οποίος εκκινά από την εμπορευματοποιημένη βιομηχανία τεχνητών αναγκών για να καταλήξει στις δομές ιδιοκτησίας που καλύπτουν όλο το φάσμα τής ανθρώπινης δραστηριότητας. Κι όταν λέμε ιδιοκτησία, δεν αναφερόμαστε αποκλειστικά στη νομική αναγνώριση των δικαιωμάτων επί, αλλά στην αισθητική καταγραφή τής δύναμης τού ανήκειν και του κατέχειν. Η δύναμη πίστης ότι είσαι κάτοχος δύναμης ελέγχου επί τρίτων προσώπων (και καταστάσεων) είναι εξαιρετικά βαρύνουσας σημασίας σε σχέση με την υλική (και νομική κατ’ επέκταση) κατοχύρωση της ιδιοκτησίας. Η τελευταία προσδίδει παρουσία στην κοινωνική διαστρωμάτωση και θέση στην επιφάνεια των πραγμάτων. Η δεύτερη, αυτή της αισθητικής, προσδίδει στο άτομο όψιμη ταυτότητα διακριτής ιεραρχίας εντός του κοινωνικού σώματος. Αυτή η μορφή εξουσίας εκκινά από τα πρώτα βήματα του νεαρού παιδιού εντός τής οικογενειακής εστίας και αποκτά επίσημο χαρακτήρα στις θεσμικές μορφές επέκτασης των ορίων ελέγχου.

– Και ποιος οδηγεί τελικά ποιον και πού; Στην Αγία Οικογένεια παρατηρούμε ότι μια προβληματική σχέση με τους γονείς μπορεί να έχει ολέθριες ψυχοσωματικές επιπτώσεις στη ζωή ενός παιδιού. Είναι ένα μοτίβο που λογοτεχνικά σε απασχολεί. Δικαίως. Είσαι ένα άτομο με μεγάλη κοινωνική ενσυνείδηση και ευαισθησία. Βοήθησέ μας να αφουγκραστούμε καταστάσεις τις οποίες αυτή η κοινωνία πεισματικά αρνείται να παραδεχτεί.

Τόσο η κοινωνία όσο και το άτομο εντός αυτής πιστεύουν ότι, από τη μία πλευρά, διαθέτουν τα νομικά επιχειρήματα οργάνωσης της κοινωνικής λειτουργίας, σε ένα πλαίσιο ελευθερίας και αλληλοκατανόησης, και από την άλλη πλευρά, ότι είναι οριστικά υπεύθυνοι για τις πράξεις και τα αποτελέσματα αυτών. Δυστυχώς, είναι στη φύση τού ανθρώπου να αναζητά την αισιόδοξη πλευρά της ιστορίας. Είναι οδυνηρό και σίγουρα δεν αντέχεται, υπό οποιαδήποτε οπτική γωνία θέασης κι αν επιλέξει κανείς να αναγνώσει την ιστορική πορεία του ανθρώπινου πολιτισμού, η ταυτοποίηση του αδιεξόδου. Εκφράζω την προσωπική μου θέση, την οποία θα υποστηρίξω αναλυτικά στην επιστημονική μελέτη φιλοσοφίας εντός του 2023 με τίτλο «Η βαρβαρότητα του Διαφωτισμού», σύμφωνα με την οποία ο άνθρωπος βιώνει ακόμη το στάδιο της προ-ιστορίας, ένα στάδιο το οποίο εφάπτεται σε αυτό του φυσικού εξαναγκασμού επιβίωσης.

Οι κοινωνίες και οι πολιτισμικές διεργασίες επιχειρούν να απαντήσουν στο μόνιμο πρόβλημα που απασχολεί από την ύπαρξη των πρώτων τροφοσυλλεκτικών ομάδων έως σήμερα, που δεν είναι άλλο από την διαμόρφωση των όρων τακτοποίησης της φυσικής αντιπαράθεσης στο πεδίο τής ανθρώπινης ζωής. Η μετάβαση από την προϊστορία στην ιστορία θα είναι η μετάβαση από την εξάρτηση της φύσης στην εξατομίκευση της ζωής. Είμαι, όμως, απαισιόδοξος. Απαιτείται τεράστια ενεργοποίηση δυνάμεων για την ανατροπή των υλικών συνθηκών τής κοινωνικής αναπαραγωγής, και ακόμη περισσότερων δυνάμεων για την ριζική ανατροπή των όρων κατασκευής της συνείδησης. Δύο ταυτόχρονες μάχες τις οποίες είναι αδύνατο ο άνθρωπος να επιχειρήσει, καθώς αδυνατεί να κατανοήσει ότι βρίσκεται εγκλωβισμένος και, κυρίως, αδυνατεί να αντιληφθεί το μέγεθος εκμηδένισης το οποίο υφίσταται σε κάθε βήμα «εξέλιξης» του πολιτισμού. Η κοινωνία αρνείται να δεχτεί ότι είναι αποκλειστικά υπεύθυνη για τις τύχες της ακριβώς επειδή έχει εκπαιδευτεί να αναγνωρίζει σε τρίτες, εξωτερικές του ατόμου, δυνάμεις ως υπεύθυνες της μοίρας της.

Αυτού τού είδους η εκπαίδευση δεν προέκυψε τυχαία στο διάβα τής ιστορίας. Υπήρξε το εξελικτικό στάδιο μορφοποίησης των σχέσεων ιδιοκτησίας όπως αρχικά αναγνωρίστηκαν σε σχέση με τη φύση εντός της συλλογικότητας και, σε δεύτερο χρόνο, σε σχέση με τα μέλη αυτής. Ο άνθρωπος παραμένει σε μία ανερμάτιστη σύγκρουση με την έννοια της εξουσίας, κάθε λογής, ακριβώς επειδή αποτελεί προϊόν της. Είναι αδύνατο να σκεφτεί έξω από δομές εξουσίας τού λόγου και γι’ αυτό σε κάθε βήμα της προϊστορίας αναπαράγει τις ίδιες δομές κυριαρχίας και εκμετάλλευσης., όπως περίτρανα απέδειξε ο ξακουστός για τις προθέσεις του 20ος αιώνας.

– Φέτος, βέβαια, παρακολουθούμε για άλλη μια φορά δράσεις σου και πέρα από τα της Λογοτεχνίας. Επίτρεψέ μου να ξεχωρίσω το πρώτο σου εγχείρημα προς την υλοποίηση ενός πολλώ περιεχομένω οράματος: το να γεμίσει η ελληνική περιφέρεια με δανειστικές βιβλιοθήκες. Πρώτος σταθμός για το 2022 η Παιδική & Εφηβική Βιβλιοθήκη της Ξυλαγανής, στο Ν. Ροδόπης. Τι είναι, λοιπόν, αυτό το #buildalibrary ή αλλιώς το «Διάβασε για να ζήσεις»;

Σε μία εποχή κατά την οποία η τεχνολογία έχει εμβολίσει το βιβλίο· σε μία εποχή κατά την οποία οι ρυθμοί ζωής έχουν πολλαπλασιαστεί με αποτέλεσμα η γνώση να έχει μετατραπεί σε επιφανειακή διαδικασία, δίχως απαιτήσεις και προδιαγραφές· σε μία εποχή κατά την οποία οι εκδοτικοί οίκοι λειτουργούν καθαρά με όρους εμπορίου, έχοντας καταργήσει από το λεξιλόγιό τους κριτήρια και αξιολογήσεις· σε μία εποχή κατά την οποία οι σχέσεις των ανθρώπων διέπονται από την ευκαιριακή ανάγνωση της ζωής, καθώς βουτάν ολοένα βαθύτερα σε έναν κόσμο τεχνικών αναγκών και επιθυμιών, εμείς λέμε ότι είναι στο χέρι μας να αναδιαρθρώσουμε την πραγματικότητα. Ενεργοποιούμε (ως Φιλολογικός Όμιλος Θεσσαλονίκης) τη φαντασία, τη γλώσσα, την εικονοποιία, την ποιότητα του λόγου και των θεματικών στοχεύσεων για να υποστηρίξουμε ότι είμαστε υπεύθυνοι για την κοινωνία που διαμορφώνουμε· είμαστε οι επιλογές μας. Επιλέγουμε, λοιπόν, να στηρίξουμε σε όλη την Ελλάδα, με συγκέντρωση βιβλίων λογοτεχνίας, τοπικές βιβλιοθήκες και, όπου χρειαστεί, να δημιουργήσουμε σε συνεργασία με την τοπική κοινωνία και τους φορείς αυτής, νέες βιβλιοθήκες από μηδενική βάση. Γιατί όπου η ανθρώπινη συνεργασία περιστράφηκε γύρω από το βιβλίο, εκεί αναπτύχθηκε η έκφραση, η πνευματική δημιουργία, η συναισθηματική ωρίμανση. Διανύουμε ελάχιστες μέρες από την έναρξη του προγράμματος «Διάβασε για να ζήσεις» και η ανταπόκριση λογοτεχνών, εκδοτικών οίκων και αναγνωστών, είναι συγκινητική.

– Και μια που αναφέρθηκες στον Φιλολογικό Όμιλο Θεσσαλονίκης… Είσαι ο Πρόεδρος του Ομίλου, ή με άλλα λόγια, ενός ο Πρόεδρος ενός Ομίλου που παίρνει ανοιχτά θέση στη διαμόρφωση του δημόσιου (πολιτισμικού) διαλόγου. Θα θέλαμε να γνωρίσουμε τον ΦΟΘ μέσα από τη δική σου οπτική.

O Φιλολογικός Όμιλος Θεσσαλονίκης σηματοδοτεί την έναρξη ενός εγχειρήματος στο οποίο κεντρικό ρόλο κατέχει η έννοια της «σχολής». Στόχος μας η διαμόρφωση των όρων συγκρότηση σχολής λογοτεχνίας με επίκεντρο τον δομημένο ρεαλισμό. Για να οδηγηθούμε στο τελικό αυτό αποτέλεσμα, το οποίο συνεπάγεται ολοκληρωτική εκ βάθρων ανανέωση της οπτικής γύρω από ζητήματα πεζογραφίας, ποίησης, δοκιμίου και λογοτεχνικής κριτικής, οφείλουμε να επενδύσουμε στην επιστημονική επεξεργασία των όρων κατασκευής του μυθοπλαστικού κειμένου, να ορίσουμε την ταυτότητα και το περιεχόμενο αυτού και να οδηγηθούμε στην αποτύπωση του νέου λόγου, της νέας πρότασης θέασης της πραγματικότητας, ώστε από εκείνο το σημείο κι έπειτα ο αναγνώστης να κληθεί να αναλάβει την εφαρμογή των απαντήσεων που ο ίδιος σχηματοποιεί στο νου κατά τη μελέτη της ρεαλιστικής λογοτεχνίας. Η τελευταία δεν είναι μία ακόμη καταγραφή συναισθηματικών εξάρσεων και εικόνων της καθημερινής ζωής, αλλά η στρατευμένη αντίληψη των εξ επαγγέλματος λογοτεχνών για τις αιτίες που καταδυναστεύουν τις ανθρώπινες κοινωνίες.

Το εγχείρημα του Φιλολογικού Ομίλου Θεσσαλονίκης επιδιώκει να δημιουργήσει το πεδίο αναφοράς των εξ επαγγέλματος λογοτεχνών, προτού φτάσει στο σημείο να μιλήσει για λογοτεχνία, όπως φαίνεται και από το προσφάτως εκδοθέν μανιφέστο του, όπου και αναδύεται δυναμική του Νεο-Ρεαλισμού. Στην εποχή κατά την οποία η κατοχή χρήματος σε μετατρέπει αυτόματα σε ποιητή ή πεζογράφο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, στον ψεύτικο κόσμο των οθονών, πριμοδοτούν τη ματαιοδοξία τού ανθρώπου, εμείς λέμε ότι για να οδηγηθείς στην καταγραφή ενός θέματος στα πλαίσια της ποίησης ή/και της πεζογραφίας, οφείλεις πρώτα να ερευνήσεις. Να γίνεις φιλόλογος, φιλόσοφος, κοινωνιολόγος, ψυχολόγος, ιστορικός, όχι με την έννοια κατοχής πτυχίων, αλλά με αυτήν της συστηματικής και συγκροτημένης επεξεργασίας της γνωστικής ύλης, προκειμένου να ξεδιπλώσεις και να απομαγεύσεις την εικόνα τής πραγματικότητας και να αντι-προτείνεις μία νέα οπτική. Επομένως, από τη μία πλευρά οι εξ επαγγέλματος λογοτέχνες και από την άλλη πλευρά η οπτική γύρω από το ζήτημα του τί είναι η λογοτεχνία, ορίζουν το περιεχόμενο του εγχειρήματος. Για εμάς, η λογοτεχνία δεν δύναται να είναι τίποτα λιγότερο από την στοχευμένη, με ταυτότητα και επεξεργασία επιμελημένη στην λεπτομέρεια, αντι-πρόταση και καταγραφή ενός νέου λόγου, σε ρήξη με την επιφάνεια της πραγματικότητας την οποία ο αναγνώστης βιώνει. Και, παράλληλα, οφείλει, σαν αρχαιολόγος ή ανατόμος, να εξερευνήσει εις βάθος τα αίτια της κοινωνικής πραγματικότητας, ώστε να συντάξει έργα που θα ορίσουν το παρόν και το μέλλον της νέας πρότασης. Από κει και πέρα, ο αναγνώστης καλείται να λάβει τα ηνία υλοποίησης και εφαρμογής. Οφείλω την ευγνωμοσύνη μου σε όλα τα μέλη τού Ομίλου, σε όλους όσους αναλαμβάνουν υπεύθυνοι τμημάτων θεωρίας και πρακτικής (Μαρία Μπουρμά, Κώστα Λίχνο), στους επικεφαλής της συντακτικής επιτροπής του Λογοτεχνικού Δελτίου, οργάνου ύλης τού Ομίλου (Πασχάλη Κατσίκα, Αγγελή Μαριανό), σε όλους όσους καταναλώνουν ανιδιοτελώς εργατοώρες για να πετύχουμε όλοι μαζί τον σκοπό που μόλις σας περιέγραψα.

Μανιφέστο; Δηλαδή; Γιατί χρειάζεται σήμερα ένα μανιφέστο, ειδικά επί του (Νέο)Ρεαλισμού; Μα δεν είναι όλα πλήρως κατανοητά όταν μιλάμε για (Νέο)Ρεαλισμό; Ψυχανεμίζομαι ότι στο σημείο αυτό θα μου «ανατρέψεις» τη δυναμική των πάλαι ποτέ ένδοξων ρεαλιστικών ηθογραφημάτων των προηγούμενων αιώνων στα ελληνικά Γράμματα.

Έχω την τύχη, τους στόχους και τα οράματα για τον Φιλολογικό Όμιλο Θεσσαλονίκης να τα μοιράζομαι με ανθρώπους που διακρίνονται για την επιστημονική τους κατάρτιση, το βάθος γνώσεων και το επίπεδο ποιότητας χαρακτήρα που διαθέτουν. Ανάμεσά τους εσύ προσωπικά (βλ. Γιώργος Ορφανίδης) και ο Κώστας Λίχνος, που μαζί συγγράψαμε τις σελίδες του θεωρητικού έργου «Μανιφέστο: Δυο σχολές τού ρεαλισμού». Η αναγκαιότητα ύπαρξης αυτού επιβλήθηκε από τις συνθήκες λειτουργίας τού εγχειρήματος. Με άλλα λόγια, είναι ο συντεταγμένος χάρτης που ορίζει το περιεχόμενο των επιλογών μας. Δεν είμαστε μία ακόμη εταιρεία λογοτεχνών, αλλά σχηματίζουμε σχολή λογοτεχνίας. Η διαφορά είναι όχι μόνο ορατή στις λέξεις που απαρτίζουν τις ονομασίες, αλλά αγγίζει τον πυρήνα οπτικής θέασης της λογοτεχνίας. Για εμάς η τελευταία δεν είναι μορφή έκφρασης. Η έκφραση ενυπάρχει στα πλαίσια της λογοτεχνίας, αλλά δεν προσδιορίζεται απ’ αυτήν.

Αντίθετα, η λογοτεχνία οφείλει να διεκδικεί την αυτονομία της στον δημόσιο χώρο/λόγο, κατασκευάζοντας τη νέα πρόταση, τον νέο λόγο, με κατεύθυνση την υπέρβαση όλων των υφιστάμενων αιτιών υπονόμευσης της συλλογικής και ατομικής ελευθερίας. Δεν αρκεί να τάσσεσαι υπέρ των αδικημένων, οφείλεις να αναζητήσεις τα αίτια και μέσα από εξονυχιστική έρευνα του κοινωνικού σώματος να συγκροτήσεις επίσημη αντι-πρόταση. Ο αναγνώστης δεν είναι εμπόρευμα προς κατανάλωση. Είναι εν δυνάμει εκείνος που θα ανατρέψει τις συνθήκες που τον περιορίζουν, εκείνος που θα αναμετρηθεί με τον εαυτό του και με το θεσμικό πλαίσιο αξιών που του επιβάλλονται ως θέσφατα αληθείας. Σε αυτόν τον αναγνώστη απευθυνόμαστε. Στον κάθε αναγνώστη που στα βιβλία δεν αναζητά δέκα σελίδες ηρεμίας πριν τη βραδινή κατάκλιση, αλλά που διαβάζοντας θα αναρωτηθεί, θα αναζητήσει, θα αμφισβητήσει, θα ερευνήσει και στο τέλος θα αρνηθεί την υπάρχουσα πραγματικότητα. Δεν γνωρίζουμε πού θα μας οδηγήσει το μονοπάτι που μόνοι μας σκιαγραφούμε, αλλά γνωρίζουμε ότι αξίζει να προσπαθήσουμε. Σε μία κοινωνία που βουλιάζει στα αδιέξοδά της, λέμε ότι η λογοτεχνία μπορεί να μετατραπεί σε όχημα ανατροπής, σε μοχλό πίεσης και αφύπνισης. Δεν είναι άλλο ένα εμπόρευμα προς μαζική κατανάλωση, όπως την έχουν καταντήσει, αλλά η προοπτική ενός μέλλοντος που χαρτογραφείται σε άγνωστα νερά.

– Πρότεινέ μας ένα λογοτεχνικό βιβλίο για αυτό το καλοκαίρι, χωρίς να μας εξηγείς το γιατί να το επιλέξουμε, αρκεί να υποσχεθείς ότι στο βιβλίο αυτό θα κρύβεται κάτι που σχετίζεται με τα δικά σου βιώματα, τις δικές σου μύχιες σκέψεις. Είναι ιντριγκαδόρικο να αναζητάς τον άνθρωπο πίσω από τις λέξεις, τις εικόνες, στα επί χάρτου μελάνια ενός άλλου;

Θα ήμουν σε θέση να προτείνω όχι ένα αλλά περισσότερα πρόσωπα του Φιλολογικού Ομίλου, πρόσωπα τα οποία έχουν προχωρήσει σε ατομικές δημιουργίες στον χώρο τής λογοτεχνίας (Πασχάλης Κατσίκας, Αγγελής Μαριανός, Μαρία Μπουρμά, Ελένη Σακκά, Νίκος Καψιάνης, Κώστας Λίχνος), ωστόσο δεν θα ήθελα να προωθήσω την υποκειμενική γνώμη επί των συναδέλφων μου στο εγχείρημα.

Για το λόγο αυτό, θα προτείνω από την πλευρά τής πεζογραφίας το έργο του καθηγητή Σπύρου Κιοσσέ («Τα πρωτοβρόχια», Εκδόσεις Μεταίχμιο) για την απλότητα (όχι απλοϊκότητα) του λόγου, την αρμονία των εικόνων και την επιμέλεια της θεματικής καταγραφής, και από την πλευρά τής ποίησης θα μου επιτρέψεις να προτείνω τόσο τη συλλογή του Νικόλα Κουτσοδόντη («Μόνο κανέναν μη μου φέρεις σπίτι», Εκδόσεις Θράκα) για την ψυχογραφική ανάπτυξη του υποκειμένου στην υπαρξιακή του διάσταση, όσο και αυτήν της Σοφίας Πολίτου Βερβέρη («Φαγώσιμα», Εκδόσεις Έναστρον) για την ανατομία ενός προσώπου στην κινηματογραφική αποτύπωση της κοινωνικής ενσωμάτωσης. Ομολογώ ότι καταχράστηκα τις δυνατότητες της ερώτησης, αλλά πιστεύω πως αξίζει να μελετηθούν οι εν λόγω αναφορές. Από κει και πέρα, σε κάθε έργο ο αναγνώστης μεταφράζει τμήματα της προσωπικής του εμπειρίας ως προεκτάσεις τής κειμενικής αναφοράς, αναζητώντας καθρέφτη στα βιώματά του και συνενόχους σε ένα παρελθόν/παρόν που του αναγνωρίζει χώρο παρουσίας. Σε κάθε σελίδα, οποιουδήποτε έργου, ο αναγνώστης καλείται να αντιμετωπίσει προσωπικές στιγμές και να τις αντιστοιχίσει με χαρακτήρες, γεγονότα και αποτελέσματα των έργων που μελετά, ακόμη κι αν δεν σχετίζονται με τις προθέσεις ούτε με τις επιλογές του συγγραφέα. Είναι μονόπλευρη η διαδικασία τής ανάγνωσης και κάθε φορά απολήγει στο ίδιο σημείο, αυτό της ολικής μετάθεσης των αιτιών συμπύκνωσης της καθημερινότητας στη σκέψη τού αναγνώστη, δίχως να του επιτρέπει πρόσβαση στον χώρο αμφισβήτησης στο ίδιο αυτό πεδίο. Αυτή τη σύμβαση επιθυμούμε να ανατρέψουμε ριζικά.

– Τα μελλοντικά σου σχέδια…

Καταρχάς, όσον αφορά τα συλλογικά σχέδια, αυτά του Φιλολογικού Ομίλου Θεσσαλονίκης, ετοιμάζουμε δύο τόμους ποιητικής ανθολογίας με αναφορές στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη του 20ου αιώνα. Πρόσωπα, γεγονότα, κτίρια, σημεία ιστορικού ενδιαφέροντος γεννιόνται μέσα από την τέχνη τού ρεαλισμού και λειτουργούν ως χάρτης στις μεταβαλλόμενες συνθήκες τής αστικής ζωής του παρόντος χρόνου. Παράλληλα, συνεχίζουμε την ενίσχυση τοπικών βιβλιοθηκών σε όλη τη χώρα. Ανά εξάμηνο κι ένας προορισμός. Αφετηρία μας η παιδική και εφηβική βιβλιοθήκη Ξυλαγανής στην Κομοτηνή.

Όσον αφορά τις προσωπικές δημιουργίες αυτές επικεντρώνονται σε δύο επιστημονικές εργασίες. Αφενός, στην προετοιμασία τού τόμου φιλοσοφίας με τίτλο «Η βαρβαρότητα του Διαφωτισμού» στην οποία μελέτη εξετάζω τις οικονομικές δομές που είχαν διαμορφωθεί στη μεσαιωνική Ευρώπη και δη στη Γαλλία για να υποστηρίξω ότι με αφετηρία την ιδιοκτησία και την αναγκαιότητα προάσπισης και μεγέθυνσης των ορίων της, στην οικονομική δομή διαμορφώνονται σειρά δομικών σχέσεων εξουσίας στις οποίες εισέρχονται οι μάζες και αναπαράγουν το αντίστοιχο οικονομικό πεδίο, δίχως καμία παρουσία τού ατόμου στην κυκλική πορεία τής κοινωνίας. Η μετάβαση από τη μία μορφή εξάρτησης στην επόμενη είναι προέκταση της αναγκαιότητας, οι ρίζες τής οποίας στηρίζονται στην ιδιοκτησία και τις σχέσεις που εκείνη διαπλάθει, χωρίς την παρουσία τού ατόμου σε επίπεδο επιλογών. Για το λόγο αυτό, κάθε κοινωνική και επιστημονική επανάσταση, είναι καταδικασμένη να αναπαράγει προηγούμενες σχέσεις εκμετάλλευσης και εξουσιαστικού ελέγχου. Η Γαλλική Επανάσταση του 1789 είναι η επιτομή αυτής ακριβώς της θέσης. Το ίδιο συμβαίνει στα γράμματα, την ακαδημαϊκή έρευνα και τις τέχνες. Αποδεσμευμένες από την θεοκρατική αντίληψη των πραγμάτων, εισέρχονται στο πεδίο που η επέκταση της αστικής ιδιοκτησίας στην κατοχύρωση της γης επέφερε, ως νέα αντίληψη για τη ζωή, αποκρύπτοντας ενδελεχώς ότι μετέθεσε, ο κυρίαρχα φιλοσοφικός λόγος τής εποχής, από τη μία μορφή εξουσίας σε μία νέα μορφή εξουσίας (πάντα υπό το πρίσμα της ελευθερίας). Είναι τρομακτική η εκμηδένιση η οποία συντελέστηκε από τον 15ο έως τον 18ο αιώνα για τον άνθρωπο, ως αυτόνομη ύπαρξη, και ακόμα δραματικότερη η ολοκλήρωση αυτής της αλλοτρίωσης στις δομές τού λόγου που η οικονομική βάση διαμόρφωνε και εξακολουθεί να διαμορφώνει. Αφετέρου, ετοιμάζω τη μελέτη για τη λογοτεχνία στα χρόνια της Ρωσικής Επανάστασης του 1917 και της οικοδόμησης του «σοσιαλισμού» με τίτλο «Η τέχνη στην επανάσταση. Η εργατοαγροτική εξουσία μέσα από τα κείμενα λογοτεχνίας». Εξετάζω τα κείμενα πεζογραφίας και ποίησης της περιόδου 1917-1945 σε παράλληλη ανάλυση των δεδομένων τής ρωσικής πραγματικότητας, ήδη από τα αποτελέσματα στον καλλιτεχνικό χώρο τού 19ου αιώνα. Συνολικά, δύο εργασίες με πολλαπλά επίπεδα εμβάθυνσης και εξελικτικής προοπτικής.

[αντι-επιλόγου]

Ο Αντώνης θα μπορούσε να είναι ένας καλός σύγχρονος κοινωνιολόγος, κι όχι (μόνο) φιλόλογος. Τούτο, γίνεται αντιληπτό αμέσως, ακόμα κι αν κάποιος συζητήσει για πρώτη φορά μαζί του. Ευλογία είναι να γνωρίζεις ανθρώπους που το όραμά τους έχει μια δόση από το κοινωνικό συμβόλαιο του Ρουσσώ. Και κάπου εδώ: «Ας συμφωνήσουμε, λοιπόν, ότι η ισχύς δε δημιουργεί δίκαιο, και ότι δεν οφείλουμε υπακοή παρά μόνο στις έννομες δυνάμεις», Ρουσσώ, Ζαν-Ζακ (2017). Το Κοινωνικό Συμβόλαιο (μτφρ. Β. Γρηγοροπούλου, επιμ. Γ. Γρηγοροπούλου, Α. Σταΐνχάουερ). Αθήνα: Πόλις. σελ. 53.

︎❈ INSTAGRAM