Η νέα σειρά του Netflix, “Ripley”, όπως και οι μεταφορές του μυθιστορήματος της Πατρίσια Χάισμιθ “Ο Ταλαντούχος Κύριος Ρίπλεϊ” που προηγήθηκαν, εμβαθύνει στο σκοτεινό μυαλό και τα εγκλήματα ενός νεαρού απατεώνα. Ο Τομ Ρίπλεϊ, τον οποίο υποδύεται ο Άντριου Σκοτ, βρίσκεται σε αδιέξοδο όταν προσλαμβάνεται από έναν μεγιστάνα εφοπλιστή για να ταξιδέψει σε μια μικρή πόλη της Ιταλίας για να πείσει τον γιο του, Ντίκι (Τζόνι Φλιν), να επιστρέψει στην Αμερική. Εκεί, στο παραδεισένιο, ηλιόλουστο τοπίο του Ατράνι, ο αναδύεται ο επιτήδειος που κρύβει μέσα του ο Τομ, ο οποίος μεθοδεύει τρόπους για να καταλάβει τη χλιδάτη ζωή και την ταυτότητα του Ντίκι.

Και υπάρχουν πολλά για τα οποία πρέπει να πασχίσει. Ο Ντίκι, ζει μια μποέμ ζωή. Παρουσιάζεται πάντα μπλαζέ, με ένα ποτήρι κρασί στο χέρι, να μπαινοβγαίνει στην χλιδάτη βίλα του που έχει μαγευτική θέα προς τη θάλασσα και είναι γεμάτη με πανάκριβα έργα τέχνης. Στο γραφείο του κρέμεται σε περίοπτη θέση ο Κιθαρίστας του Πικάσο (1910) και το στούντιό του είναι γεμάτο με τις μισοαποτυχημένες του απόπειρες να ζωγραφίσει -αφηρημένα έργα, τοπία, νεκρή φύση, την φίλη του- που είναι το αντίθετο του Πικάσο. «Ξέρω ότι δεν είμαι σπουδαίος ζωγράφος…  όχι ακόμα τουλάχιστον», λέει στον Τομ, του οποίου οι μόνες αντιδράσεις στα έργα τέχνης του Ντίκι είναι ένα άτονο “Ναι” ή ένα βαριεστημένο “ΟΚ”.

Ripley

Ο Τομ, ωστόσο, τρέφει μεγάλο θαυμασμό από έναν άλλο, πραγματικό καλλιτέχνη. Στο δεύτερο επεισόδιο, ο Ντίκι πηγαίνει τον άτεχνο φίλο του στο Pio Monte della Misericordia, μια εκκλησία στη Νάπολη που για περισσότερους από τέσσερις αιώνες στεγάζει έναν πίνακα του Καραβάτζιο.

Η ελαιογραφία “Οι Επτά Πράξεις του Ελέους” (1607), δεσπόζει πάνω από την Αγία Τράπεζα με μια δραματική απεικόνιση των ομώνυμων πράξεων φιλανθρωπίας. Μέσα στο κιαροσκούρο απεικονίζεται ένας άγιος που επισκέπτεται έναν ζητιάνο, Ο γέρος Κίμων βρίσκεται στην φυλακή και τον θηλάζει μια γυναίκα, ένας ιππότης μοιράζεται τον μανδύα του με έναν φτωχό, ένας προσκυνητής που αναζητά καταφύγιο και στο βάθος δύο άνδρες που οδεύουν να θάψουν έναν νεκρό, όπου τα πόδια του πτώματος που φωτίζονται από μια δέσμη φωτός συμβολίζουν την πράξη του ελέους ”της ταφής των νεκρών”.

Ενώ το επάνω μέρος στην πρώτη εκτέλεση καταλάμβαναν μόνο οι άγγελοι που κατέβαιναν ιλιγγιωδώς από τον ουρανό, ύστερα όμως από απαίτηση των παραγγελιοδόχων πρόσθεσε τη μορφή της Παναγίας, το σύμπλεγμα των Αγγέλων όπως φαίνεται εδώ επικεντρώνεται στην επίγεια σκηνής μιας και ο ζωγράφος θέλει να τονίσει τις πράξεις του ελέους που διαδραματίζονται στην Γη.

Ατίθαση προσωπικότητα ο Καραβάτζιο πρότεινε μέσα από τα έργα του μια καινούργια μορφή ρεαλισμού που κλόνισε την εκκλησιαστική εξουσία. Χρησιμοποιώντας ως μοντέλα για την αναπαράσταση αγίων καθημερινούς ανθρώπους, συχνά εξαθλιωμένους, φτωχούς και ταπεινούς χαρακτήρες ή ακόμη κορίτσια «ελαφρών ηθών», αλήτες από τον δρόμο και ανήμπορους άστεγους γέρους και γριές με λιγοστά μαλλιά και χαραγμένα από τον πόνο πρόσωπα, απελευθέρωσε τη ζωγραφική από την εικονογραφική αναπαράσταση.

«Το ζωγράφισε όταν ήταν 36 ετών, ένα χρόνο αφότου δολοφόνησε έναν άνδρα στη Ρώμη», πληροφορεί ο Ντίκι τον Τομ για τον Ιταλό ζωγράφο.

«Πολύχρωμη ζωή. Και θάνατος». Πράγματι, ο Καραβάτζιο είχε διαφύγει από τη Ρώμη για τη Νάπολη, αφού τον ανάγκασε η άσωτη ζωή του. Αφού τον μήνυσαν και τον συνέλαβαν για διάφορα αδικήματα, από συκοφαντική δυσφήμιση μέχρι μη καταβολή ενοικίου, καταδικάστηκε σε θάνατο το 1606 για τη δολοφονία (“σκόπιμα ή όχι”) ενός άνδρα που ονομαζόταν Ρανούτσιο. Ενώ οι προστάτες του στη Ρώμη περιφρόνησαν τον καλλιτέχνη, η Νάπολη τον αγκάλιασε.

Η όμορφη και τολμηρή σύλληψη του σκηνοθέτη Στίβεν  Ζάιλιαν καθώς και η οξυδερκής απόφασή του να γυρίσει σε ασπρόμαυρο χρώμα ενισχύει το νουάρ, τους χιτσκοκικούς παραλληλισμούς στην ιστορία, όπως επίσης το φως και το σκοτάδι στον χαρακτήρα στον ίδιο τον πρωταγωνιστή, σε οδηγεί στην σκέψη πως  ο Τομ παρατηρώντας την Γέννηση του Καραβάτζιο είναι λες και παρακολουθεί την επικείμενη αναγέννηση του ιδίου.

Όλο αυτό λειτούργησε ως ένας προάγγελος της ιστορίας του Ρίπλεϊ. Ο Τομ δεν θα προβεί σε πράξεις ελέους, αλλά όπως ο μπαρόκ δάσκαλος, θα ενστερνιστεί τη βία. Στην πραγματικότητα, την επόμενη φορά που θα δούμε τον Τομ μπροστά σε κάποιον άλλο πίνακα του Καραβάτζιο, θα έχει κι αυτός έναν φόνο στο ενεργητικό του.

Ripley

Την πρώτη κιόλας μέρα του στη Ρώμη, όπου έχει καταφύγει από τη Νάπολη, ο Τομ, μεταμφιεσμένος σε Ντίκι πλέον, επισκέπτεται το Ναό San Luigi dei Francesi, ο οποίος είναι διακοσμημένος με τρία έργα του Καραβάτζιο που αφηγούνται την ιστορία του Αγίου Ματθαίου. Ένα από τα μεγαλύτερα έργα του Καραβάτζιο (και ο οποίος κρύβει την αυτοπροσωπογραφία του), Το μαρτύριο του Αγίου Ματθαίου (1599-1600) τραβάει το βλέμμα του Τομ με την κεντρική σκηνή που απεικονίζει τον πεσμένο Ματθαίο να αντικρίζει έναν εκτελεστή που κρατάει σπαθί.

Αργότερα, ο Τομ  περνάει από τη Galleria Borghese και βλέπει τον Δαβίδ με το Κεφάλι του Γολιάθ, ο οποίος απεικονίζει τη βιβλική ιστορία με αιματηρές λεπτομέρειες (ο καλλιτέχνης είχε αδυναμία στα κομμένα κεφάλια, ιδίως μετά την καταδίκη του σε αποκεφαλισμό)

“Στον πίνακα, ο Καραβάτζιο συνδέει τον δολοφόνο και το θύμα”, ακούει ο Τομ έναν ξεναγό του μουσείου να λέει σε κάποιους επισκέπτες, “απεικονίζοντας τον Δαβίδ ως συμπονετικό στον τρόπο που κοιτάζει το κομμένο κεφάλι του Γολιάθ”.

Κι είναι ακριβώς αυτός ο πίνακας που αναβοσβήνει στο κεφάλι του Τομ όταν διαπράττει τη δεύτερη ανθρωποκτονία του.

Ripley
Ο πίνακας του Καραβάτζιο με τον Δαβίδ να κρατά το κεφάλι του Γολιάθ.

Στη τότε, ο ίδιος ο Καραβάτζιο κάνει την εμφάνισή του. Το φινάλε της σεζόν αρχίζει με μια γοτθική αναδρομή στο 1606, τη νύχτα που δολοφονήθηκε ο Ρανούτσιο. Ενώ η αστυνομία τον παρακολουθεί, βλέπουμε τον ζωγράφο να κάθεται σε ένα μεγάλο αρχοντικό και να ζεσταίνεται δίπλα στο τζάκι με ένα ποτήρι κόκκινο κρασί – επίσης το ποτό που επιλέγει ο Τομ μετά τη δολοφονία. Ο Ρίπλεϊ δεν είναι ζωγράφος, αν και έχει τελειοποιήσει τη δική του τέχνη, την τέχνη της δολοπλοκίας, της απάτης και της κτηνωδίας.

Ripley

Από τη Ρώμη, ο Τομ ταξιδεύει στο Παλέρμο, όπου συναντά τη Γέννηση με τον Άγιο Φραγκίσκο και τον Άγιο Λαυρέντιο (1609) του Καραβάτζιο στο Ορατόριο του Αγίου Λαυρεντίου. Ο πραγματικός πίνακας, με κεντρικό θέμα τον νεογέννητο Χριστό, εκλάπη ως γνωστόν το 1969 και παραμένει άφαντος μέχρι σήμερα- για τη σκηνή δημιουργήθηκε ένα αντίγραφο. Η όμορφη και τολμηρή σύλληψη του σκηνοθέτη Στίβεν  Ζάιλιαν καθώς και η οξυδερκής απόφασή του να γυρίσει σε ασπρόμαυρο χρώμα ενισχύει το νουάρ, τους χιτσκοκικούς παραλληλισμούς στην ιστορία, όπως επίσης το φως και το σκοτάδι στον χαρακτήρα στον ίδιο τον πρωταγωνιστή, σε οδηγεί στην σκέψη πως  ο Τομ παρατηρώντας την Γέννηση του Καραβάτζιο είναι λες και παρακολουθεί την επικείμενη αναγέννηση του ιδίου. Ο Τομ, ο οποίος σε αυτό το σημείο παρακολουθείται από την αστυνομία όπως ακριβώς και ο ζωγράφος, παρατηρεί ψυχρά το έργο τέχνης και εξέρχεται για να βάλει σε εφαρμογή την τελευταία του απάτη -και μεταμόρφωση.

Δείτε επίσης: Οι ιστορίες πίσω από τα τελευταία έργα 10 διάσημων ζωγράφων πριν φύγουν από τη ζωή