Ο Κήπος των επίγειων απολαύσεων είναι μια ελαιογραφία που φιλοτεχνήθηκε μεταξύ 1490 και 1510 από τον Ολλανδό ζωγράφο Ιερώνυμο Μπος. Πιθανότατα θα τον έχετε ξαναδεί, κάπου στο διαδίκτυο. Τα τρία πάνελ του πίνακα είναι γεμάτα με σκηνές τόσο παράλογες που είναι δύσκολο να περιγραφούν.
Οι περισσότερες περιλαμβάνουν γυμνούς ανθρώπους που χαριεντίζονται μέσα σε καταπράσινα χωράφια και συνουσιάζονται σε σιντριβάνια που μοιάζουν με κυβιστικά. Γυμνοί άνθρωποι γεμίζουν λουλούδια ο ένας τον πρωκτό του άλλου, συγκεντρώνονται κάτω από γιγάντιες φράουλες ή βγαίνουν από τεράστια αυγά. Γυμνοί άνθρωποι που καταναλώνονται από ένα πλάσμα με κεφάλι κουκουβάγιας που φοράει για καπέλο έναν βραστήρα.
Παρά τα φωτεινά χρώματα και τις χαμογελαστές φιγούρες, ο Κήπος των γήινων απολαύσεων μάς κάνει εντύπωση ως ένας βαθιά παράξενος πίνακας. Οι παράλογες εικόνες του και τα ρεαλιστικά αποτυπωμένα ονειρικά τοπία του μοιάζουν με τα έργα του σουρεαλιστή ζωγράφου Σαλβαδόρ Νταλί ή με τις εικόνες που παράγει ο αλγόριθμος DeepDream της Google. Αυτές οι ιδιότητες έκαναν το αριστούργημα του Μπος ένα must-see στην εποχή του και εξηγούν τη διαρκή δημοτικότητά του στην εποχή μας. Αλλά τι σημαίνει;
Η μυστηριώδης ζωή του Ιερώνυμου Μπος
Μέρος της γοητείας του Κήπου των γήινων απολαύσεων προέρχεται από το γεγονός ότι γνωρίζουμε ελάχιστα για τον δημιουργό του. Η ζωή και η καριέρα του ζωγράφου Ιερώνυμου Μπος έπρεπε να συναρμολογηθεί από μια συλλογή 53 ιστορικών εγγράφων. Ορισμένα από αυτά γράφτηκαν από τον ίδιο τον Μπος. Μερικά γράφτηκαν από άλλους και τον περιλαμβάνουν απλώς σαν αναφορά. Τα περισσότερα είναι απλοί λογαριασμοί και φορολογικές αποδείξεις.
Ο Μπος γεννήθηκε το 1450 ως Jheronimus van Aken. Το «Ιερώνυμος Μπος» ήταν το καλλιτεχνικό του όνομα. Το δανείστηκε από τη γενέτειρά του, την ολλανδική πόλη ‘s-Hertogenbosch, ή Den Bosch για συντομία. Τα δύο αδέλφια του ήταν ζωγράφοι. Το ίδιο και ο πατέρας, ο παππούς και ο προπάππους του.
Ένα έγγραφο του 1481 αποκαλύπτει ότι ο Μπος ήταν παντρεμένος με την Aleid van de Meervenne, της οποίας ο πλούτος και η θέση του προσέφεραν πρόσβαση στους πιο υψηλούς κοινωνικούς κύκλους του Ντεν Μπος. Μεταξύ αυτών ήταν και μια οιονεί θρησκευτική οργάνωση που ονομαζόταν «Ένδοξη Αδελφότητα της Παναγίας μας», στα μέλη της οποίας περιλαμβάνονταν κληρονόμοι μεγάλων ευρωπαϊκών οικογενειών. Σκοπός της Αδελφότητας ήταν η φιλανθρωπία. Ωστόσο, τα έγγραφα αποκαλύπτουν ότι ο Μπος διοργάνωνε κυρίως πολυτελή δείπνα με την παρέα των ορκισμένων αδελφών του, όπου γευμάτιζαν ακριβές φλαμανδικές λιχουδιές όπως για παράδειγμα κρέας κύκνου.
Διάβολοι, γλουτοί και κομμάτια μπακαλιάρου
Επειδή οι προσωπικές πεποιθήσεις του Μπος ήταν άγνωστες, οι πίνακές του συχνά λαμβάνονταν τοις μετρητοίς. Αποτυγχάνοντας να αναγνωρίσουν τον Κήπο των γήινων απολαύσεων ως απεικόνιση του Κήπου της Εδέμ (ο τίτλος αποδόθηκε εκ των υστέρων από τους κριτικούς), οι σύγχρονοι θεατές εξέλαβαν λανθασμένα τις θρησκευτικές εικόνες του έργου του ως μια ανούσια φαντασία, μια κατηγοριοποίηση που υιοθετήθηκε επίσης από τους μεταγενέστερους μελετητές.
Στο βιβλίο του «Περιγραφή των Κάτω Χωρών του 16ου αιώνα», ο Βενετός έμπορος Ludovico Guicciardini ανακήρυξε τον Μπος «τον πιο ευγενή και αξιοθαύμαστο εφευρέτη φανταστικών και παράξενων πραγμάτων». Ο σύγχρονος του Giorgio Vasari αποκάλεσε τους πίνακες του Μπος «ιδιόρρυθμους», κάτι που, κατά την ιταλική παράδοση, αναφερόταν σε εικόνες της φαντασίας και όχι της πραγματικότητας. Το σχόλιο του Vasari ήταν θετικό, αλλά ο ποιητής Francisco de Quevedo ήταν πιο επικριτικός όταν έγραψε ότι το έργο του Μπος θα μπορούσε να περιοριστεί σε «διαβόλους, γλουτούς και μπακαλιάρους».
Ο Μπος φαίνεται να έχει αποδεχθεί τη φήμη του ως του «φαντασιόπληκτου του Μεσαίωνα». Τα σημειωματάριά του περιέχουν αρκετά σκίτσα τεράτων. Αυτά μοιάζουν περισσότερο με μουτζούρες παρά με προετοιμασίες για πίνακες ζωγραφικής. Ο Μπος, με άλλα λόγια, τα δημιούργησε για τη προσωπική του διασκέδασή παρά για να καταδείξει κάτι. Στον πίνακα «Ο Άγιος Ιωάννης ο Ευαγγελιστής στην Πάτμο», ένα από τα τέρατα του Μπος φαίνεται επίσης να αλληλεπιδρά με τη δική του υπογραφή, προδίδοντας μια στοργική σχέση μεταξύ του ανθρώπου και των φρανκενσταϊνικών εφευρέσεών του.
Τέρατα σε μεσαιωνικά χειρόγραφα
Οι ιστορικοί τέχνης έχουν παρομοιάσει αυτές τις εφευρέσεις με τα drolleries, έναν όρο που χρησιμοποιείται για να περιγράψει τα ιδιόμορφα σχέδια που κατακλύζουν τα χειρόγραφα της μεσαιωνικής Ευρώπης που έχουν ανακαλυφθεί. Τα drolleries ποικίλλουν σε μεγάλο βαθμό μεταξύ τους. Ορισμένα από αυτά είναι πιστές αναπαραστάσεις ζώων και αντικειμένων του πραγματικού κόσμου, ενώ άλλα είναι υβρίδια – συνδυασμοί στοιχείων που δεν ταιριάζουν μεταξύ τους, όπως για παράδειγμα, πέη με πόδια.
Η λογική και η σημασία των γραφικών αναπαραστάσεων αυτών συνεχίζει να διαφεύγει από τους μελετητές του Μεσαίωνα. Το μόνο κοινό στοιχείο που φαίνεται να έχουν είναι η τοποθέτησή τους στο περιθώριο του κειμένου. Αυτό υποδηλώνει ότι εξυπηρετούν έναν καθαρά διακοσμητικό σκοπό και ότι δεν σχετίζονται με το περιεχόμενο των χειρογράφων που συνοδεύουν. Ένα άρθρο του 2014 αναφέρεται στα drolleries ως «ένα χωρικό mardi gras όπου όλα επιτρέπονταν».
Όπως ο Μπος, έτσι και η τέχνη των drolleries είχε τους επικριτές της. Ο Οράτιος τις απέρριπτε επειδή, σύμφωνα με τον ίδιο και άλλους Ρωμαίους συγγραφείς, η τέχνη έπρεπε να μιμείται τη φύση. Εφόσον η φαντασία γελοιοποιούσε τη φύση, δεν έπρεπε να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη. Η άποψη του Οράτιου επιβίωσε μέχρι τον Μεσαίωνα, όπου απέκτησε νέα και σαφώς θρησκευτική σημασία, καθώς οι κληρικοί άρχισαν να φοβούνται ότι οι άνθρωποι ενδιαφέρονταν περισσότερο για τα περιθώρια των χειρογράφων παρά για τα ίδια τα χειρόγραφα.
Αποκωδικοποίηση του Κήπου των επίγειων απολαύσεων
Οι μεταγενέστερες γενιές ιστορικών τέχνης αναγνώρισαν τους πίνακες του Μπος ως έναν εξελιγμένο και πολυεπίπεδο οπτικό σχολιασμό. Ο Κήπος των επίγειων απολαύσεων, από την πλευρά του, έχει επανεξεταστεί μέσα από το πρίσμα της αλχημείας, της αστρολογίας και της λαογραφίας, οι οποίοι δίνουν μια σειρά πιθανών εξηγήσεων για τις φαινομενικά παράλογες σκηνές.
Όπως προκύπτει από τον τίτλο του, το τρίπτυχο ερμηνεύεται πλέον ευρέως ως μια καταδίκη της ανθρώπινης λαγνείας. Το συμπέρασμα αυτό προέκυψε μέσω της εικονογραφίας, της μελέτης της συμβολικής σημασίας των αντικειμένων και του τρόπου με τον οποίο η σημασία αυτή αλλάζει με την πάροδο του χρόνου. Ο κεντρικός πίνακας, για παράδειγμα, είναι γεμάτος με αντικείμενα που, τον 16ο αιώνα, αντιπροσώπευαν την παροδικότητα της γήινης ομορφιάς και της σεξουαλικής έλξης, όπως για παράδειγμα απεικονίσεις ταύρων και κούφιων φρούτων. Η κουκουβάγια, εν τω μεταξύ, ήταν σύμβολο της μαγείας, που επίσης χρησιμοποιήθηκε αρκετά κι από τον Γκόγια.
Υπάρχουν και άλλες ερμηνείες. Ο διάσημος ιστορικός τέχνης Ernst Gombrich υποστήριξε κάποτε ότι το τρίπτυχο αναπαριστά «την κατάσταση της ανθρωπότητας την παραμονή του Κατακλυσμού, όταν οι άνθρωποι εξακολουθούσαν να κυνηγούν την ηδονή χωρίς να σκέφτονται την επόμενη μέρα». Εντούτοις, η πιο ριζοσπαστική υπόθεση έχει προέλθει από τον Βίλχελμ Φράγκερ, ο οποίος πιστεύει ότι ο Κήπος των επίγειων απολαύσεων δεν καταδικάζει τη λαγνεία αλλά αντιθέτως την εξυμνεί. Ο Μπος, γράφει, μπορεί να είχε ανατεθεί ή εμπνευστεί από τους Αδαμίτες, μια χριστιανική αίρεση που διακήρυττε ότι η ανθρωπότητα, όπως ο Αδάμ και η Εύα, δεν θα πρέπει να ντρέπεται για την ανθρώπινη φύση της.