Η νεκρή φύση, τα τοπία, και οι προσωπογραφίες αποτελούν σημαντική πηγή έμπνευσης για πολλούς καλλιτέχνες.
Εκτός όμως από την ομορφιά του κόσμου γύρω μας, έμπνευση και δημιουργία αντλείται και από φρικαλέες στιγμές της ανθρωπότητας, όπως η ζοφερότητα του πολέμου.
Από τους πίνακες που παρουσιάζουν μάχες του Μέγα Αλέξανδρου, τις αναπαραστάσεις του τριακονταετούς πολέμου στην Ευρώπη, μέχρι τη φρίκη του εμφυλίου στην Ισπανία και τη δεινή κατάσταση στην Ουκρανία, μεγάλοι καλλιτέχνες, αλλά και καθημερινοί street artists αποτυπώνουν με το δικό τους τρόπο τον πόλεμο.
Η Zhanna Kadyrova, μία εικαστικός από την Ουκρανία, προσπάθησε να αποτυπώσει την φρίκη του πολέμου στη χώρα της χρησιμοποιώντας σαν πίνακες κομμάτια της πόλης.
Στην τελευταία της έκθεση, χρησιμοποίησε τα σημεία των δρόμων που είχαν χτυπηθεί από οβίδες και βόμβες σαν έργα τέχνης. Πίνακες που αντανακλούν την καταστροφή που μπορει να υποστεί μία κατεχόμενη περιοχή με το αποτύπωμα της νάρκης να μοιάζει με αφηρημένη τέχνη από μακριά.
Σαν κάποιος να έχει πετάξει μπογιά και να έχει πιτσιλίσει τον πίνακα παντού, ή κομμάτια ψηφιδωτού να δημιουργούν έναν πίνακα μοντέρνας τέχνης. Πλησιάζοντας όμως κοντά αποκαλύπτεται η πραγματικότητα: μεγάλα ορθογώνια ασφάλτου – πραγματικά κομμάτια δρόμου – με τρύπες και σημάδια από τη βίαιη βροχή ρουκετών.
Αυτά τα κομμάτια του οδοστρώματος, με ίχνη λευκών γραμμών, προέρχονται από το Irpin, την πόλη στις δυτικές παρυφές του Κιέβου που καταλήφθηκε από τα ρωσικά στρατεύματα πέρυσι – και βίωσε μερικές από τις χειρότερες μάχες στις πρώτες ημέρες της εισβολής ευρείας κλίμακας.
Μια ήσυχη προαστιακή πόλη μεταμορφώθηκε σε κόλαση: άμαχοι πυροβολήθηκαν στα αυτοκίνητά τους ή στο δρόμο. Μερικοί από τους νεκρούς παρέμειναν στο ύπαιθρο για εβδομάδες, αφού ήταν αδύνατο να ανασυρθούν με ασφάλεια. Άλλοι σκοτώθηκαν από πυρά πυροβολικού. Οι επιζώντες κρύφτηκαν στα υπόγειά τους χωρίς ρεύμα, νερό ή τηλέφωνο. Πολλά κτίρια γκρεμίστηκαν ή κάηκαν.
Δεκαοκτώ μήνες μετά, η ταχύτητα της ανοικοδόμησης σε αυτή τη σχετικά ευημερούσα πόλη είναι εντυπωσιακή. Ορισμένα κτίρια, όπως το μεγαλειώδες Παλάτι Πολιτισμού της Σοβιετικής εποχής, εξακολουθούν να είναι κλειστά με κρατήρες και χωρίς στέγη, αλλά μεγάλο μέρος της πόλης έχει ήδη επισκευαστεί ή ξαναχτιστεί.
Για τον περιστασιακό επισκέπτη, είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς τους εφιάλτες που εκτυλίχθηκαν εδώ.Η Kadyrova φρόντισε να διατηρηθούν τα στοιχεία πραγματικής, ρεαλιστικής, απτής βίας. Αυτό υπηρετεί η τέχνη της.
Μετά την απελευθέρωση της πόλης, και με την άδεια του δημάρχου, η Kadyrova έκοψε αυτά τα κομμάτια από το δρόμο. “Μέρος των τίτλων τους είναι οι ακριβείς συντεταγμένες του πού τους βρήκαμε.”
Η διαδικασία κοπής και απομάκρυνσης έπαιρνε χρόνο και ήθελε προσοχή. Κατά τη διάρκεια μάλιστα απομακρυνσης ενός κομματιού σύμφωνα με συνέντευξη που έδωσε στην Guardian, αποκαλύφθηκε στην άσφαλτο νάρκη, με αποτέλεσμα να σταματήσουν οι εργασίες και να έρθει ομάδα αποναρκοθέτησης.
Αυτά τα έργα ουσιαστικά δεν είναι μια αναπαράσταση της βίας: είναι ένα ίχνος της ίδιας της βίας, βγαλμένο από το πλαίσιό της και τοποθετημένο στους λευκούς τοίχους μιας γκαλερί τέχνης.
Η αντίληψη της Kadyrova για τη συσχέτιση μεταξύ τέχνης και πολέμου έχει μεταμορφωθεί με την πάροδο του χρόνου. Αρχικά, πίστευε ότι η τέχνη ήταν λίγη και ανίκανη απέναντι στη βαρβαρότητα του πολέμου.
Ωστόσο, αναγνώρισε τη μεσολαβητική της δύναμη, ειδικά όταν επιδιώκει να υπερβεί τους συμβολισμούς και να υπηρετήσει την πραγματικότητα. Τα έργα της είναι συχνά άμεσα και ξεκάθαρα, αφήνοντας ελάχιστα περιθώρια ερμηνείας.
Η λειτουργία τους είναι τόσο διαφανής όσο οι τρύπες από σφαίρες και η τέχνη της τροφοδοτείται από τη φρίκη του, όχι μόνο ως προς το περιεχόμενο αλλά και στην οριστική αισθητική της.
Τέχνη και πόλεμος στο Σαράγεβο
Η χρήση κομματιών της πόλης για την αποτύπωση της φρίκης του πολέμου έχει χρησιμοποιηθεί ξανά για να αποδώσει φόρο τιμής στα θύματά του.
Στο Σεράγεβο, μία πρωτεύουσα που βίωσε μία πολιορκία 44 μηνών (1992-1996) τα σημάδια από τους βομβαρδισμούς αποτίνουν φόρο τιμής σε όλα τα θύματα του σκληρού πολέμου που διέλυσε ένα ολόκληρο έθνος.
Όταν η Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης πέρασε δημοψήφισμα ανεξαρτησίας από τη Γιουγκοσλαβία στις 29 Φεβρουαρίου 1992, οι Σερβοβόσνιοι το απαγόρευσαν και ο πόλεμος εξαπλώθηκε γρήγορα και περιλάμβανε μια στρατηγική εθνοκάθαρσης των Βοσνίων.
Τον Απρίλιο του 1992, μια ειρηνική διαδήλωση για την απελευθέρωση της Βοσνίας στο Σαράγεβο κατέληξε στη δολοφονία μουσουλμάνων πολιτών από τον γιουγκοσλαβικό στρατό. Ο σερβικός στρατός κατέλαβε αμέσως τους γύρω λόφους και ανάγκασε μέρος του πληθυσμού σε φυγή. Το μεγαλύτερο μέρος όμως του πληθυσμού της πόλης παρέμεινε εγκλωβισμένο για σχεδόν τέσσερα χρόνια.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της πολιορκίας, η πόλη βομβαρδίστηκε επανειλημμένα από το πυροβολικό, ενώ οι ελεύθεροι σκοπευτές “θέριζαν” τους κατοίκους, μη διστάζοντας να εκτελούν ακόμα και μικρά παιδιά. Το 1991 η πόλη είχε 525.989 κατοίκους. Κατά τη διάρκεια της πολιορκίας 11,541 σκοτώθηκα (εκ των οποίων τα 1500 παιδιά) και 56.000 τραυματίστηκαν (15.000 παιδιά)
Ο πόλεμος τελείωσε στις 14 Δεκεμβρίου 1995 και είχε ως αποτέλεσμα πολλά θύματα, τη γενοκτονία της Σρεμπρένιτσα, την κατεδάφιση σημαντικών πολιτιστικών και ιστορικών κτιρίων και την διάλυση μίας ολόκληρης χώρας.
Τα τριαντάφυλλα του Σεράγεβο είναι απομεινάρια του πολέμου αυτού.
Τα 4 χρόνια που η πρωτεύουσα ήταν αποκλεισμένη, υπολλογίζεται ότι έπεφταν περίπου 300 οβίδες ημερησίως αφήνοντας πίσω εκατοντάδες νεκρούς. Τα σημάδια που αφησαν πίσω στο έδαφος, τα γέμισαν με κόκκινη ρητίνη και ονομάστηκαν Ρόδα του Σαράγεβου. Περπατώντας στην πόλη μπορεί κάποιος να βρει εκατοντάδες Ρόδα. Και βρίσκονται σε μέρη που σκοτώθηκαν τουλάχιστον 3 άτομα από την επίθεση.
Υπάρχει μια έκφραση «Οταν τα κανόνια βροντούν, οι Μούσες σωπαίνουν».
Αν και είναι αβέβαιο εάν αυτό ισχύει, είναι σαφές ότι η άμεση απειλή της ζωής και η φρίκη των πυραύλων που πέφτουν απαιτούν σαφείς απαντήσεις.
Και μία τέτοια τρομακτική και ζοφερή εμπειρία αναζητά με οποιονδήποτε τρόπο να καταγραφεί και απ’ ότι φαίνεται η τέχνη είναι πάντα εκεί να υπηρετήσει την πραγματικότητα και τη ζωή.