Το Homeward, είναι ένα εφιαλτικό τοπίο άχρονου ασυνείδητου, με όλη τη ζωή να έχει μειωθεί σε μαύρη σκόνη, όπου τελείται η τιμωρία του νέου είδους ζωής, που αφάνισε ό,τι υπήρξε ποτέ. Μέσα στο παράξενο τελετουργικό show του Θηριοδαμαστή, το Θηρίο οδηγείται προς την Άνθρωπο και την καταστροφική τους ένωση. Ισορροπώντας στην περιοχή μεταξύ performance, installation, noise show και εικαστικού θεάτρου, το Homeward εξερευνά την ηθική στάση του ανθρώπου απέναντι στον κόσμο και τους Άλλους, καθώς και την σχέση μας με το ανοίκειο.
Το Homeward φαντάζεται μία τερατώδη ουτοπία, όπου παραδοσιακές ανθρώπινες αντιλήψεις όπως το φύλο, ο εαυτός και ο Άλλος, το καλό και το κακό εκλείπουν. Μέσα από δραματουργίες πρωτόγονων τελετουργιών – κοινών σε πανανθρώπινη και διαχρονική βάση – μας καλεί να γίνουμε κοινωνοί της μετάβασης από τον Άνθρωπο σε αυτό που ακολουθεί. Ίσως είναι το Θηρίο. Ίσως ο μέτα-άνθρωπος. Τελείται στην ουσία ένα εφιαλτικό πέρασμα, μία θηριώδης κηδεία κατά την οποία θάβονται όλες οι πολώσεις και οι διακρίσεις. Αποκαλύπτεται το νέο είδος στο οποίο αφομοιώνονται όλα τα αντίθετα συνυπάρχοντας με αρμονία, χωρίς ηθικές διαθέσεις, αλλά μέσα σε πλήρη αποδοχή. Ως άνω, ούτως κάτω. Και ίσως έτσι να επικοινωνεί ο άνθρωπος με το μεγάλο Άλλο – ό,τι έχει ονομαστεί θείο – που, όπως έχει ήδη αρχίσει να διακρίνεται, δεν είναι άλλος παρά ο επόμενος άνθρωπος, ένας Homo Deus.
Λίγες μέρες πριν την έναρξη της εικαστικής performance Homeward του Φάνη Σακελλαρίου που θα παρουσιαστεί στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης, ζητήσαμε από τον ίδιο τον καλλιτέχνη να μοιραστεί μαζί μας τις επιρροές αλλά και όλα όσα τον ενέπνευσαν στην δημιουργική διαδικασία.
Η δημιουργική διαδικασία που κατέληξε στην κατασκευή της εικαστικής performance Homeward ξεκίνησε αρκετά χρόνια πριν και χωρίς να ο ίδιος ο καλλιτέχνης να γνωρίζει τον τελικό της προορισμό. Όπως μας αναφέρει, η πρωταρχική ιδέα πέρασε από πάρα πολλά στάδια διαμόρφωσης και επεξεργασίας, αλλαγών και τροποποιήσεων και αρχικά, καμία σχέση δεν είχε με τις παραστατικές τέχνες.
Συγκεκριμένα η πρώτη εικόνα για το Homeward γεννήθηκε το 2018, λίγο πριν ξεκινήσει το μεταπτυχιακό του στο Central Saint Martins του Λονδίνου. Όπως μας λέει, «Για να είμαι ειλικρινής, το Homeward ξεκίνησε από ένα video game που έπαιζα εκείνη την περίοδο, το οποίο με είχε συναρπάσει. Πρόκειται για το Dark Souls 3, ένα παιχνίδι περιβόητο για την τεράστια δυσκολία του και για το πόσο αφιλόξενο είναι προς τον χρήστη. Ο ήρωας εξερευνά έναν κόσμο βιβλικής κλίμακας, με Αναγεννησιακές αναφορές, που βρίσκεται πολύ κοντά στην απόλυτη καταστροφή. Κανένα στοιχείο δεν σου δίνεται για το τι έχει συμβεί και τι πρέπει να ακολουθήσει. Μόνος σου οδηγός είναι κάποιες ποιητικές περιγραφές πάνω στα αντικείμενα που συλλέγεις και ο ελάχιστος και κρυπτικός διάλογος μεταξύ των προσώπων. Κεντρικό κομμάτι της αισθητικής είναι το σώμα και κάθε παραμόρφωση και τερατογένεση που αυτό μπορεί να επιφέρει. Το μιαρό και το τερατώδες αγιοποιούνται στον κόσμο του Dark Souls και αυτή ακριβώς η σχέση είναι που με συγκινεί και τροφοδοτεί το Homeward. Είναι σημαντικό για εμένα ότι ένα video game μπορεί να αποτελέσει ισχυρή πηγή έμπνευσης για την καλλιτεχνική δημιουργία, καθώς πρόκειται για μία μορφή τέχνης που αγαπώ πολύ και ακόμα δεν αναγνωρίζεται από το ευρύ κοινό ως αυθεντική τέχνη».
Σε πιο θεωρητικό και ακαδημαϊκό επίπεδο, η έρευνα που έκανε πάνω στην κατάσταση και τον μηχανισμό της τελετουργίας υπήρξε καθοριστική για την κατασκευή του δραματουργικού μοντέλου της παράστασης. Όπως μας αναφέρει, «η βιβλιογραφία του ιστορικού θρησκειών Mircea Eliade συνεισέφερε σημαντικά στην κατανόηση από μέρους μου του τι είναι αυτό που θέλω να φτιάξω. Θα αναφέρω ένα από τα έργα του, το Ο Μύθος της Αιώνιας Επιστροφής, στο οποίο ο Eliade αναλύει τις έννοιες του χώρου, του χρόνου, της δράσης και των συμβόλων για ένα πλήθος αρχαϊκών και πρωτόγονων τελετουργιών και επικεντρώνεται στη σχέση του κοσμικού χάους και της κατασκευασμένης τάξης που εμφανίζεται στον χρόνο της τελετής. Φυσικά η παραστατικότητα που εμπεριέχεται στις τελετουργίες είναι κάτι προφανές, αλλά το σημαντικό για εμένα ήταν ο τρόπος που οι πρώτοι άνθρωποι κατανοούσαν τον ιερό χώρο και χρόνο και την τελετουργική δράση και πώς υπήρχαν οντολογικά μέσα σε αυτήν την ρευστή κατάσταση. Η μεταμόρφωση και η αίσθηση της συνεχούς μετάλλαξης του χώρου, του χρόνου, της εικόνας και του σώματος αποτελούν δομικά στοιχεία του Homeward».
Όπως μας ενημερώνει ο καλλιτέχνης πίσω από το θεωρητικό επίπεδο της παράστασης υπάρχει και το κίνημα του Μετανθρωπισμού και συγκεκριμένα το έργο της Francesca Ferrando και της Donna Haraway. Το ερώτημα που τίθεται στο Homeward είναι τι σημαίνει αυτό που ορίζουμε ως άνθρωπος, ποια είναι η σχέση του με τον κόσμο και τους άλλους και πόσο κοντά ή μακριά βρίσκεται με ό,τι ονομάζει ανοίκειο και ξένο. Οι προβληματισμοί αυτοί βρίσκονται στον πυρήνα αυτού του κινήματος, σύμφωνα με το οποίο είμαστε σε μια μεταιχμιακή εποχή, όπου η ανθρώπινη φύση ίσως να έχει τη δυνατότητα να τροποποιηθεί σε τέτοιο βαθμό που να χρειάζεται να ξανασκεφτούμε την έννοια άνθρωπος.
Με τα λόγια του ιδίου:
«Πολύ σημαντική αναφορά, όχι μόνο για το Homeward, αλλά και για πολλά άλλα έργα που είναι ακόμα στο συρτάρι μου, είναι ο Πολωνός ζωγράφος Zdzisław Beksiński. Πάλι θα μιλήσω για το δίπολο τερατώδες – ιερό, το οποίο είναι πολύ εμφανές στα έργα του Beksińskι. Οι μορφές που κατοικούν στους αποσυντεθειμένους κόσμους που απεικονίζει γεννούν έναν κοσμικό τρόμο, δημιουργώντας την αίσθηση μιας μεγάλης, άγνωστης απειλής, μιας δύναμης πέρα από τα ανθρώπινα. Τα πλάσματα αυτά, που μόνο ως τέρατα θα μπορούσε κανείς να τα χαρακτηρίσει, παρουσιάζονται με τρόπο που θυμίζει αγιογραφίες. Το τι νοούμε ως τέρας και πόσο έχει σχέση με τον πραγματικό κόσμο μας μου φαίνεται ένα αρκετά επίκαιρο ερώτημα. Η μακάβρια αυτή τέχνη και το θέμα της ισοπεδωτικής καταστροφής (και του τι μπορεί να κατοικήσει σε μια τέτοια καταστροφή) είναι κάτι που με ενδιαφέρει πολύ.
Ένας καλλιτέχνης που ανακάλυψα ενώ είχα αρχίσει ήδη να γράφω το κείμενο του Homeward είναι ο κινηματογραφιστής Πάνος Κοσμάτος. Έμαθα εντελώς τυχαία για τη δουλειά του όταν ένα βράδυ έβαλα να δω μια ταινία στο λάπτοπ, το Beyond the Black Rainbow, χωρίς να ξέρω περί τίνος πρόκειται. Οι ψυχεδελικοί, εφιαλτικοί κόσμοι που δημιουργεί και η ανοίκεια ατμόσφαιρα που αυτοί αποπνέουν είναι κάτι που σπάνια γίνεται τόσο καλά, όσο το κάνει ο Κοσμάτος. Ειδικότερα για το Beyond the Black Rainbow, η δεκάλεπτη λευκή σκηνή (The White Scene), όπου σε έναν κατάλευκο, καμμένο από το φως χώρο ο ήρωας βυθίζεται σαν βάπτισμα σε μία στρογγυλή τρύπα γεμάτη με μαύρο υγρό σαν πίσσα έχει δώσει πολύ υλικό στη μεταμόρφωση που συμβαίνει στο Homeward. Μιλώντας για σινεμά, πρέπει να πω και για το Matrix, καθώς είμαι παιδί του 90 και η θρησκευτικότητα που αυτές οι ταινίες προσδίδουν στη σχέση μιας μηχανής με το ανθρώπινο σώμα, νομίζω έχει επηρεάσει τη φαντασία πολλών σημερινών τριαντάρηδων. Η σχέση του χώρου της παράστασης με τα σώματα των ηθοποιών είναι αρκετά επηρεασμένη από εικόνες του Matrix».
Τέλος, ο Φάνης Σακελλαρίου μας αναφέρει τους καλλιτέχνες που εργάζονται στο χώρο της performance και του εικαστικού θεάτρου. Όπως μας λέει, ο Hermann Nitsch, ένας από τους πατεράδες της performance, δημιουργεί έργα καθαρά εικαστικού και σωματικού χαρακτήρα, τα οποία ακροβατούν πάνω στα όρια του τι μπορεί κανείς να κάνει σε ένα ζωντανό θέαμα. «Οι εικόνες βίας και σφαγής που κατασκευάζει νομίζω μεταφέρουν ακέραιη τη βία που ενυπάρχει στην ανθρώπινη ζωή. Αυτή η ακραία και αμφιλεγόμενη τέχνη με ενδιαφέρει πολύ, όχι επειδή μπορεί να είναι προβοκατόρικη, αλλά επειδή επικοινωνεί κάτι αληθινό και δυνατό χωρίς ωραιοποιήσεις. Θα ήθελα να πιστεύω ότι λίγη από αυτή τη δύναμη μπορεί να βρει κανείς και στο Homeward».
Επιπλέον, αναφέρει τον Romeo Castellucci. «Όταν το θέμα σου είναι το ιερό, η βία και η τελετουργία, σίγουρα κάπως έχεις επηρεαστεί και από εκείνον. Κλείνοντας, ο καλλιτέχνης αναφέρθηκε στην έμπνευση που του δίνει η δουλειά του σκηνοθέτη Θάνου Παπακωνσταντίνου, ενός καλλιτέχνη που θαυμάζει και με τον οποίο συνεργάζεται. «Πιστεύω ότι το έργο του μεταφέρει αυτήν την πρωταρχική και αληθινή δύναμη που ανέφερα πριν», λέει.
H εικαστική performance Homeward του Φάνη Σακελλαρίου θα παρουσιαστεί στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης, σε έναν ειδικά διαμορφωμένο χώρο στις υπόγειες εγκαταστάσεις του (Πειραιώς 206, Ταύρος), από τις 17 Φεβρουαρίου – 12 Μαρτίου 2023, κάθε Παρασκευή, Σάββατο και Κυριακή.