Ζούμε στην εποχή της τεχνητής νοημοσύνης. Όχι απλώς ως τεχνολογική φαντασίωση του μέλλοντος, αλλά ως καθημερινή πραγματικότητα που διαπερνά το σπίτι, τη δουλειά, το σχολείο κι αν οι προηγούμενες γενιές δεν μπορούσαν να φανταστούν ένα κόσμο με social media, οι σημερινές οικογένειες παρακολουθούν κάτι ακόμη πιο θεμελιώδες: την αναδιαμόρφωση της ίδιας της παιδικής ηλικίας από τις μηχανές που σκέφτονται. 

Τα παιδιά μας δεν μεγαλώνουν απλώς με την τεχνολογία. Μεγαλώνουν μέσα σε αυτή. Οι πρώτες τους ερωτήσεις απευθύνονται στην Alexa. Τα τραγούδια τους τα επιλέγει το YouTube, όχι με βάση την ποιότητα, αλλά με βάση το αλγόριθμο που καταλαβαίνει τι τα συναρπάζει. Οι ψηφιακές τους εμπειρίες δεν είναι απλές διεπαφές, είναι οι πρώτοι τους φίλοι. 

Αυτή η νέα πραγματικότητα γεννά ένα νέο εκπαιδευτικό ερώτημα: Πώς μαθαίνει ένα παιδί σε έναν κόσμο όπου η μηχανή είναι πανταχού παρούσα και όλο και πιο έξυπνη; 

Η τεχνητή νοημοσύνη στην εκπαίδευση δεν είναι φαντασίωση. Είναι ήδη εδώ. Οι εκπαιδευτικοί τη χρησιμοποιούν για να σχεδιάσουν μαθήματα, να εντοπίσουν τους μαθητές που υστερούν, να διαμορφώσουν εξατομικευμένες στρατηγικές μάθησης. Οι μαθητές τη χρησιμοποιούν για να γράψουν εκθέσεις, να μεταφράσουν κείμενα, να λύσουν ασκήσεις. Τα πανεπιστήμια, οι σχολές, ακόμη και τα δημοτικά πειραματίζονται με εργαλεία που μαθαίνουν πώς μαθαίνουμε. 

Αυτή η τεχνολογία έχει αναμφισβήτητα πλεονεκτήματα: 

• Εξατομικευμένη μάθηση: Η ΤΝ μπορεί να προσαρμόσει το περιεχόμενο στις ανάγκες και τον ρυθμό κάθε μαθητή, κάτι που ένας εκπαιδευτικός δύσκολα μπορεί να κάνει με 25 παιδιά στην τάξη. 

• Άμεση ανατροφοδότηση: Ο μαθητής βλέπει τα λάθη του σε πραγματικό χρόνο. Ο δάσκαλος μπορεί να παρέμβει γρήγορα και αποτελεσματικά. 

• Προσβασιμότητα: Μαθητές με αναπηρίες ή γλωσσικά εμπόδια αποκτούν ευκολότερη πρόσβαση στη γνώση μέσω εργαλείων μετάφρασης, φωνητικής ανάγνωσης ή αναγνώρισης φωνής. 

• Αποδοτικότητα: Οι διοικητικές εργασίες αυτοματοποιούνται. Η βαθμολόγηση, η παρακολούθηση, ο προγραμματισμός μαθημάτων γίνεται ταχύτερα. Ο δάσκαλος ελευθερώνεται για να είναι μέντορας και καθοδηγητής. 

Όμως το ερώτημα δεν είναι μόνο τι κερδίζουμε. Είναι και τι διακινδυνεύουμε και τι βαθμό. Ποια είναι με άλλα λόγια η νοητή κλίμακα ισορροπίας, καθώς στη ζωή πάντα πρέπει να έχουμε αυτήν την εικόνα στο πίσω μέρος του μυαλού μας αξιολογώντας δεδομένα και παίρνοντας μία απόφαση.

Σε μια τάξη όπου η έκθεση διορθώνεται από ένα αλγόριθμο, ποιος μαθαίνει στον μαθητή πως να σκέφτεται, να αισθάνεται, να αμφισβητεί; Αν η μηχανή απαντά σε όλες τις ερωτήσεις του παιδιού, ποιος του διδάσκει να θέτει τις σωστές ερωτήσεις; 

Οι μηχανές μπορούν να προσφέρουν γνώση, αλλά δεν μπορούν να υποκαταστήσουν τη σοφία. Δεν μπορούν να καταλάβουν το βλέμμα ενός παιδιού που δεν έχει φάει πρωινό, τη σιωπή ενός εφήβου που παλεύει με την ανασφάλεια, τη συγκίνηση μιας τάξης που διαβάζει ποίηση. 

Ο δάσκαλος δεν είναι γρανάζι στο σύστημα. Είναι το σύστημα. Είναι αυτός που μετατρέπει τη μάθηση από διαδικασία σε εμπειρία, από πληροφορία σε μεταμόρφωση. Η τεχνητή νοημοσύνη πρέπει να είναι εργαλείο, να ενισχύει τον εκπαιδευτικό, όχι να τον απαξιώνει. Να ανοίγει δρόμους, όχι να ορίζει μονοπάτια. 

Για να συμβεί αυτό χρειαζόμαστε νέα παιδαγωγική σκέψη, νέες πολιτικές, νέους εκπαιδευτικούς που θα κατανοούν την τεχνολογία, αλλά δεν θα την φοβούνται. Που θα την αξιοποιούν, χωρίς να της παραχωρούν τα ηνία, που θα διαμορφώνουν την τάξη όχι ως παθητική οθόνη, αλλά ως πεδίο ζωντανής συνάντησης ανθρώπων και ιδεών. 

Τα παιδιά μας δεν χρειάζονται μόνο δεξιότητες, χρειάζονται κρίση, ενσυναίσθηση, φαντασία. Χρειάζονται ανθρώπους που θα τα εμπνέουν, όχι απλώς προγράμματα που θα τα καθοδηγούν. Η τεχνητή νοημοσύνη αλλάζει την εκπαίδευση. Το ερώτημα είναι: Εμείς αλλάζουμε; 

Αν θέλουμε τα παιδιά μας να μην είναι απλώς χρήστες μιας έξυπνης τεχνολογίας, αλλά δημιουργοί ενός καλύτερου κόσμου, τότε η απάντηση πρέπει να είναι “ναι”, γιατί το μέλλον της εκπαίδευσης δεν είναι η μόνο η τεχνολογία, είναι κυρίως η παιδεία. 

 

 

 Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.