Υπήρχε μια εποχή που την τεχνολογία φοβόταν ο σιδεράς, ο εργάτης στη γραμμή παραγωγής, ο γεωργός με την τσάπα. Ήταν η εποχή που οι μηχανές έπαιρναν τη θέση των χεριών, που οι ατμομηχανές, οι αργαλειοί και τα ρομπότ των εργοστασίων έκαναν πιο γρήγορα και φθηνά ό,τι μέχρι τότε έκανε ο άνθρωπος με τον ιδρώτα του. Οι κοινωνίες ανησυχούσαν για την ανεργία, αλλά η “διανοητική εργασία” (ο λογιστής, ο δικηγόρος, ο γιατρός, ο δάσκαλος) έμοιαζε άτρωτη. Τα μυαλά λέγαμε δεν αντικαθίστανται.
Μόνο που το 2025 η ιστορία έπαψε να γράφεται έτσι. Η τεχνητή νοημοσύνη δεν κοιτάζει αν φοράς γάντια ή κουστούμι. Δεν την ενδιαφέρει αν στέκεσαι σε γραμμή παραγωγής ή πίσω από ένα γραφείο με δερμάτινη καρέκλα. Η νέα μηχανή δεν τρώει βίδες και μέταλλα, καταναλώνει δεδομένα και αφού τα χωνέψει, αρχίζει να γράφει κείμενα, να συνθέτει μουσική, να σχεδιάζει λογότυπα, να προγραμματίζει εφαρμογές, να λύνει νομικές απορίες και να σου φτιάχνει παρουσίαση PowerPoint καλύτερη από τη δική σου.
Αυτό που κάποτε ήταν το “ανθρώπινο προπύργιο”, δηλαδή η δημιουργικότητα, η κριτική σκέψη, η ικανότητα επίλυσης προβλημάτων αρχίζει να ξεθωριάζει πλήρως. Όχι με θόρυβο και καπνό, αλλά σιωπηλά μέσα από αλγόριθμους που μαθαίνουν, βελτιώνονται και πολλαπλασιάζουν την απόδοσή τους με ταχύτητα που καμία ανθρώπινη ομάδα δεν μπορεί να συναγωνιστεί.
Στον 19ο αιώνα, ο εργάτης που έχανε τη δουλειά του μπορούσε να ελπίζει ότι τα παιδιά του θα σπουδάσουν και θα βρουν καλύτερη, δηλαδή καθαρότερη δουλειά. Στον 21ο αιώνα ο προγραμματιστής, ο σχεδιαστής, ο δημοσιογράφος, ο οικονομικός αναλυτής βλέπει την τεχνητή νοημοσύνη να μπαίνει στο χωράφι του και το ερώτημα δεν είναι μόνο αν θα χάσει τη δουλειά του, αλλά και ποια νέα δουλειά θα υπάρχει για να πάει.
Οι αισιόδοξοι λένε ότι η τεχνητή νοημοσύνη δεν αντικαθιστά, αλλά συμπληρώνει. Ότι θα μας απαλλάξει από τη ρουτίνα και θα μας αφήσει να ασχοληθούμε με τα πιο “δημιουργικά” κομμάτια. Το ίδιο ακριβώς λέγαμε και για τα ρομπότ στα εργοστάσια: θα κάνουν τη βαριά δουλειά κι εμείς θα σχεδιάζουμε, θα εποπτεύουμε, θα διοικούμε. Η ιστορία έδειξε ότι οι θέσεις που έμειναν ήταν λιγότερες και απαιτούσαν άλλου τύπου δεξιότητες, τις οποίες δεν είχαν όλοι.
Το ίδιο βλέπουμε και σήμερα: τα εργαλεία τεχνητής νοημοσύνης επιτρέπουν σε έναν επαγγελματία να κάνει τη δουλειά που πριν χρειαζόταν μια ομάδα. Καλό για την παραγωγικότητα, αλλά δύσκολο για την αγορά εργασίας που μετρά κεφάλια.
Υπάρχει όμως και η ψυχολογική διάσταση. Στα χειρωνακτικά επαγγέλματα, η μηχανή έπαιρνε τη μυϊκή δύναμη, αλλά ο άνθρωπος κρατούσε το μυαλό του. Σήμερα η μηχανή παίρνει και κομμάτια του μυαλού ή τουλάχιστον την αίσθηση ότι εμείς είμαστε οι μόνοι που μπορούμε να παράγουμε ιδέες. Αυτό δημιουργεί μια υπόγεια ανασφάλεια: αν η μηχανή μπορεί να γράψει άρθρο, να βρει νομικό επιχείρημα, να προτείνει στρατηγική marketing, τότε τι απομένει σε εμάς;
Η απάντηση ίσως να βρίσκεται όχι σε αυτά που μπορεί να κάνει η μηχανή, αλλά σε αυτά που δεν μπορεί ακόμη. Η ενσυναίσθηση, η κατανόηση του κοινωνικού πλαισίου, η ικανότητα να διαβάζεις “ανάμεσα στις γραμμές” των ανθρώπινων σχέσεων είναι δεξιότητες δύσκολες να κωδικοποιηθούν. Η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να μιμηθεί το ύφος, να αναπαράγει την αισθητική, να υπολογίσει πιθανότητες, αλλά δε ζει, δεν αισθάνεται, δεν ρισκάρει.
Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η μετάβαση θα είναι ανώδυνη. Όπως κάθε τεχνολογική επανάσταση θα φέρει κερδισμένους και χαμένους. Οι κερδισμένοι θα είναι εκείνοι που θα μάθουν να δουλεύουν μαζί με τα εργαλεία, να τα χειρίζονται και να τα εντάσσουν σε νέες μορφές παραγωγής αξίας. Οι χαμένοι θα είναι όσοι μείνουν προσκολλημένοι σε μια ιδέα σταθερότητας που δεν υπάρχει πια.
Το μεγάλο στοίχημα είναι αν οι κοινωνίες θα επενδύσουν στην εκπαίδευση και την προσαρμοστικότητα, όπως θα έκαναν σε μια περίοδο πολέμου ή κλιματικής κρίσης. Γιατί η αλλαγή που φέρνει η τεχνητή νοημοσύνη δεν είναι βραχυπρόθεσμη μόδα, είναι μετατόπιση εποχής. Σήμερα δεν μιλάμε για το αν θα αλλάξει η εργασία, αλλά για το πόσο γρήγορα και πόσο βαθιά θα αλλάξει και το ερώτημα δεν είναι μόνο «τι θα κάνει η τεχνητή νοημοσύνη καλύτερα από εμάς;», αλλά «τι θα κάνουμε εμείς καλύτερα μαζί της;».
Στον 20ό αιώνα οι μηχανές έκαναν πιο γρήγορα ό,τι κάναμε με τα χέρια. Στον 21ο αιώνα, οι μηχανές αρχίζουν να κάνουν πιο γρήγορα ό,τι κάναμε με το μυαλό. Το αν αυτό θα μας απελευθερώσει ή θα μας περιορίσει θα εξαρτηθεί από το πόσο θα επιμείνουμε να είμαστε όχι μόνο χρήσιμοι, αλλά και αναντικατάστατοι εκεί που η μηχανή, όσο έξυπνη κι αν γίνει δε θα μπορεί να μας φτάσει.
➪ Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.
Υπήρχε μια εποχή που την τεχνολογία φοβόταν ο σιδεράς, ο εργάτης στη γραμμή παραγωγής, ο γεωργός με την τσάπα. Ήταν η εποχή που οι μηχανές έπαιρναν τη θέση των χεριών, που οι ατμομηχανές, οι αργαλειοί και τα ρομπότ των εργοστασίων έκαναν πιο γρήγορα και φθηνά ό,τι μέχρι τότε έκανε ο άνθρωπος με τον ιδρώτα του. Οι κοινωνίες ανησυχούσαν για την ανεργία, αλλά η “διανοητική εργασία” (ο λογιστής, ο δικηγόρος, ο γιατρός, ο δάσκαλος) έμοιαζε άτρωτη. Τα μυαλά λέγαμε δεν αντικαθίστανται.
Μόνο που το 2025 η ιστορία έπαψε να γράφεται έτσι. Η τεχνητή νοημοσύνη δεν κοιτάζει αν φοράς γάντια ή κουστούμι. Δεν την ενδιαφέρει αν στέκεσαι σε γραμμή παραγωγής ή πίσω από ένα γραφείο με δερμάτινη καρέκλα. Η νέα μηχανή δεν τρώει βίδες και μέταλλα, καταναλώνει δεδομένα και αφού τα χωνέψει, αρχίζει να γράφει κείμενα, να συνθέτει μουσική, να σχεδιάζει λογότυπα, να προγραμματίζει εφαρμογές, να λύνει νομικές απορίες και να σου φτιάχνει παρουσίαση PowerPoint καλύτερη από τη δική σου.
Αυτό που κάποτε ήταν το “ανθρώπινο προπύργιο”, δηλαδή η δημιουργικότητα, η κριτική σκέψη, η ικανότητα επίλυσης προβλημάτων αρχίζει να ξεθωριάζει πλήρως. Όχι με θόρυβο και καπνό, αλλά σιωπηλά μέσα από αλγόριθμους που μαθαίνουν, βελτιώνονται και πολλαπλασιάζουν την απόδοσή τους με ταχύτητα που καμία ανθρώπινη ομάδα δεν μπορεί να συναγωνιστεί.
Στον 19ο αιώνα, ο εργάτης που έχανε τη δουλειά του μπορούσε να ελπίζει ότι τα παιδιά του θα σπουδάσουν και θα βρουν καλύτερη, δηλαδή καθαρότερη δουλειά. Στον 21ο αιώνα ο προγραμματιστής, ο σχεδιαστής, ο δημοσιογράφος, ο οικονομικός αναλυτής βλέπει την τεχνητή νοημοσύνη να μπαίνει στο χωράφι του και το ερώτημα δεν είναι μόνο αν θα χάσει τη δουλειά του, αλλά και ποια νέα δουλειά θα υπάρχει για να πάει.
Οι αισιόδοξοι λένε ότι η τεχνητή νοημοσύνη δεν αντικαθιστά, αλλά συμπληρώνει. Ότι θα μας απαλλάξει από τη ρουτίνα και θα μας αφήσει να ασχοληθούμε με τα πιο “δημιουργικά” κομμάτια. Το ίδιο ακριβώς λέγαμε και για τα ρομπότ στα εργοστάσια: θα κάνουν τη βαριά δουλειά κι εμείς θα σχεδιάζουμε, θα εποπτεύουμε, θα διοικούμε. Η ιστορία έδειξε ότι οι θέσεις που έμειναν ήταν λιγότερες και απαιτούσαν άλλου τύπου δεξιότητες, τις οποίες δεν είχαν όλοι.
Το ίδιο βλέπουμε και σήμερα: τα εργαλεία τεχνητής νοημοσύνης επιτρέπουν σε έναν επαγγελματία να κάνει τη δουλειά που πριν χρειαζόταν μια ομάδα. Καλό για την παραγωγικότητα, αλλά δύσκολο για την αγορά εργασίας που μετρά κεφάλια.
Υπάρχει όμως και η ψυχολογική διάσταση. Στα χειρωνακτικά επαγγέλματα, η μηχανή έπαιρνε τη μυϊκή δύναμη, αλλά ο άνθρωπος κρατούσε το μυαλό του. Σήμερα η μηχανή παίρνει και κομμάτια του μυαλού ή τουλάχιστον την αίσθηση ότι εμείς είμαστε οι μόνοι που μπορούμε να παράγουμε ιδέες. Αυτό δημιουργεί μια υπόγεια ανασφάλεια: αν η μηχανή μπορεί να γράψει άρθρο, να βρει νομικό επιχείρημα, να προτείνει στρατηγική marketing, τότε τι απομένει σε εμάς;
Η απάντηση ίσως να βρίσκεται όχι σε αυτά που μπορεί να κάνει η μηχανή, αλλά σε αυτά που δεν μπορεί ακόμη. Η ενσυναίσθηση, η κατανόηση του κοινωνικού πλαισίου, η ικανότητα να διαβάζεις “ανάμεσα στις γραμμές” των ανθρώπινων σχέσεων είναι δεξιότητες δύσκολες να κωδικοποιηθούν. Η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να μιμηθεί το ύφος, να αναπαράγει την αισθητική, να υπολογίσει πιθανότητες, αλλά δε ζει, δεν αισθάνεται, δεν ρισκάρει.
Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η μετάβαση θα είναι ανώδυνη. Όπως κάθε τεχνολογική επανάσταση θα φέρει κερδισμένους και χαμένους. Οι κερδισμένοι θα είναι εκείνοι που θα μάθουν να δουλεύουν μαζί με τα εργαλεία, να τα χειρίζονται και να τα εντάσσουν σε νέες μορφές παραγωγής αξίας. Οι χαμένοι θα είναι όσοι μείνουν προσκολλημένοι σε μια ιδέα σταθερότητας που δεν υπάρχει πια.
Το μεγάλο στοίχημα είναι αν οι κοινωνίες θα επενδύσουν στην εκπαίδευση και την προσαρμοστικότητα, όπως θα έκαναν σε μια περίοδο πολέμου ή κλιματικής κρίσης. Γιατί η αλλαγή που φέρνει η τεχνητή νοημοσύνη δεν είναι βραχυπρόθεσμη μόδα, είναι μετατόπιση εποχής. Σήμερα δεν μιλάμε για το αν θα αλλάξει η εργασία, αλλά για το πόσο γρήγορα και πόσο βαθιά θα αλλάξει και το ερώτημα δεν είναι μόνο «τι θα κάνει η τεχνητή νοημοσύνη καλύτερα από εμάς;», αλλά «τι θα κάνουμε εμείς καλύτερα μαζί της;».
Στον 20ό αιώνα οι μηχανές έκαναν πιο γρήγορα ό,τι κάναμε με τα χέρια. Στον 21ο αιώνα, οι μηχανές αρχίζουν να κάνουν πιο γρήγορα ό,τι κάναμε με το μυαλό. Το αν αυτό θα μας απελευθερώσει ή θα μας περιορίσει θα εξαρτηθεί από το πόσο θα επιμείνουμε να είμαστε όχι μόνο χρήσιμοι, αλλά και αναντικατάστατοι εκεί που η μηχανή, όσο έξυπνη κι αν γίνει δε θα μπορεί να μας φτάσει.
➪ Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.