Η αρχιτεκτονική συχνά βασίζεται σε ένα δυϊσμό μεταξύ υλοποιημένων έργων και θεωρητικών. Άλλωστε αυτό που επιτρέπει η φυσική στους πραγματικούς κτιριακούς κατασκευαστικούς όρους διαφέρει σημαντικά από αυτό που μπορούν να φανταστούν και να σχεδιάσουν οι αρχιτέκτονες (γνωστό και ως «χαρτογραφική αρχιτεκτονική»). Αυτή η φαντασία έχει από καιρό υποστηριχθεί και ενισχυθεί από την τεχνολογία σχεδιασμού, όμως οι πιο πρόσφατες εξελίξεις στην τεχνητή νοημοσύνη έχουν πυροδοτήσει μια άνθηση στο θεωρητικό πεδίο. 

«Transductions: Τεχνητή Νοημοσύνη στον Αρχιτεκτονικό Πειραματισμό», μια πρόσφατη έκθεση στο Pratt Institute στο Μπρούκλιν συγκέντρωσε έργα από περισσότερους από 30 δημιουργούς που εξερευνούν τις πειραματικές, δημιουργικές και συνεργατικές δυνατότητες της τεχνητής νοημοσύνης, ανοίγοντας νέους δρόμους στην αρχιτεκτονική έρευνα—μια προσπάθεια στην οποία εργάζονται εδώ και πάνω από μία δεκαετία, πολύ πριν η ΤΝ γίνει κυρίαρχο ρεύμα. Οι αρχιτέκτονες και συνεπιμελητές της έκθεσης Jason Vigneri-Beane, Olivia Vien, Stephen Slaughter και Hart Marlow εξηγούν ότι τα έργα στο «Transductions» προέκυψαν μέσα από βρόχους ανατροφοδότησης μεταξύ αρχιτεκτονικών λόγων, τεχνικών, μορφών και μέσων που εκτείνονται από εικόνα, κείμενο και animation έως μέσα μεικτής πραγματικότητας και κατασκευαστικές μεθόδους. 

Ο στόχος δεν είναι να παρουσιαστούν έργα που πρόκειται να υλοποιηθούν άμεσα. Oι αρχιτέκτονες ήδη γνωρίζουν πως να χτίζουν με τα εργαλεία που έχουν. Αντιθέτως η έκθεση προσπαθεί να αποτυπώσει αυτό το πολύ πρώιμο στάδιο της διερευνητικής σχέσης της αρχιτεκτονικής με την τεχνητή νοημοσύνη. 

Η τεχνολογία από καιρό επιτρέπει στην αρχιτεκτονική να ωθεί τα όρια της μορφής και της λειτουργίας. Ήδη από το 1963, το Sketchpad, ένα από τα πρώτα αρχιτεκτονικά λογισμικά επέτρεψε στους αρχιτέκτονες και τους σχεδιαστές να μετακινούν και να τροποποιούν αντικείμενα στην οθόνη. Ταχύτατα η παραδοσιακή σχεδίαση στο χέρι αντικαταστάθηκε από μια συνεχώς διευρυνόμενη εργαλειοθήκη προγραμμάτων—Revit, SketchUp και BIM μεταξύ άλλων—που βοήθησαν στη δημιουργία κατόψεων και τομών, στην παρακολούθηση της ενεργειακής κατανάλωσης, στη βελτίωση της βιώσιμης κατασκευής και στην τήρηση των οικοδομικών κανονισμών, μεταξύ πολλών άλλων χρήσεων. 

Οι αρχιτέκτονες που εκθέτουν στο «Transductions» βλέπουν τις νέες μορφές ΤΝ «ως ένα νέο εργαλείο και όχι ως μια εξέλιξη που καταστρέφει το επάγγελμα» υποστηρίζει ο Vigneri-Beane παρά τους φόβους κάποιων συναδέλφων του για την τεχνολογία. Προσθέτει: «Καταλαβαίνω ότι είναι κάτι που προκαλεί ανασφάλεια σε πολλούς, [αλλά] αισθάνομαι οικειότητα με αυτή τη ρητορική». 

Άλλωστε συνεχίζει, η ΤΝ δεν κάνει απλώς τη δουλειά. «Για να πάρεις κάτι ενδιαφέρον και άξιο διατήρησης από την ΤΝ, απαιτείται τεράστιος χρόνος. Το αρχιτεκτονικό μου λεξιλόγιο έχει γίνει πολύ πιο ακριβές και η οπτική μου αίσθηση έχει ενταθεί τρομερά — σαν να γυμνάζω μύες που είχαν ατροφήσει». 

Η Vien συμφωνεί: «Πιστεύω ότι αυτά είναι εξαιρετικά ισχυρά εργαλεία για έναν αρχιτέκτονα και σχεδιαστή. Θεωρώ ότι είναι όλο το μέλλον της αρχιτεκτονικής; Όχι, αλλά είναι ένα εργαλείο και ένα μέσο που μπορεί να διευρύνει τη μακρά ιστορία των μέσων που χρησιμοποιούν οι αρχιτέκτονες όχι μόνο για να παρουσιάσουν το έργο τους, αλλά και ως γεννήτρια ιδεών». 

*Με στοιχεία από το Τechnology Review.

 

 Ακολουθήστε το OLAFAQ στο FacebookBluesky και Instagram.