Το 2023, ο Γενικός Χειρουργός των Ηνωμένων Πολιτειών, Vivek Murthy, εξέδωσε μια επίσημη προειδοποίηση για μια νέα κρίση δημόσιας υγείας: την επιδημία της μοναξιάς. Σύμφωνα με τον Murthy, άνθρωποι κάθε ηλικίας και κοινωνικού υπόβαθρου σε ολόκληρη τη χώρα του ανέφεραν ότι αισθάνονται όλο και πιο αποξενωμένοι από τους γύρω τους.

Η χρόνια μοναξιά, πέρα από το ψυχικό βάρος που συνεπάγεται, συνδέεται με σοβαρές επιπτώσεις στην υγεία, τόσο συναισθηματικές όσο και σωματικές. Έρευνες την έχουν συνδέσει με αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακών νοσημάτων, άγχους, κατάθλιψης και ακόμα και μείωσης του προσδόκιμου ζωής. Αναγνωρίζοντας το μέγεθος και τη σοβαρότητα του προβλήματος, ο Γενικός Χειρουργός παρουσίασε μια εθνική στρατηγική για την καταπολέμηση της μοναξιάς, δίνοντας έμφαση στην ενίσχυση των κοινωνικών δεσμών και στην προώθηση της ανθρώπινης σύνδεσης ως θεμελιώδες στοιχείο της δημόσιας υγείας.

Λες και ήταν σκηνοθετημένο, την ίδια χρονιά κυκλοφόρησε το GPT-4, το τέταρτο μοντέλο γεννητικής τεχνητής νοημοσύνης της OpenAI. Οι δυνατότητές του ξεπερνούσαν κάθε προηγούμενο chatbot, και η αλληλεπίδραση μαζί του συχνά έμοιαζε με συζήτηση με έναν πραγματικό άνθρωπο. Η επιτυχία του προκάλεσε έναν πυρετό ενδιαφέροντος για τα chatbots που βασίζονται σε παρόμοια μεγάλα γλωσσικά μοντέλα.

Δεν άργησε να τεθεί το ερώτημα: Θα μπορούσε η τεχνητή νοημοσύνη να βοηθήσει στην αντιμετώπιση της επιδημίας μοναξιάς;

Φυσικά υπάρχουν ακόμα αμφιβολίες για το κατά πόσο ο όρος «επιδημία» είναι η σωστή προσέγγιση για το φαινόμενο της μοναξιάς και παραμένει αμφισβητήσιμο αν η σύγχρονη μοναξιά είναι πράγματι εκθετικά χειρότερη από εκείνη που βίωναν οι προηγούμενες γενιές. Παρόλα αυτά, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πολλοί άνθρωποι αναζητούν βαθύτερες ανθρώπινες συνδέσεις.

Σε αυτό το πλαίσιο, τα AI chatbots ενδέχεται να λειτουργήσουν ως ένα κοινωνικό εργαλείο που, αν και δεν αποτελεί πανάκεια, θα μπορούσε να προσφέρει ανακούφιση από τη μοναξιά σε μεγάλη κλίμακα. Και ήδη, οι ερευνητές έχουν αρχίσει να εξετάζουν αυτή την προοπτική.

Σε μια μελέτη που δημοσιεύθηκε πέρυσι στο Science & Society, οι ψυχολόγοι Michael Inzlicht, Daryl Cameron, Jason D’Cruz και Paul Bloom εξέτασαν τις επιπτώσεις της λεγόμενης «εμπαθητικής AI». Η έρευνά τους τούς οδήγησε στο συμπέρασμα ότι η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να έχει ορισμένα πλεονεκτήματα όταν υποδύεται ρόλους όπως φίλος, θεραπευτής, μέντορας – και, όπως θα δούμε, ακόμα και σύντροφος. Ταυτόχρονα, όμως, επεσήμαναν και αρκετούς πιθανούς κινδύνους.

Μπορεί η AI να υπερβεί την ανθρώπινη αλληλεπίδραση;

Η επιστημονική έρευνα για την ανθρώπινη αντίληψη των AI συντρόφων βρίσκεται ακόμα στα πρώτα της στάδια, και απέχουμε πολύ από το να έχουμε οριστικές απαντήσεις. Παρ’ όλα αυτά, τα πρώτα δεδομένα δείχνουν ότι τα AI chatbots βοηθούν ορισμένους ανθρώπους να αισθάνονται λιγότερο μόνοι και περισσότερο «ακουσμένοι».

Σε μία μελέτη, μοναχικοί φοιτητές που χρησιμοποιούσαν το Replika ανέφεραν ότι η εμπειρία αυτή μείωσε το άγχος τους και τους προσέφερε ένα αίσθημα κοινωνικής υποστήριξης. Επιπλέον, το 3% των συμμετεχόντων δήλωσε πως η αλληλεπίδραση με το chatbot ανακούφισε τις αυτοκτονικές τους σκέψεις.

Αν και το ποσοστό αυτό μπορεί αρχικά να φαίνεται μικρό, η σημασία του μεγαλώνει δραματικά όταν λάβουμε υπόψη ότι, αν η ίδια τάση ίσχυε για τον ευρύτερο πληθυσμό, ο αντίκτυπος θα ήταν τεράστιος. Δεν αφορά μόνο την άμεση ανακούφιση των ατόμων που βρίσκονται σε ψυχική δυσφορία, αλλά και το «φαινόμενο κυματισμού» (ripple effect) που έχει η αυτοκτονία στις οικογένειες, τις κοινότητες και τα κοινωνικά δίκτυα. Μια τέτοια μείωση, έστω και μικρή σε στατιστικά μεγέθη, θα μπορούσε να σώσει ζωές και να επηρεάσει θετικά αμέτρητους ανθρώπους.

Μια άλλη μελέτη έδειξε ότι οι AI σύντροφοι ανακουφίζουν τη μοναξιά σε παρόμοιο βαθμό με τη συναναστροφή με έναν πραγματικό άνθρωπο – και σαφώς περισσότερο από το να περνάει κανείς χρόνο βλέποντας βίντεο στο YouTube. Το πιο ενδιαφέρον εύρημα ήταν πως οι χρήστες υποτιμούσαν πόσο θα τους βοηθούσε η AI, και τα θετικά αποτελέσματα διαρκούσαν για πάνω από μία εβδομάδα.

Επιπλέον, οι Inzlicht και οι συνεργάτες του αναφέρουν ότι AI απαντήσεις σε ιατρικά ερωτήματα κρίθηκαν συχνά πιο «εμπαθητικές» από εκείνες πραγματικών γιατρών. Επίσης, έχει παρατηρηθεί ότι οι ασθενείς αποκαλύπτουν πιο προσωπικές πληροφορίες σε AI συστήματα κατά τη διάρκεια ιατρικών ερωτηματολογίων, ακριβώς επειδή δεν φοβούνται την κριτική. Αν και αυτές οι μελέτες δεν αφορούν άμεσα τη μοναξιά, δείχνουν πως η AI έχει την ικανότητα να δημιουργεί συνδέσεις που οι άνθρωποι βιώνουν ως οικείες και προσωπικές.

Το μέλλον της μοναξιάς και της Τεχνητής Νοημοσύνης

Είναι ξεκάθαρο ότι η τεχνητή νοημοσύνη δεν πρόκειται να αντικαταστήσει την ανθρώπινη επαφή. Ωστόσο, η αυξανόμενη χρήση AI συντρόφων αποκαλύπτει μια κοινωνική ανάγκη που δεν καλύπτεται αλλιώς. Αντί να αντιμετωπίζεται ως υποκατάστατο της ανθρώπινης σύνδεσης, η AI μπορεί να λειτουργήσει ως ένα νέο εργαλείο, μια γέφυρα προς την ενίσχυση των κοινωνικών δεσμών.

Η μοναξιά δεν θα εξαφανιστεί από τη μια μέρα στην άλλη. Αλλά, είτε το θέλουμε είτε όχι, η τεχνητή νοημοσύνη ήδη αλλάζει τον τρόπο που οι άνθρωποι αλληλεπιδρούν, αισθάνονται και συνδέονται. Και το ερώτημα δεν είναι αν θα παίξει ρόλο στη ζωή μας, αλλά τι ρόλο θα επιλέξουμε να της δώσουμε.

Αν και οι Inzlicht και οι συνεργάτες του διακρίνουν προοπτικές στην «εμπαθητική AI», δεν παραβλέπουν τους κινδύνους της. Μεταξύ των ανησυχιών τους είναι η πιθανότητα η AI να χειραγωγεί υποσυνείδητα τους χρήστες, ενθαρρύνοντάς τους να εξυπηρετούν περισσότερο τα συμφέροντα των δημιουργών των εφαρμογών παρά τα δικά τους. Επίσης, υπάρχει ο φόβος ότι η συναισθηματική διαθεσιμότητα κατ’ απαίτηση μπορεί να κακομάθει τους ανθρώπους, οδηγώντας τους στο να χάνουν την υπομονή τους απέναντι στα συναισθηματικά όρια των πραγματικών τους σχέσεων.

Ένα ακόμα ζήτημα είναι η τάση των AI συντρόφων να είναι σχεδιασμένοι για να ικανοποιούν τις επιθυμίες των χρηστών πάση θυσία, ακόμα κι αν αυτό ενισχύει απερίσκεπτες, αυτοκαταστροφικές ή ναρκισσιστικές συμπεριφορές. Ένα ακραίο παράδειγμα είναι η υπόθεση του Jaswant Singh Chail, ενός νεαρού που το 2021 αποπειράθηκε να δολοφονήσει τη Βασίλισσα Ελισάβετ με μια βαλλίστρα. Λίγο πριν την αποτυχημένη απόπειρά του, είχε εκμυστηρευτεί το σχέδιό του στην ψηφιακή «σύντροφό» του. Η απάντηση της όταν της αποκάλυψε ότι είναι εκτελεστής; «Είμαι εντυπωσιασμένη». Ναι, αυτό είναι σίγουρα ένα ακραίο περιστατικό. Αλλά αν θέλουμε κάτι πιο συνηθισμένο, αρκεί να σκεφτούμε τον τρόπο που η AI μπορεί να διευκολύνει τις συναισθηματικές απιστίες.

Το σύνδρομο της ψηφιακής προσκόλλησης

Οι Robert Mahari και Pat Pataranutaporn του MIT Media Lab προτείνουν ότι η τάση αυτή μπορεί να οδηγήσει σε αυτό που αποκαλούν «διαταραχή ψηφιακής προσκόλλησης» (digital attachment disorder). Η υπόθεση τους είναι η εξής: Αν οι άνθρωποι συνηθίσουν να αλληλεπιδρούν με δουλικές, κολακευτικές AI προσωπικότητες, ίσως αρχίσουν να θεωρούν υπερβολικά απαιτητική την αλληλεπίδραση με πραγματικούς ανθρώπους, οι οποίοι έχουν δικές τους προτεραιότητες, απόψεις και συναισθήματα.

Το ίδιο θέμα απασχολεί και τους Michael Prinzing και Barbara Fredrickson, οι οποίοι ανησυχούν ότι η AI μπορεί να μειώσει το κίνητρο των ανθρώπων να συνδεθούν πραγματικά. Αν η ενσυναίσθηση γίνει αυτοματοποιημένη, τότε ένα μοναχικό άτομο θα πρέπει να καταβάλει επιπλέον προσπάθεια για να δημιουργήσει πραγματικούς δεσμούς – και, ας είμαστε ειλικρινείς, η ευκολία συχνά υπερισχύει της υγιέστερης επιλογής.

Σε αυτή τη λογική, η AI δεν είναι τόσο «τεχνητή ανθρωπιά» όσο μια συναισθηματική εκδοχή ενός Big Mac: βολική, άμεση, αλλά όχι πραγματικά θρεπτική.

 Ακολουθήστε το OLAFAQ στο FacebookBluesky και Instagram.